Αναλυση: Εμπροσθοβαρής δημοσιονομική προσαρμογή

Αναλυση: Εμπροσθοβαρής δημοσιονομική προσαρμογή

2' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με το δημοσιονομικό έλλειμμα να οδεύει πλέον προς το 12% – 13% του ΑΕΠ απειλώντας να προκαλέσει τη σκληρή αντίδραση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και κυρίως των αγορών, μια οικονομική πολιτική, βασικό χαρακτηριστικό της οποίας θα είναι η δραστική δημοσιονομική προσαρμογή, δείχνει αναπόφευκτη.

Εάν το έλλειμμα διαμορφωθεί σε αυτά τα επίπεδα και η κυβέρνηση δεν παρουσιάσει ένα αξιόπιστο πρόγραμμα ανάσχεσης της δημοσιονομικής εκτροπής άμεσα, η αύξηση του κόστους δανεισμού του Δημόσιου και κατ’ επέκτασιν του ιδιωτικού τομέα είναι η σχεδόν νομοτελειακή εξέλιξη.

Στο υπουργείο Οικονομικών, τουλάχιστον, φαίνεται να έχουν αντιληφθεί το πρόβλημα και σχεδιάζουν να θέσουν έναν φιλόδοξο στόχο για μείωση του ελλείμματος κατά 10 δισ. ευρώ, ή κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ το 2010. Μια αποτελεσματική δημοσιονομική προσαρμογή δεν μπορεί παρά να είναι εμπροσθοβαρής, δηλαδή να εφαρμοστεί στο πρώτο μισό της τετραετούς κυβερνητικής θητείας. Κατ’ αρχάς, γιατί όπως έχει δείξει η εμπειρία, ο πλέον ωφέλιμος -πολιτικά- χρόνος μιας κυβέρνησης είναι τα πρώτα δύο έτη. Στη συνέχεια, ο εκλογικός κύκλος και ο φόβος του πολιτικού κόστους αποκτά καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των αποφάσεων. Δεύτερον, το μέγεθος της σπατάλης στο Δημόσιο και της απώλειας φορολογικών εσόδων είναι τόσο μεγάλο, ώστε μια σοβαρή προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής μπορεί να αποδώσει σε πρώτη φάση σημαντικά αποτελέσματα χωρίς να απαιτούνται βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις, που κατά κανόνα θέλουν περισσότερο χρόνο για να εφαρμοστούν και να παράξουν αποτελέσματα.

Τρίτον και σημαντικότερο, θα ηρεμήσει τις αγορές που ανησυχούν από την εκρηκτική διεύρυνση του ελλείμματος και τη δυναμική αύξησης του δημόσιου χρέους.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, η μείωση του ελλείμματος κατά 4% του ΑΕΠ σε διάστημα ενός μόνο έτους φαντάζει τεράστια και ενδεχομένως -για κάποιους- επικίνδυνη σε μια οικονομία η οποία ήδη εμφανίζει αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης. Μια κεϊνσιανή πολιτική για την αντιμετώπιση της κρίσης έχει υποστηρικτές και στο εσωτερικό της κυβέρνησης, έστω και αν ο πρωθυπουργός, με την κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των στελεχών του οικονομικού επιτελείου, έδειξε να μην τη συμμερίζεται.

Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει υποστηρίξει ότι στις σημερινές συνθήκες μια πολιτική περιορισμού του ελλείμματος με συγκράτηση των δαπανών και αποτελεσματικότερη αξιοποίησή τους μπορεί τελικά να ενισχύσει την ανάπτυξη. Αντίθετα, μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική με δαπάνες που θα χρηματοδοτούν δράσεις χαμηλής προστιθέμενης αξίας, θα διευρύνουν το έλλειμμα χωρίς κανένα αναπτυξιακό όφελος.

Για παράδειγμα, το 2006, σε περιόδους ισχυρότατης ανάπτυξης, το υπουργείο Οικονομίας αποφάσισε να χρηματοδοτήσει μέσω των προγραμμάτων του Γ΄ ΚΠΣ και τους ακμάζοντες κλάδους του εμπορίου και των υπηρεσιών. Ενα μεγάλο μέρος των 500 εκατ. ευρώ των Ευρωπαίων και των Ελλήνων φορολογουμένων που διατέθηκαν γι’ αυτόν το σκοπό, έγιναν ράφια σε εμπορικά καταστήματα, ποτήρια σε καφετέριες και μαχαιροπίρουνα σε εστιατόρια. Μπορεί με τέτοια προγράμματα ταχείας ωρίμασης και άμεσης απόδοσης να απορροφήθηκαν κοινοτικοί πόροι που ενδεχομένως να χάνονταν. Χρειάζονταν, όμως, επιδότηση τέτοιου τύπου επενδύσεις και ποια ήταν η πραγματική προστιθέμενη αξία για την ελληνική οικονομία; Πιθανότατα καμία.

Στη δεξαμενή των 70 δισ. ευρώ, περίπου, που δαπανά ετησίως το Δημόσιο, μπορεί το οικονομικό επιτελείο να βρει εύκολα πολλές ανάλογης ποιότητας δαπάνες είτε για να τις καταργήσει είτε για να χρηματοδοτήσει διατηρήσιμη ανάπτυξη. Αρκεί να ψάξει…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή