Η «Βεργίνα» έγινε 30 χρονών… Σσσς!

Η «Βεργίνα» έγινε 30 χρονών… Σσσς!

5' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο ακροατήριο του Μανόλη Ανδρόνικου εκείνο το σημαντικό βράδυ, τριάντα χρόνια πριν, βρισκόταν και ο Ομάρ Σουλτάν, ένας Αφγανός φοιτητής που είχε ήδη πάρει μέρος και στις ανασκαφές της Βεργίνας. Λίγο καιρό μετά, ο Ομάρ Σουλτάν πήγε στις ΗΠΑ όπου σπούδασε πολιτικός μηχανικός αλλά ασχολήθηκε και με την ποίηση. Και έγινε γνωστός στο Αφγανιστάν μέσω της ποίησής του. Οταν η Βόρεια Συμμαχία μπήκε στην Καμπούλ εκδιώχνοντας τους Ταλιμπάν. πολλοί παραξενεύτηκαν που η είσοδος έγινε υπό τις νότες του Μίκη Θεοδωράκη. Μάλιστα, ελληνικά τηλεοπτικά μέσα συνδύασαν την επιλογή με τα ίχνη του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τους Καλάς!

Η εξήγηση ήταν πιο απλή και λιγότερο «ελληνοκεντρική»: Ο Σουλτάν (τότε υφυπουργός της Βόρειας Συμμαχίας) είχε ντύσει μερικούς στίχους του στα φοιτητικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη με τη μουσική του Θεοδωράκη.

Ας ελπίσουμε λοιπόν ότι ύστερα από μερικές εκατοντάδες χρόνια δεν θα έχει διασωθεί μόνο το βίντεο τηλεοπτικού σταθμού που μιλούσε για τον Αλέξανδρο και τους Καλάς. Και ευτυχώς δεν διασώθηκε μόνο η σφραγίδα της πόλης της Αθήνας αμέσως μετά την Επανάσταση του ’21. Διότι τότε, ο ξένος αρχαιολόγος θα διαπίστωνε ότι η παλλάδα Αθηνά δεν κουνούσε απλώς το δόρυ αλλά στόχευε την ημισέληνο ενώ η γλαύκα παρακολουθούσε τη «μάχη»!

Η Βεργίνα είναι εδώ (;)

«Βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες». Αυτή η ματιά του Σεφέρη στις Μυκήνες (Β΄ Μυκήνες) λύγισε σχεδόν όλους όσοι επιχείρησαν να βολευτούν από το ειδικό βάρος των αρχαιοτήτων. Και δεν ήταν λίγοι. Η αρχαιολογία ουδέποτε υπήρξε μια ουδέτερη επιστήμη, μερικές φορές ούτε καν επιστήμη. Αλλωστε, οι «μεγάλες πέτρες» σπάνια μιλάνε και, συχνότερα, προσαρμόζονται στις ανάγκες των «ιδιοκτητών» τους. Ακόμη κι αν πρόκειται όχι για «πέτρες» αλλά για ογκόλιθους.

Κι εδώ που τα λέμε, η ιστορία της Βεργίνας ήταν αδιαμφισβήτητα ο αρχαιολογικός ογκόλιθος της Μεταπολίτευσης. Στις 24 Νοεμβρίου 1977, στο αμφιθέατρο του παλαιού κτιρίου της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ, ο Μ. Ανδρόνικος παρουσίασε για πρώτη φορά στοιχεία της μεγάλης του ανακάλυψης. Ο ίδιος ήταν αρκετά επιφυλακτικός. Οφειλε να είναι. Δεν ανακαλύπτεται κάθε μέρα ο τάφος του βασιλιά – σίφουνα που άλλαξε εποχή στον αρχαίο κόσμο.

Πέρασαν τριάντα χρόνια από τότε. Η φετινή επέτειος ήταν μάλλον σεμνή. Ιδίως σε σύγκριση με την προβολή των χρόνων που ακολούθησαν τη μεγάλη ανακάλυψη. Το έθνος είχε πλέον αποδείξει ότι η Μακεδονία ήταν ελληνική. Το ‘γραψαν όλες οι εφημερίδες που μάλιστα απέδωσαν ρόλο Εφιάλτη σε όσους επιστήμονες τόλμησαν απλώς να πουν ότι χρειάζονταν περισσότερες αποδείξεις.

Κατά σύμπτωση αυτή η επέτειος συνέπεσε με μία άλλη: τα 170 χρόνια από την ίδρυση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.

Το ΑΠΘ ήταν ίσως ο καταλληλότερος τόπος για την ανακοίνωση του Ανδρόνικου. Ενα πανεπιστήμιο που λέγεται «Αριστοτέλειο», αλλά έχει ως έμβλημά του τον Αγιο Δημήτριο δεν είναι συνηθισμένος συνδυασμός. Κάτι ανάλογο συνέβη και με την αρχαιολογία στη Μακεδονία.

Με λίγες εξαιρέσεις -αναφέρει ο Κώστας Κωτσάκης (καθηγητής ΑΠΘ)- μέχρι και το 1970 κανένα σημαντικό αρχαιολογικό πρόγραμμα ή ανασκαφή αντίστοιχη αυτών της Νότιας Ελλάδας δεν έτρεχε στη Μακεδονία. Γιατί άραγε; Εδώ, η αρχαιολογία συναντά την πολιτική (ή καλύτερα, το αντίστροφο).

Το νέο ελληνικό κράτος από το 1913 και μετά βρέθηκε να μιλάει σ’ έναν μακεδονικό πληθυσμό -εξηγεί ο Κ. Κωτσάκης- που δεν ήταν τόσο ομοιογενής όπως στα νότια. Η προσπάθεια λοιπόν στάθηκε περισσότερο στο χριστιανικό ως ενοποιητικό στοιχείο του πληθυσμού και επομένως στη βυζαντινή καταγωγή του. Γι’ αυτό και δόθηκε έμφαση στην αναστήλωση των βυζαντινών μνημείων παρά στα σπόλια της κλασικής περιόδου. Ιδίως στη Θεσσαλονίκη, ο βυζαντινός χαρακτήρας της πόλης συνδέθηκε στενά με τον ελληνικό ισχυρισμό ότι το Βυζάντιο ήταν ένας «αμιγώς ελληνικός πολιτισμός».

Απόδειξη; Αμέσως μετά τη Βεργίνα η κατάσταση αντιστράφηκε. Μια βεντάλια ανασκαφών και ερευνών στράφηκε στην περίοδο της κλασικής αρχαιότητας. Η Βεργίνα, αν μη τι άλλο, άνοιξε αυτήν την ιστορική περίοδο στη Μακεδονία, λέει ο Κ. Κωτσάκης.

Ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός

Το 1872 στο Ράιχσταγκ -ένα μόλις χρόνο μετά τη γερμανική ενοποίηση υπό τον Βίσμαρκ- ο βουλευτής Φρίντριχ Καπ στηλιτεύει τη γερμανική ολιγωρία στον τομέα των ανασκαφών. «Η Αγγλία και η Γαλλία μάς έχουν ξεπεράσει στην ανακάλυψη της Αρχαίας Ελλάδας». Το επιχείρημα είχε τέτοια βαρύτητα που σχεδόν άμεσα -όπως μας πληροφορεί η Χριστίνα Κουλούρη (αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου)- η γερμανική αρχαιολογική αποστολή άρχισε να σκάβει στην Ολυμπία.

Η «διπλωματία της αρχαιολογίας», σημειώνει η Χριστίνα Κουλούρη, «ήταν ένα κομμάτι της αποικιοκρατικής πολιτικής του 19ου αιώνα. Ηταν η εποχή των μεγάλων μουσείων και του μεταξύ τους ανταγωνισμού. Οι συμφωνίες των μεγάλων δυνάμεων αφορούσαν την ανάληψη του κόστους των ανασκαφών έναντι της μεταφοράς κάποιων σημαντικών ευρημάτων στις πρωτεύουσές της».

Στον αντίποδα, στις αρχές του 20ού αιώνα, τα βαλκανικά κράτη έπρεπε να κατασκευάσουν εξαρχής τη δική τους αρχαιότητα, βασισμένη στις δικές τους θεωρητικές κατασκευές της συνέχειας. Ενα παράδειγμα το δίνει η Μαρία Τοντόροβα, η διάσημη ιστορικός που ζει στις ΗΠΑ. Αναφερόμενη στην αρχαιολογία στη Βουλγαρία, η Τοντόροβα σημειώνει ότι «στη Βουλγαρία η αρχαιολογία ήταν ιστορία και η ιστορία ήταν περισσότερο ιδεολογία παρά ακαδημαϊκό επιστημονικό πεδίο».

Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα στην ιστορία της αρχαιολογίας. Η Βεργίνα είναι ένα από αυτά. Ακόμη και ο ίδιος ο Ανδρόνικος (υποστηρίζει ο Κ. Κωτσάκης) θεωρούσε πιο σημαντική την εικόνα που επιτέλους αποκτήσαμε για την αρχαία ζωγραφική.

Αρκετοί Ελληνες και ξένοι (όχι ενδεχομένως οι περισσότεροι, αλλά στην επιστήμη η πλειονότητα είναι διφορούμενη έννοια) διαφώνησαν και διαφωνούν με την ερμηνεία για τον Φίλιππο Β΄. Ο διάλογος αυτός, υποστηρίζεται από αρκετές πλευρές, ουδέποτε έγινε. Το γιατί το εξήγησε ο Στ. Παπαθεμελής ως υπουργός Μακεδονίας στα 10χρονα της ανακάλυψης: «Πιστεύουμε ότι (τα ευρήματά σας) είναι ο εγκυρότερος ερμηνευτής της ουσίας και της μοναδικότητας της ελληνικής Ιστορίας… Αυτήν την ιστορική λειτουργία της τέχνης, την έχουμε περισσότερο από κάθε άλλη φορά ιδιαίτερη ανάγκη για να απαντήσουμε σε όλη τη σε διεθνή κλίμακα επιχειρούμενη πλαστογράφηση της Ιστορίας μας».

Δηλαδή, αν δεν είναι ο τάφος του Φίλιππου; Την απάντηση την έδωσε σε μία έξοχη ομιλία του ο Δ. Ν. Μαρωνίτης: «(…) Ενα από τα σταθερά και διακριτά σημεία του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού είναι και η δυναμική όπως είπα πολυμορφία του, που θέτει συνεχώς διλήμματα, αφήνοντας μεγάλα περιθώρια για εναλλακτικές λύσεις των μεγάλων προβλημάτων. Από την άποψη αυτή ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός ελέγχεται αντιδογματικός, ευνοώντας όχι μόνο τον διάλογο, αλλά και τον βίαιο κάποτε αντίλογο».

Προφανώς η Αντιγόνη δεν δίχασε μόνο τη Θήβα, άλλωστε σημασία δεν είχε η απάντηση. Μόνο η ερώτηση.

Ισως γι’ αυτό και ο Σεφέρης συνεχίζοντας τις «Μυκήνες» συμπεραίνει: «Πληγωμένος από το δικό μου χώμα / τυρρανισμένος από το δικό μου πουκάμισο / καταδικασμένος από τους δικούς μου θεούς, / τούτες τις πέτρες».

Ιnfo

– Lynn Meskel (επιμέλεια – πρόλογος Κ. Κωτσάκη) «Η αρχαιολογία στο στόχαστρο», Αθήνα 2006, εκδ. Κριτική

-Ιωάννη Τουλουμάκου «Ιστορικά προβλήματα των τάφων της Βεργίνας», Θεσσαλονίκη 2006, εκδ. Κυριακίδης

-Μichael Herzfeld «Πάλι δικά μας», Αθήνα 2002, εκδ. Αλεξάνδρεια

-«Οι χρήσεις της αρχαιότητας από τον νέο Ελληνισμό», Αθήνα 2000, (επιστημονικό συμπόσιο της Εταιρείας Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας με εξαιρετικά κείμενα των Μαρωνίτη, Χουρμουζιάδη και της Λουκίας Δρούλια)

-Αντώνη Λιάκου «Πώς το παρελθόν γίνεται ιστορία;», Αθήνα 2007, εκδ. Πόλις

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή