Μήπως θα έπρεπε να απαγορευτεί;

Μήπως θα έπρεπε να απαγορευτεί;

6' 37" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πολιτικοί, συγγραφείς, δημοσιογράφοι, πανεπιστημιακοί, αλλά και λίγο-πολύ ο καθένας μέσω των κοινωνικών δικτύων, όλοι είχαν μια άποψη για το βιβλίο του Δημήτρη Κουφοντίνα «Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη». Οι πρώτες αντιρρήσεις ήρθαν -όπως ήταν φυσικό- από τους συγγενείς των θυμάτων της τρομοκρατικής οργάνωσης. Από τον γιο του Νίκου Μομφερράτου Γιώργο, ο οποίος έξω από αθηναϊκό βιβλιοπωλείο μοίραζε φυλλάδια εναντίον της κυκλοφορίας του, μέχρι τον Κώστα Μπακογιάννη, που ανέφερε μέσω της σελίδας του στο Facebook: «Προς τον Οίκο Λιβάνη: Ματωμένο βιβλίο, ματωμένα χρήματα. Να τα χαίρεστε». Η αδελφή του, Αλεξία Μπακογιάννη, σε άρθρο της στην «Καθημερινή» της περασμένης Κυριακής, κατηγόρησε τον εκδοτικό οίκο «ότι εκμεταλλεύονται το θάνατο, τον πόνο και το αίμα προκειμένου να βγάλουν εύκολο και γρήγορο κέρδος».

Υπέρ, πάντως, της ρητής απαγόρευσης του βιβλίου ουσιαστικά δεν τοποθετήθηκε κανείς. Η δημόσια συζήτηση περιστράφηκε κυρίως γύρω από το ηθικό μέρος. Είναι επιλήψιμη η επιλογή κάποιου να αγοράσει το βιβλίο; Πώς κρίνεται η στάση του εκδοτικού οίκου; Οι υπεύθυνοι των εκδόσεων Λιβάνη, υπερασπιζόμενοι την επιλογή τους, εξέδωσαν μια ανακοίνωση στην οποία μεταξύ άλλων ανέφεραν: «Πιστεύουμε ότι πρέπει να φωτιστούν όλες οι πτυχές της ελληνικής ιστορίας σε κρίσιμες και αμφισβητούμενες ιστορικές περιόδους». Αυτό, έως ένα σημείο, ήταν το επιχείρημα όσων υποστήριξαν την έκδοση. Μήπως η ύπαρξη αυτού του βιβλίου μάς επιτρέπει να κοιτάξουμε πιο καθαρά τη δράση της «17 Νοέμβρη»; Μήπως δηλαδή είναι προτιμότερο να το διαβάσουμε και να το κρίνουμε από το να το αγνοήσουμε;

Απαντήσεις αναζητήσαμε συνομιλώντας με τρεις ανθρώπους που προσέφεραν στο διάλογο των προηγούμενων ημερών.

«Το βιβλίο αυτό είναι αναγκαίο, κατ’ αρχάς ως ιστορική μαρτυρία από έναν εν ζωή πρωταγωνιστή των γεγονότων. Οποιος αντιτίθεται στην έκδοσή του θα πρέπει να απαντήσει αν διαφωνεί με την επιστημονική έρευνα της ιστορίας με βάση τις πηγές και τις προσωπικές μαρτυρίες – και ιδίως για φαινόμενα όπως η ένοπλη πολιτική πάλη της μεταπολίτευσης, για την οποία οι απόπειρες ουσιαστικής προσέγγισης με επιστημονικούς όρους είναι ακόμη ελάχιστες. Το να πούμε ότι κάποιοι ήταν απλώς δολοφόνοι δεν αναιρεί την ανάγκη να μελετήσουμε τις συνθήκες που τους οδήγησαν σε αυτό.

Παναγιώτης Σωτήρης, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας

«Το ότι κάποιοι ήταν δολοφόνοι δεν αναιρεί την ανάγκη να τους μελετήσουμε»

Το βιβλίο είναι χρήσιμο και καλοδεχούμενο, γιατί βοηθάει να βγάλουμε συμπεράσματα για ένα ιστορικό και πολιτικό φαινόμενο, αλλά και γιατί προσφέρει μια εικόνα των διαφορετικών διαδρομών που ακολούθησε ο πολιτικός και κοινωνικός ριζοσπαστισμός της μεταπολίτευσης. Απαντά σε διαδεδομένους “μύθους” για την ένοπλη πολιτική πάλη (από την απόδοση των ενεργειών αυτών σε “πράκτορες” ή “προβοκάτορες” μέχρι τα διάφορα σενάρια για σχέσεις με το… ΠΑΣΟΚ κ.λπ.). Αναδεικνύει τον πολιτικό χαρακτήρα της δράσης αυτών των οργανώσεων, την αναφορά τους σε προτάγματα κοινωνικής χειραφέτησης, στοιχείο που η τρέχουσα εκδοχή “αντιτρομοκρατικής” νομοθεσίας αρνείται πεισματικά. Φοβάμαι ότι πίσω από τις κραυγές για “αιματοβαμμένο βιβλίο” λανθάνει η προσπάθεια αποσιώπησης των πολιτικών και κοινωνικών διαστάσεων και συνθηκών που οδήγησαν στη δράση των ένοπλων οργανώσεων στην Ελλάδα. Η αναγνώριση της σημασίας μιας τοποθέτησης προφανώς δεν σημαίνει και τη συμφωνία μαζί της. Αντίθετα, το βιβλίο αυτό επιτρέπει να γίνει συζήτηση και να ασκηθεί κριτική ως προς το ατελέσφορο αυτής της εκδοχής ατομικής πολιτικής βίας. Δείχνει ότι η λογική του “τιμωρού” που δρα εξ ονόματος των λαϊκών τάξεων, χωρίς να συμβάλλει στη δική τους αυτοτελή συλλογική δράση, ήταν μια αδιέξοδη απάντηση σε ένα πραγματικό πρόβλημα: την αδυναμία της Αριστεράς να είναι αυτό που επαγγελλόταν, ένα κίνημα αμφισβήτησης των κυρίαρχων κοινωνικών σχέσεων εξουσίας και εκμετάλλευσης.»

Αρετή Γεωργιλή, Ιδιοκτήτρια του βιβλιοπωλείου Free Thinking Zone

«Γιατί δεν πουλάμε Κουφοντίνα»

«Το Free Thinking Zone είναι ένα βιβλιοπωλείο θέσης και άποψης. Γι’ αυτό και όφειλα να τοποθετηθώ για το ζήτημα και να ενημερώσω ότι το βιβλίο του Δημήτρη Κουφοντίνα δεν θα πωλείται εδώ (σ.σ. η ενημέρωση έγινε μέσω ανάρτησης στο Facebook και μέσω μιας επιγραφής σε ράφι εντός του βιβλιοπωλείου με τα εξής λόγια: Αφιερώνουμε αυτό το σημείο προβολής στα βιβλία που θα έγραφαν τα θύματα του Δ. Κουφοντίνα. Δικαίωμα στην ελευθερία χωρίς δικαίωμα στη ζωή δεν μπορεί να υπάρξει).

Μας κατηγόρησαν για λογοκρισία, ότι αυτή η κίνηση είναι ένα βήμα πίσω για τη δημοκρατία. Μα εμείς διαλέξαμε το όνομα Free Thinking Zone επειδή εδώ θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα think tank, να προωθούμε τον πολιτισμένο διάλογο – ακόμη και ανάμεσα σε ανθρώπους με εντελώς διαφορετικές απόψεις. Αν ο Κουφοντίνας ήταν ελεύθερος, δεν θα τον καλούσαμε σε μια εκδήλωση στο βιβλιοπωλείο, γιατί έχει επιλέξει έναν άλλο δρόμο, που δεν είναι αυτός της πολιτισμένης συζήτησης. Πώς θα μπορούσαμε, λοιπόν, να φιλοξενήσουμε το βιβλίο του; Είναι καλό να κυκλοφορούν ελεύθερα τα πάντα, ας γράφει ο καθένας ό,τι θέλει και οι επιλογές κάθε εκδοτικού οίκου είναι σεβαστές, μόνο που δεν μπορούν να ταιριάζουν πάντα με το δικό μας μαγαζί. Υπάρχει μεγάλος εκδοτικός οίκος με τον οποίο δεν συνεργαζόμαστε καθόλου, επειδή τα βιβλία του τυχαίνει να μη μας ενδιαφέρουν. Από την πρώτη στιγμή που ανοίξαμε, είχαμε ως στόχο να προστατεύσουμε το ποιοτικό βιβλίο. Ενα παράδειγμα: από τις “Πενήντα αποχρώσεις του γκρι” (σ.σ. μπεστ σέλερ σεξουαλικού περιεχομένου) φέραμε μόνο ένα αντίτυπο, το βάλαμε δίπλα στον “Mέγα Ανατολικό” και σε όποιον μας το ζητούσε εμείς προτείναμε το βιβλίο του Εμπειρίκου.»

Πέτρος Τατσόπουλος, ανεξ. βουλευτής και συγγραφέας

«Ο αναγνώστης είναι εξίσου υπεύθυνος»

«Δεν θεωρώ ότι θα έπρεπε να απαγορευτεί το βιβλίο ή ότι δεν θα έπρεπε να επιτρέπεται στον Κουφοντίνα να γράφει. Αυτό που αναρωτιέμαι είναι γιατί εμείς αγοράζουμε τέτοια βιβλία. Πίσω από αυτό και από πολλά άλλα παρόμοια υπάρχει ένα νοσηρό, ανομολόγητο τρίγωνο: ο συγγραφέας, ο εκδότης και ο αναγνώστης. Και οι τρεις κάνουν μια φαουστική συμφωνία με τον διάβολο. Ο μεν συγγραφέας (το ίδιο ισχύει και για τους συγγραφείς των προκηρύξεων) λέει: Δολοφονώ για να με δημοσιεύσετε. Η πραγματική αξία δεν ενυπάρχει στα γραπτά του, αλλά στην επένδυσή του με τις δολοφονίες. Είναι σαν να λέει: Αν δεν δολοφονούσα, δεν θα με δημοσιεύατε, θα κερδίσω την προσοχή σας με το να σκοτώνω. Ο εκδότης αποδέχεται αυτήν τη σύμβαση: Σε δημοσιεύω επειδή σκότωσες. Η ελευθερία του Τύπου και η ενημέρωση της κοινής γνώμης είναι προφάσεις εν αμαρτίαις: το δέλεαρ ήταν ότι σκότωσες και ότι αυτό θα έχει εμπορικό αντίκρισμα. Εχω διατελέσει και σύμβουλος εκδόσεων και ξέρω πώς λειτουργεί ο χώρος. Και, τέλος, υπάρχει ο αναγνώστης. Είναι εξίσου υπεύθυνος, καθώς καθορίζει τις επιλογές του εκδότη. Είναι σαν να λέει: Σε διαβάζω επειδή σκότωσες. Οσο για την πρόταση που ακούστηκε να δοθούν τα έσοδα του βιβλίου σε συγγενείς θυμάτων της “17 Νοέμβρη”, δεν δίνει απάντηση στο ηθικό ερώτημα. Το ζήτημα δεν είναι ποιος θα πάρει τα λεφτά. Αυτό που θα μπορούσε να γίνει θα ήταν το ίδιο το κοινό να απεγκλωβιστεί από τη μακάβρια στάση να ενδιαφέρεται για το πώς ένας δολοφόνος δολοφονεί τα θύματά του.»

Στη Γερμανία απαγορεύεται "Ο Αγών μου"

Το πλέον «ματωμένο» βιβλίο της παγκόσμιας εκδοτικής ιστορίας, το προπαγανδιστικό μανιφέστο «Ο Αγών μου» του Αδόλφου Χίτλερ, κυκλοφορεί κανονικά στις περισσότερες χώρες του κόσμου (στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Κάκτος) και μπορεί κανείς πολύ εύκολα να το προμηθευτεί και σε ηλεκτρονική μορφή. Στη Γερμανία, όμως, κυκλοφορούν μόνο αντίτυπα που εκδόθηκαν πριν από το 1945. Το κρατίδιο της Βαυαρίας, που διαχειρίζεται τα δικαιώματα του βιβλίου, έχει απαγορεύσει την ανατύπωσή του. Ωστόσο, από το 2016, με τη συμπλήρωση 70 ετών από το θάνατο του Χίτλερ, τα δικαιώματα απελευθερώνονται και ήδη ετοιμάζονται νέες εκδόσεις με κριτικά σχόλια, με σκοπό την απομυθοποίηση της «Βίβλου του ναζισμού».  

Το ποιο βιβλίο, πάντως, θεωρείται «ματωμένο» μπορεί να προκαλέσει μεγάλη συζήτηση. Είναι αυτό που περιγράφει ένα έγκλημα, αυτό που μπορεί να οδηγήσει στο έγκλημα ή αυτό που είναι γραμμένο από έναν εγκληματία; Γιατί είναι διαφορετικό ένα βιβλίο όπου περιγράφονται δολοφονίες από ένα άλλο όπου εκφράζεται μια πολιτική θέση, όσο ακραία κι αν είναι. Για παράδειγμα, μπορούμε να θεωρήσουμε «ματωμένο» το «Everybody Talks about the Weather… We don’t» της Ουλρίκε Μάινχοφ, το οποίο μάλιστα προλογίζει η Αυστριακή νομπελίστρια Ελφρίντε Γέλινεκ; Από τα μέλη των Ερυθρών Ταξιαρχιών στην Ιταλία έχουν κυκλοφορήσει αρκετά βιβλία, τα περισσότερα με σοβαρό πολιτικό περιεχόμενο, όπως το «Τι είναι οι Ερυθρές Ταξιαρχίες» (εκδόσεις Τυποεκδοτική) του Αλμπέρτο Φραντσεσκίνι.

Αναφέρουμε και το πλέον κλασικό «Εγχειρίδιο του αντάρτη πόλεων» (εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος), που έγραψε το 1969 ο Βραζιλιάνος Κάρλος Μαρινγκέλα, επηρεάζοντας δεκάδες κινήματα σε όλο τον κόσμο.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή