Λιγότερη κατανάλωση, λιγότερα απορρίμματα

Λιγότερη κατανάλωση, λιγότερα απορρίμματα

4' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αυτό που συμβαίνει με τα σκουπίδια στη χώρα μας θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει αντικείμενο μιας έρευνας συλλογικής αυτογνωσίας. Διότι το πόσα σκουπίδια παράγει ο κάτοικος κάθε χώρας θεωρείται διεθνώς ένας πολύ σημαντικός οικονομικός δείκτης. Δείτε, λοιπόν, τι έγινε την τελευταία πενταετία. Το 2009 οι Ελληνες φιγουράραμε άνετοι και ανέμελοι στις πρώτες θέσεις των πολιτών της Ευρώπης που παρήγαγαν τα περισσότερα σκουπίδια. Και χωρίς να το πολυκαταλάβουμε μέσα σε 5 χρόνια περιορίσαμε τα απορρίμματά μας κατά το ένα τρίτο (!) διεκδικώντας τα ακριβώς αντίθετα πρωτεία.

Είναι πραγματικά εντυπωσιακό να δει κανείς τους πίνακες που εξασφάλισε η «Κ» από την Περιφέρεια Αττικής. Ενώ το 2009 καθένας από μας πέταξε στον κάδο του σπιτιού του 641 κιλά σκουπίδια, πέρυσι κατάφερε να τα περιορίσει σε 427 κιλά. Με απλά λόγια, ενώ το 2009 καθένας από μας παρήγαγε σε καθημερινή βάση 1,75 κιλά σκουπίδια πέρυσι τα μείωσε σε 1,19 κιλά.

Η εντυπωσιακή αυτή μείωση είναι προφανές, βέβαια, ότι σχετίζεται με τις περικοπές που επέβαλε η κρίση στη ζωή κάθε οικογένειας. Αν θέλουμε, ωστόσο, να είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας, είναι επίσης προφανές ότι η πρωτοφανής μείωση σκουπιδιών που πετύχαμε (32% σε 5 χρόνια) είναι και αποτέλεσμα του δραστικού περιορισμού της αλόγιστης σπατάλης του μέσου ελληνικού νοικοκυριού. Μην κρυβόμαστε. Η κρίση είναι αυτή που μας έκανε για πρώτη φορά να συγκρίνουμε τις τιμές των προϊόντων και περιορίσουμε τις ποσότητες που αγοράζαμε αδιαφορώντας για το αν θα προλάβουμε να τις καταναλώσουμε.

Με αυτήν την οπτική έχει ενδιαφέρον να δει κανείς και τα επιμέρους στοιχεία για το πώς μείωσαν τα σκουπίδια τους οι κάτοικοι της Αττικής. Διότι αν κάτι προκύπτει ως συμπέρασμα δεν είναι μόνον ότι η ποσότητα των σκουπιδιών που παράγει κανείς βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με το εισόδημά του. Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι ότι η ποσοστιαία μείωση των σκουπιδιών εμφανίζεται συχνά μεγαλύτερη στις κατά τεκμήριο φτωχότερες περιοχές απ’ ό,τι στις ακριβότερες. Για παράδειγμα, ο μέσος κάτοικος Ψυχικού και Φιλοθέης που το 2010 παρήγαγε 706 κιλά σκουπίδια, ακόμη και πέρυσι δεν τα περιόρισε παρά μόλις κατά 16%. Ενώ ο μέσος Περιστεριώτης, που το 2010 παρήγαγε 678 κιλά σκουπίδια, το 2013 τα μείωσε κατά 38%. Αντιστοίχως δεν είναι προφανώς τυχαίο ότι πρωταθλητές στον εν λόγω πίνακα αναδεικνύονται οι Κηφισιώτες και οι κάτοικοι της Βουλιαγμένης, της Βούλας και της Βάρης, οι οποίοι ακόμη και πέρυσι παρήγαγαν από 655 κιλά σκουπίδια, ενώ στον αντίποδα, με μόλις τη μισή… σκουπιδοπαραγωγή, θα βρει κανείς τους δημότες του Γαλατσίου, του Ζωγράφου, της Πετρούπολης και του Περάματος.

Πέραν, ωστόσο, των επιμέρους αυτών στοιχείων που κατ’ εξοχήν προσφέρονται για τοπικιστικούς εντυπωσιασμούς, υπάρχει κι ένα ευρύτερο που μένει να επιβεβαιωθεί όταν η Περιφέρεια Αττικής επεξεργαστεί και τα στοιχεία για το 2014. Βάσει των πρώτων ενδείξεων, τη χρονιά που διανύουμε για πρώτη φορά δεν καταγράφεται περαιτέρω μείωση των σκουπιδιών που συνολικά παράγουμε, ενώ σε ορισμένες περιοχές και κάποιους μήνες παρατηρείται σταθεροποίηση στα επίπεδα του 2013 ή και σχετική αύξηση.

Η ένδειξη αυτή, με την αίρεση ότι θα επαληθευθεί, θα έχει βέβαια και αυτονόητη πολιτική σημασία, καθώς, ο όγκος των σκουπιδιών και οι ετήσιες μεταβολές του διεθνώς αναγνωρίζονται ως σημαντικότατος οικονομικός δείκτης. Περίοδοι ύφεσης είναι ευνόητο ότι συνοδεύονται με μείωση απορριμμάτων εν αντιθέσει με τις περιόδους ανάκαμψης στις οποίες τα σκουπίδια αυξάνονται. Κατόπιν τούτων αναμένονται, βέβαια, με αγωνία τα στοιχεία για το 2014, για να δούμε αν η σκουπιδοπαραγωγή μας ανεστράφη. Αν δηλαδή θα αποδειχθεί ότι το 2013 ήταν η χειρότερη χρονιά και ότι η περίοδος που έρχεται αν μη τι άλλο δεν θα είναι χειρότερη από αυτή που προηγήθηκε.

Οι οικονομολόγοι, ωστόσο, που παρακολουθούν στενά τον συγκεκριμένο δείκτη, μάς συστήνουν να μη βιαζόμαστε να βγάλουμε συμπεράσματα από τα σκουπίδια μας. Δεν αρνούνται ότι ο μόνος τρόπος να πάρει μπρος η οικονομία είναι να αρχίσουμε και πάλι να καταναλώνουμε. Αλλά αναρωτιούνται μήπως οι πρώτες θετικές ενδείξεις για το 2014 απλά δείχνουν ότι αρκετοί Ελληνες μπαϊλντισμένοι από την κρίση αντιδρούν με το «η φτώχεια θέλει καλοπέραση» και άρχισαν και πάλι να αγοράζουν περισσότερα απ’ όσα χρειάζονται.

Η νεοελληνική παραδοξότητα

Οποιος ψάξει την ιστορία με τα σκουπίδια θα χαμογελάσει πικρά ανακαλύπτοντας και διάφορες παραμέτρους που αναδεικνύουν τη λεγόμενη νεοελληνική παραδοξότητα. Για παράδειγμα μέχρι το 2009 η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα της Ε.Ε. που δεν ζύγιζε (άρα δεν ήξερε καν) πόσα σκουπίδια παράγει κατ’ έτος. Στους δε συγκεντρωτικούς πίνακες που δημοσιεύονταν από την Ε.Ε., η χώρα μας εμφανιζόταν πάντα τελευταία, διότι απλούστατα η Αθήνα έκρυβε τα σκουπίδια της για να αποφεύγει και τα πρόστιμα για το πού τα εναποθέτει. Εν ολίγοις, ο μόνος λόγος που είμαστε σε θέση έστω σήμερα να γνωρίζουμε ότι την τελευταία πενταετία πετύχαμε τόσο σημαντική μείωση είναι γιατί από το 2009 υποχρεωθήκαμε να τοποθετήσουμε πλατφόρμες ζυγίσματος των σκουπιδιών μας, όπως έχουν όλες οι πολιτισμένες χώρες.

Μια άλλη -εξίσου θλιβερή- πτυχή του φακέλου «σκουπίδια» είναι το τι συμβαίνει με την ανακύκλωση. Οχι μόνο γιατί η χώρα μας εξακολουθεί και βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ε.Ε. Η Ελληνική Εταιρεία Αξιοποίησης και Ανακύκλωσης που ελέγχει τους μπλε κάδους διαπιστώνει και εκείνη τεράστια μείωση (της τάξεως του 33%) στα σκουπίδια που ξεχωρίζουν οι πολίτες προσβλέποντας στην ανακύκλωσή τους. Στελέχη της, ωστόσο, αποδίδουν την πρωτόγνωρη μείωση που συντελέστηκε μεταξύ του 2008 και του 2013 κυρίως στα παράνομα κυκλώματα που δρουν ανέλεγκτα υποκαθιστώντας την.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή