Τα όρια της εθνικής κυριαρχίας

Τα όρια της εθνικής κυριαρχίας

3' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τ​​ι κοινό έχει η κρίση του ευρώ με την προσφυγική/μεταναστευτική κρίση που τη διαδέχθηκε στο επίκεντρο της παγκόσμιας επικαιρότητας; Και οι δύο αποτελούν συμπτώματα μιας κοινής διαδικασίας, εκδοχές ενός φαινομένου που έγινε γνωστό ως «παγκοσμιοποίηση». Βασική του επίπτωση είναι η βαθμιαία διάβρωση της εθνικής κυριαρχίας, επομένως και του έθνους-κράτους, του κοινωνικοπολιτικού δηλαδή μορφώματος που κυριαρχεί στον σύγχρονο κόσμο, από τότε που αντικατέστησε τις απολυταρχικές μοναρχίες και τις πολυεθνικές αυτοκρατορίες που προηγήθηκαν.

Η άμεση αντίδρασή μας απέναντι στο γεγονός αυτό είναι αμυντική. Είμαστε όλοι παιδιά του έθνους-κράτους. Η Ελλάδα βρέθηκε στη πρωτοπορία της ανόδου του, στις απαρχές του 19ου αιώνα, ενώ επένδυσε συστηματικά και με επιτυχία στην εθνική διαπαιδαγώγηση, πλάθοντας έτσι μια ισχυρή εθνική ταυτότητα. Ομως, οι σαρωτικές τεχνολογικές αλλαγές της τελευταίας εικοσαετίας έχουν αυξήσει την ταχύτητα και την ευκολία με την οποία ιδέες, άνθρωποι και κεφάλαια μετακινούνται ανά τον κόσμο, με αποτέλεσμα την απώλεια της κυριαρχίας των κρατών. Ενα κράτος δίχως δικό του νόμισμα και έλεγχο των συνόρων του δεν είναι και τόσο κυρίαρχο. Η εξέλιξη είναι αναπόφευκτη.

Τι προοπτικές υπάρχουν; Ας εξετάσουμε τρεις δυνατότητες. Η πρώτη είναι η άμυνα και οι μάχες οπισθοφυλακής, μια στάση καταδικασμένη σε αποτυχία. Ποιος μπορεί να αγνοήσει το μέλλον; Ο δεύτερος είναι η ακινησία και η παράλυση, λόγω αδυναμίας αντίστασης και προσαρμογής. Προφανώς εξίσου θνησιγενής με την προηγούμενη, αφού ακολουθούν η πολιτική οπισθοδρόμηση και η οικονομική παρακμή.

Μένει ο δρόμος της προσαρμογής. Ομως, για τι είδους προσαρμογή μιλάμε; Πολύ χοντρικά πρόκειται για μια διαδικασία που οδηγεί στη δημιουργία μεγαλύτερων και πιο χαλαρών κρατικών οντοτήτων, αναλόγων με τις Ηνωμένες Πολιτείες ή με το μόρφωμα στο οποίο επιχειρεί να μετεξελιχθεί η Ευρωπαϊκή Ενωση. Μιλάμε για μορφώματα με σχετική συνοχή και μια χαλαρή κεντρική ταυτότητα, αλλά με συνύπαρξη διαφορετικών ομάδων στη βάση της ανεκτικότητας και της αποδοχής μεγαλύτερων πολιτισμικών διαφορών απ’ αυτές που αποδέχονται τα περισσότερα σημερινά κράτη. Με άλλα λόγια, ομόσπονδες πολυπολιτισμικές κοινότητες.

Το ότι βαθμιαία κατευθυνόμαστε προς τα κει δεν σημαίνει απαραίτητα πως ο δρόμος είναι εύκολος, ούτε η κατάληξη εξασφαλισμένη ή δεδομένη. Κάθε άλλο. Ας πάρουμε το παράδειγμα των προσφύγων και μεταναστών.

Η κατανόηση και η αποδοχή του ανθρώπινου αυτού δράματος είναι αναγκαία όσο και αυτονόητη. Ομως δεν πρέπει να παραβλέπουμε πως, στην πράξη, ο ανθρωπισμός και οι καλές προθέσεις τελειώνουν εκεί όπου ξεκινούν τα μεγάλα διλήμματα. Γνωρίζουμε πως τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα φτωχοποιούν τα ασθενέστερα οικονομικά τμήματα των αυτόχθονων πληθυσμών, ενώ οι πολιτισμικές διαφορές που προκύπτουν καταλήγουν σε μεγάλες πολιτικές διαιρέσεις, στρέφοντας τους μεν σε ακροδεξιά πολιτικά κινήματα και τους δε σε υπερσυντηρητικά κινήματα πολιτισμικής καθαρότητας και αυτοαπομόνωσης. Πάντοτε, η ενσωμάτωση νέων πληθυσμών με έντονες πολιτισμικές διαφοροποιήσεις απαιτεί δεκαετίες. Εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς τις επερχόμενες συγκρούσεις μεταξύ των εκκοσμικευμένων πληθυσμών της Δυτικής Ευρώπης με πληθυσμούς που έχουν εντελώς διαφορετική σχέση με τη θρησκεία τους. Τα πρόσφατα κρούσματα ισλαμιστικής τρομοκρατίας στη Δυτική Ευρώπη με φορείς τα παιδιά των μεταναστών της προηγούμενης γενιάς, αλλά και η εμφάνιση μιας εγχώριας αντιδραστικής τρομοκρατίας, π.χ. τύπου Μπρέιβικ στη Νορβηγία, αποτελούν ίσως πρόγευση των μεγάλων προκλήσεων που μας περιμένουν. Το δυστοπικό μέλλον που περιγράφει ο Γάλλος συγγραφέας Michel Houellebecq στο τελευταίο του βιβλίο μπορεί να φαντάζει ακραίο, είναι όμως απίθανο;

Τι μπορεί να κάνει μια μικρή χώρα σαν την Ελλάδα μπροστά σε τέτοιες τεκτονικές αλλαγές; Το πρώτο και βασικότερο είναι να απομακρυνθούμε από τις ψευδαισθήσεις μας και να αποδεχθούμε την πραγματικότητα έτσι όπως είναι. Με τον τρόπο αυτό θα αποφύγουμε επιλογές εκ των προτέρων καταδικασμένες στην αποτυχία. Πρέπει επίσης να ξανασκεφτούμε τα μεγάλα μας εθνικά αφηγήματα, τόσο στη δεξιά όσο και στην αριστερή τους εκδοχή, γιατί συνδυάζουν μια πολύ πεπερασμένη και περιορισμένη αντίληψη της ταυτότητάς μας με μια έντονη αυτοθυματοποίηση. Είναι ακόμη ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε πως άλλο ανθρωπιστική αντιμετώπιση των μεταναστών και άλλο μεταναστευτική πολιτική. Ας εγκαταλείψουμε, επιτέλους, τη ροπή προς έναν κενό ανθρωπιστικό βερμπαλισμό συνδυασμένο με εύκολους αφορισμούς για τη στάση της Ευρώπης. Αντίθετα, είναι επιτέλους η ώρα να αναγνωρίσουμε και να διορθώσουμε τη μικρόψυχη και άδικη στάση μας απέναντι στην προηγούμενη γενιά μεταναστών που δούλεψε σκληρά στη χώρα μας, και κυρίως στα παιδιά της που είναι συμπατριώτες μας δίχως να είναι ακόμη Ελληνες πολίτες, αποφεύγοντας συγχρόνως να επαναλάβουμε τα ίδια σφάλματα απέναντι στην καινούργια γενιά μεταναστών.

Τέλος, θα πρέπει να διεκδικήσουμε ενεργά την άρθρωση, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τολμηρών και ρηξικέλευθων προτάσεων, αναγνωρίζοντας πως έχουμε την τύχη να βρισκόμαστε στο στρατόπεδο των πλούσιων, ελεύθερων και ειρηνικών κοινωνιών που θεωρούν πρότυπο οι άνθρωποι εκείνοι που δεν είχαν την ίδια τύχη με μας. Ετσι μόνο θα τους καταστήσουμε συμμέτοχους στην προσπάθεια για τη βελτίωση των κοινωνιών μας.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητήςΠολιτικής Επιστήμης στο πανεπιστήμιο Yale.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή