«Το τραύμα του Αουσβιτς δεν σβήνει»

«Το τραύμα του Αουσβιτς δεν σβήνει»

5' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ρεπορτάζ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ENRI CANAJ

Ο Ισαάκ Μιζάν σηκώνει το αριστερό του μανίκι και αποκαλύπτει στο χέρι του τον αριθμό 182641. Πριν από 70 χρόνια αυτό το νούμερο ήταν το όνομά του. Εφηβος ακόμη, είχε σταλεί μαζί με την οικογένειά του στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της ναζιστικής Γερμανίας. Η πρώτη στάση του ήταν στο Αουσβιτς – Μπίρκεναου. «Τα πρώτα χρόνια, όταν επέστρεψα στην Αθήνα, φορούσα μακρυμάνικο πουκάμισο στο τραμ, γιατί δεν ήθελα να βλέπουν το νούμερο», λέει. Εχει παράπονο που άργησε, όπως κι άλλοι επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος, να μοιραστεί τις εμπειρίες του. «Γιατί; Δεν ξέρω γιατί. Ισως από φόβο», λέει.

Ο κ. Μιζάν άρχισε να διηγείται τις εμπειρίες του στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Περίπου τέσσερις δεκαετίες μετά την απελευθέρωσή του. Οποτε τον βαστούν τα πόδια του ο 87χρονος επισκέπτεται σχολεία και μιλάει σε μαθητές είτε τους υποδέχεται στο Εβραϊκό Μουσείο Ελλάδος.

«Το τραύμα του Αουσβιτς δεν σβήνει»-1

Φωτογραφία από επίσκεψή του το 2013 σε Γυμνάσιο της Μεσσηνίας.

Σήμερα, λιγοστοί ακόμη επιζήσαντες μιλούν σαν κι αυτόν. Αρκετοί το αποφεύγουν είτε λόγω της εύθραυστης υγείας τους είτε γιατί δεν μπορούν να διαχειριστούν το βάρος των αναμνήσεων. Μια γυναίκα που επέζησε από το Αουσβιτς είπε στην «Κ» ότι προτιμά να μην ανακαλεί εκείνη την περίοδο γιατί μετά υποφέρει για τρεις ημέρες.

«Το τραύμα του Ολοκαυτώματος στην Ελλάδα άργησε όπως και σε όλη την Ευρώπη να αφηγηματοποιηθεί, δεν μπορούσε να γίνει αμέσως ιστορία», λέει στην «Κ» ο ιστορικός Ιάσονας Χανδρινός. «Μετά το τέλος του πολέμου προείχε γι' αυτούς τους ανθρώπους να φτιάξουν τη ζωή τους. Να ξεχάσουν την τραγωδία που είχε μόλις τελειώσει». Χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου, όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα δείγματα αμφισβήτησης, άγνοιας ή άρνησης του Ολοκαυτώματος οι επιζήσαντες αρχίζουν να μιλούν.

Τελετή μνήμης

Την περασμένη Τρίτη συμπληρώθηκαν 70 χρόνια από την απελευθέρωση του Αουσβιτς. Περίπου 300 επιζήσαντες επισκέφθηκαν το στρατόπεδο. Ο κ. Μιζάν ήθελε να παρευρεθεί. Θα ήταν η πρώτη φορά που θα επέστρεφε στον τόπο μαρτυρίου του. Επέλεξε όμως να στείλει τον γιο του. «Το τραύμα δεν σβήνει», λέει. Το βράδυ είδε συγκινημένος στο σπίτι της κόρης του φωτογραφίες από την τελετή μνήμης.

Την επομένη τον συναντήσαμε στο σπίτι του. Φορούσε ένα κασκέτο για να μην κρυώνει και κινιόταν στο σαλόνι με αργό βήμα. Κουβαλούσε σε δύο φακέλους αφιερώσεις μαθητών έπειτα από ομιλίες του σε σχολεία. Ενας από αυτούς του έγραψε: «Είστε πολύ τυχερός που γλιτώσατε τον βίαιο θάνατο και μας δίνετε αυτήν τη μαρτυρία».

«Το τραύμα του Αουσβιτς δεν σβήνει»-2

Αφιερώσεις μαθητών Γυμνασίου στον κ. Μιζάν μετά από επίσκεψη στο σχολείο τους.

Το «ταξίδι» του κ. Μιζάν προς το κολαστήριο του Αουσβιτς ξεκίνησε μ’ ένα χτύπημα των γερμανικών δυνάμεων κατοχής στην πόρτα του σπιτιού του, στην Αρτα. «Φιλοξενούσαμε ένα λοχαγό του αλβανικού μετώπου που είχε περάσει στο αντάρτικο. Νομίζαμε ότι είχαν έρθει για να συλλάβουν αυτόν και τον κρύψαμε στο πατάρι», λέει. Οι στρατιώτες, όμως, είχαν έρθει για τον ίδιο και την οικογένειά του. Με μια ενδιάμεση στάση στο Αγρίνιο τους έστειλαν στο Ρουφ, στην Αθήνα. Από εκεί επιβιβάστηκαν μαζί με άλλα μέλη της εβραϊκής κοινότητας στα βαγόνια που τους οδήγησαν στο Αουσβιτς.

«Το Ολοκαύτωμα στήθηκε από τους Γερμανούς ως ένα θεατρικό σκηνικό», λέει ο κ. Χανδρινός. «Από τη δημοσίευση των πρώτων αντισημιτικών μέτρων μέχρι τη στιγμή που οι αμαξοστοιχίες περνούν τις πύλες των στρατοπέδων συγκέντρωσης υπάρχει ένα σκηνικό παραπλάνησης. Οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν πού κατευθύνονται». Στη Θεσσαλονίκη μάλιστα και μέσω του κατοχικού Τύπου είχε διαδοθεί ότι οι Εβραίοι της πόλης θα μετοικήσουν στην Πολωνία και κάποια στιγμή θα επιστρέψουν. Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης ήταν οι μόνοι που πήγαν στο Αουσβιτς με σιδηροδρομικό εισιτήριο. Πλήρωσαν για να σταλούν στο θάνατο.

«Μόλις φτάσαμε μας χώρισαν σε ικανούς και μη για εργασία», λέει ο κ. Μιζάν. Θυμάται κάποιες νεαρές να πιάνουν τα ανίψια τους και να παριστάνουν ότι ήταν παιδιά τους. Θεωρούσαν ότι θα τύχαιναν έτσι καλύτερης μεταχείρισης. «Πήγαν όμως κατευθείαν στα κρεματόρια», λέει. «Τους υπόλοιπους μας έστειλαν στο Μπίρκεναου. Μας έβαλαν σε μια αίθουσα γυμνούς και όρθιους όλη τη νύχτα. Την επομένη άρχισαν να μας κουρεύουν και μας έβαλαν το νούμερο και τη ριγέ στολή».

Στο Μπίρκεναου

Στο στρατόπεδο το εγερτήριο ήταν στις πέντε το ξημέρωμα και το φαγητό ελάχιστο. Μια κούπα τσάι το πρωί για όσους προλάβαιναν και νερό για τους υπόλοιπους. Ο 16χρονος Αρτινός είχε χωριστεί από την οικογένειά του. «Ημουν πολύ δυνατός και δούλευα. Οταν έρχονταν τα φορτηγά να αδειάσουμε τα τσιμέντα, ενώ όλοι έπαιρναν ένα σακί εγώ έπιανα δύο. Δεν ξέρω γιατί το έκανα. Δεν θα μου έδιναν περισσότερο φαγητό γι’ αυτό», λέει. Κάθε τόσο γινόταν διαλογή των αιχμαλώτων. «Μας έλεγαν να γδυθούμε, περνούσε ένας Γερμανός και κοιτούσε πόσο κρέας είχαμε πάνω μας. Εάν είμαστε ακόμα ικανοί προς εργασία», λέει.

«Το τραύμα του Αουσβιτς δεν σβήνει»-3

Φωτογραφία από το Αουσβιτς με υποσιτισμένους κρατούμενους. (Πηγή: Αρχείο ΑΠΕ)

Οσοι δεν άντεχαν την κόπωση κατέληγαν στους θαλάμους αερίων. «Πριν από τη μεταφορά τους στους φούρνους έκοβαν τα μαλλιά των γυναικών και έβγαζαν τα χρυσά τους δόντια», θυμάται ο κ. Μιζάν. Δύο ξαδέρφια του εξαναγκάζονταν, με τις ομάδες αιχμαλώτων που αποκαλούνταν «ζοντερκομάντο», να μεταφέρουν τους νεκρούς. «Μου έλεγαν ότι μεταξύ των ανδρών έβαζαν δύο μωρά για να γίνεται πιο γρήγορα η καύση», λέει. Χρόνια μετά την απελευθέρωσή του βρέθηκε σ’ ένα καφενείο της Αρτας με κάποιον Εβραίο συντοπίτη του που εργάστηκε ως «ζοντερκομάντο». Μας δείχνει μια ασπρόμαυρη φωτογραφία. «Αυτός εδώ», λέει. «Τον συνάντησα μια φορά, αλλά δεν είπαμε λέξη για το Άουσβιτς».

«Το νούμερο είναι τίτλος τιμής»

Μετά το Αουσβιτς – Μπίρκεναου, ο Ισαάκ Μιζάν στάλθηκε σε άλλα στρατόπεδα, στο εσωτερικό της Γερμανίας. Ενα μήνα πριν από την απελευθέρωσή του βρέθηκε στο Μπέργκεν – Μπέλσεν. «Ηταν στρατόπεδο εξόντωσης, θανάτου», λέει. «Να φανταστείτε πως ούτε τροφή είχαμε και βάζαμε τα πτώματα για μαξιλάρι».

Το 86% του εβραϊκού πληθυσμού της Ελλάδας αφανίστηκε στο Ολοκαύτωμα. Ο κ. Μιζάν ελευθερώθηκε από Αγγλους και επέστρεψε στην Ελλάδα τον Αύγουστο του 1945. Μαζί του γλίτωσε και μία αδερφή του. Αλλες τρεις αδερφές του, οι γονείς του και συγγενείς δεν επιβίωσαν.

Ακόμα και σήμερα ο κ. Μιζάν νιώθει πικρία για τους συμπολίτες του εκείνα τα χρόνια στην Αρτα που δεν τους προειδοποίησαν. Λέει ότι στο πατάρι που κρύψανε τον αντάρτη χωρούσαν άνετα και αυτός και οι αδερφές του. Σκέφτεται ότι στη διαδρομή από το Αγρίνιο προς την Αθήνα θα μπορούσαν οι αντάρτες να επέμβουν και να τους απελευθερώσουν. «Θα υπήρχαν όμως μετά αντίποινα από τους Γερμανούς», λέει. Θα μπορούσε και ο ίδιος στην Αρτα και στην Αθήνα να ξεφύγει, είχε ευκαιρίες όπως θυμάται. Επέλεξε όμως να μείνει με την οικογένειά του. Οπως έχει επιλέξει εδώ και χρόνια να μην κρύβει το νούμερο στο χέρι του. «Αυτό είναι τίτλος τιμής για μένα, νεαρέ μου», λέει.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή