Η κωμική ψευδαίσθηση του θεάτρου

Η κωμική ψευδαίσθηση του θεάτρου

3' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πιερ Κορνέιγ…

Φρεναπάτη (L’illusion comique)

σκην.: Δημ. Μαυρίκιος

Θέατρο: Εθνικό

«Κομμάτια νύχτας
πέφτουν στη φωτιά
και γίνονται μέρα»…
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΝΤΟΣ
«Η στάθμη του σώματος», 2010

«Αν ζούσε σήμερα, θα τον είχα ονομάσει πρίγκιπα», είπε ο Βοναπάρτης για τον Πιερ Κορνέιγ (Ρουέν 1606 – Παρίσι 1684). Τουλάχιστον για το πρώτο μεγαλειώδες μισό της ζωής του και της δημιουργίας του, με κορωνίδα τις πρώτες κωμωδίες και τον «αντιαριστοτελικό» «Σιντ» (1637) και τις περί τούτου διαμάχες επί Ρισελιέ, αυτό σίγουρα ισχύει. Μετά το 1656 ο ποιητής περνάει στην απογοήτευση, καθώς οι περίπλοκες τραγωδίες του συνιστούν ωχρά ομοιώματα του παρελθόντος, ιδίως μπροστά στον επερχόμενο Ρακίνα. (Ο Λα Μπρυγιέρ έχει πει πως ο Κορνέιγ «ζωγραφίζει τους ανθρώπους όπως θα ‘πρεπε να είναι», ενώ ο Ρακίνας «όπως πράγματι είναι»). Φυσιογνωμία ευρυμαθέστατη, συντηρητική ή και δειλή, ο ποιητής διοχέτευσε όλη την ορμή του στο προκαρτεσιανό έργο του.

Ηρωες

Μέσα από τα ποικίλα, συνήθως της ελίτ, πρόσωπα του Κορνέιγ, κωμικά, στωικά, ευγενή, φιλόδοξα, αδύναμα ή μοχθηρά, πρόσωπα κατά προτίμηση του ρωμαϊκού ή του αρχαιοελληνικού πανθέου, προκύπτει το ηθικό και το ψυχολογικό του ιδεώδες. Ο ποιητής θέλει τους ήρωές του αισιόδοξους, έτσι ώστε να μπορούν να διεκδικήσουν τη νίκη ή το μεγαλείο, την ελευθερία ή την εκπλήρωση των ευγενικών παθών τους. Τους θέλει υποδείγματα, ποτέ καθημερινούς ή χυδαίους, οχήματα μιας ευτυχούς απόληξης, έστω κι αν αυτή είναι ο θάνατος, όμως δοξασμένος ή στεφανωμένος από τη γενναιότητα του μαρτυρίου.

Η ηθική του Κορνέιγ είναι σαφώς χριστιανική, σύμφωνη όμως με τους Ιησουίτες που τον ανάθρεψαν. Ο άνθρωπος γι’ αυτόν είναι ελεύθερος, χωρίς το βάρος του προπατορικού αμαρτήματος, κι έτσι έτοιμος για τις μεγαλόπνοες πράξεις.

Ο ήρωάς του ελέγχει, ως παλιός στωικός, πλήρως τον εαυτό του, διαλέγοντας όμως για τη λύση των παθημάτων του την αξιοπρεπή, άρα δυσκολότερη οδό της σύγκρουσης. Ιπποτικοί και ορμητικοί, γενναιόδωροι μέχρι τη θυσία, οι ήρωές του απαρνούνται και τη ζωή τους στον βωμό της τιμής, του έρωτα, της φιλίας ή της δόξας.

Ολο αυτό το θέατρο εκφέρεται ως μια λαμπρή δικανική ρητορική ή ως σύνολο μακρών λυρικών μονολόγων. Συχνά, δύσκολα διακρίνει κανείς την ευγλωττία από την ατόφια ποίηση, κι ακόμα ίσως το πειθαρχημένο μέτρο από το φορτωμένο μπαρόκ. Ολα αυτά μέσα από εξελικτική δράση που, αφού παρουσιάσει τους ήρωες και τις συνθήκες τους, συνεχίζει με πολλαπλές ανατροπές μέχρι την έξοδο.

Αντί να σας κατεβάσω τίτλους έργων, προτίμησα διά βραχέων να δώσω μια ελάχιστη εικόνα της συγγραφικής προσωπικότητας του Κορνέιγ. Στοιχεία της βρίσκουμε και στη «Φρεναπάτη» (1635), «προπιραντελλίζουσα» παραμυθένια κωμωδία, την οποία εξωτερικά «διοικούν» ο συγκινητικός μάγος του παλαίμαχου Γ. Βογιατζή και η δυναμική, αυταρχική, θρηνητική μητέρα του πρωταγωνιστή Εύα Κοταμανίδου. Το «εσωτερικό» έργο, πριν αποδειχθεί ότι ήταν μια θεατρική παράσταση, πραγματεύεται έρωτες, μοιχείες, πάθη.

Εργο – Παράσταση

Ο Δημ. Μαυρίκιος έστησε σφιχτή, φαιδρυντική, ονειρική, γοητευτική παράσταση αποχρωσιακού μύθου, «κερνώντας» την και λίγο απ’ το καταγωγικό του σινεμά. Οι ρυθμοί του γρήγοροι, χαρίεσσες οι λεπτομέρειες, προσεγμένη η διδασκαλία.

Ο, τι είδαμε βέβαια ήταν μια διασκευή σε ομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο. Ευγενής η φιλοδοξία, πολύς ο μόχθος. Αλλά αυτός ο παράγων χώλαινε. Το γαλλικό alexandrin αντιστοιχεί σε ενδεκασύλλαβο ή έστω δεκατρισύλλαβο. Συχνά, λοιπόν, το κείμενο θύμιζε… κάπως Μποστ, το βάραιναν χασμωδίες ή όχι πάντα καλά μετρημένοι στίχοι κι ακόμα μια συνεχής ανομοιογένεια γλώσσας.

Σκηνικά – μουσική

Οι σιδερένιες σκαλωσιές (Δ. Πολυχρονιάδης) βοήθησαν τα ερωτικά ανθρωποκυνηγητά αλλά φλυάρησαν με τα, δήθεν βεστιαρίου, κρεμασμένα κοστούμια.

Εξοχα τα πραγματικά κοστούμια της Ελ. Μανωλοπούλου και χαριέντως παίζουσα η μουσική του Στ. Σκουρόπουλου, μαζί με τις αισθαντικές χορογραφίες της Απ. Παπαδαμάκη.

Ηθοποιοί

Ο Χρ. Λούλης (Κλίνδορας) αστράφτει υπεράνω όλων στον ερωτύλο νέο. Λεπτή, με γνήσιο αίσθημα αλλά κάπως θαμπή η νέα της Εμ. Κολιανδρή. Απολαυστικός Καπιτάνο της κομέντια ο Ματαμόρος του Γ. Γάλλου. Διαβολεμένη σουμπρέτα με τρελό χιούμορ η Ευγ. Αποστόλου. Πειστικός αντίζηλος ο Γιαν. Κότσιφας. Σε αυστηρό ρόλο μάνας, φώναζε αλλά και «έγδερνε» η Β. Ανδρεαδάκη.

Η αυταρχική παιδεία οδηγεί το θύμα της στον μαγικό κόσμο του θεάτρου. Εκεί το περιμένουν ο ουράνιος θρόνος ή το σάπιο σανίδι: ιδού η συνδυασμένη γελαστική κατάφαση του Κορνέιγ στην ψευδαίσθηση του θεάτρου, του έρωτα αλλά και του έρωτα για το θέατρο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή