Μήνυμα για πολιτική σταθερότητα και συναίνεση από τον Γ. Στουρνάρα

Μήνυμα για πολιτική σταθερότητα και συναίνεση από τον Γ. Στουρνάρα

4' 53" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σαφές μήνυμα ότι απαιτείται πολιτική σταθερότητα και συναίνεση από όλες τις πολιτικές δυνάμεις που στηρίζουν την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας έστειλε χθες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), Γ. Στουρνάρας, μέσω της Ενδιάμεσης Εκθεσης Νομισματικής Πολιτικής για το 2015. Μάλιστα, ο κ. Στουρνάρας κάνει ιδιαίτερη αναφορά στον ρόλο της Βουλής, επισημαίνοντας ότι θα πρέπει να συνεχίσει να στηρίζει την προσπάθεια σωτηρίας της οικονομίας, που ξεκίνησε το 2010. Παράλληλα, ζητεί η προσαρμογή που έχει απομείνει να μη στηριχθεί σε αυξήσεις φόρων και εισφορών, ενώ εκτιμά ότι η οικονομία μπορεί να ανακάμψει στο δεύτερο μισό του 2016.

«Η διαμόρφωση κλίματος πολιτικής σταθερότητας και συναίνεσης είναι ο ακρογωνιαίος λίθος για την επιστροφή στην οικονομική και χρηματοπιστωτική κανονικότητα» επισημαίνει ο διοικητής της ΤτΕ και προσθέτει πως «μόνο η πλήρης αποκατάσταση κλίματος εμπιστοσύνης, η επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων, η αξιοποίηση της ακίνητης κρατικής περιουσίας και η πραγματοποίηση σημαντικών επενδύσεων μπορούν να οδηγήσουν σε υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης». Υποστηρίζει, δε, πως η πολιτική σταθερότητα και η συναίνεση θα επιτρέψουν την «απρόσκοπτη εφαρμογή των όρων της συμφωνίας και θα διευκολύνουν τη διαπραγμάτευση για την ελάφρυνση του χρέους».

Επίσης, ο κ. Στουρνάρας χαρακτηρίζει «αυτονόητο» ότι η Βουλή, που στηρίζει από το 2010 μέχρι σήμερα την προσπάθεια προσαρμογής, «θα πρέπει να συμβάλει στην ολοκλήρωση του νομοθετικού έργου που υλοποιεί τη Σύμβαση, τη στιγμή μάλιστα που το μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής έχει ήδη επιτευχθεί από το 2010 μέχρι σήμερα και απομένει ένα μικρό μόνο μέρος».

Σε ό,τι αφορά το μέρος της προσαρμογής που απομένει να γίνει, ο διοικητής της ΤτΕ αναφέρει ότι «δεν πρέπει να γίνει με αύξηση φορολογικών συντελεστών ή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης που θίγουν την ανταγωνιστικότητα, την ανάπτυξη και τις θέσεις απασχόλησης». Αντ’ αυτού, προτείνει να δοθεί έμφαση «στη μείωση των μη παραγωγικών δαπανών του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, στη μείωση των φορολογικών δαπανών με την κατάργηση των εναπομενουσών εξαιρέσεων από τις γενικές διατάξεις της φορολογίας και της κοινωνικής ασφάλισης και στην πραγματοποίηση ιδιωτικοποιήσεων, ιδιαίτερα μέσω της αξιοποίησης της αδρανούσας ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου». Η μείωση των μη παραγωγικών δαπανών του ευρύτερου δημόσιου τομέα μπορεί να προέλθει κατά την ΤτΕ από την αξιολόγηση των δομών του Δημοσίου, την αναγκαιότητα ύπαρξης των εκατοντάδων φορέων που εποπτεύονται από το Δημόσιο και τη δυνατότητα μεταφοράς προσωπικού είτε σε τομείς αιχμής (όπως π.χ. σε ελεγκτικούς μηχανισμούς), είτε εκεί όπου υπάρχουν σημαντικές ανάγκες (π.χ. φύλακες σε μουσεία), αυξάνοντας έτσι τη συνολική παραγωγικότητα του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

Σε ό,τι αφορά την πορεία της οικονομίας, ο κ. Στουρνάρας αναφέρει ότι η ανάκαμψη του 2014 ανακόπηκε από την παρατεταμένη αβεβαιότητα από τα τέλη του προηγούμενου έτους. Εκτιμά, πάντως, ότι θα μπορούσε η οικονομία να ανακάμψει από το δεύτερο μισό του 2016 και μετά. Σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, η ταχύτερη ανάκαμψη και η επίτευξη διατηρήσιμης ανάπτυξης στο μέλλον απαιτεί:

1. Την αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

2. Την ταχεία εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και της ανταγωνιστικότητας.

3. Την υιοθέτηση δράσεων για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας που θα μειώσουν την ανεργία (κυρίως μέσω βραχυχρόνιων ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης).

4. Τη διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, όπως προβλέπεται στη συμφωνία.

5. Την ανάληψη δράσεων για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημοσίου τομέα (εκσυγχρονισμός φορολογικής διοίκησης).

6. Την ενίσχυση της ικανότητας του δημόσιου τομέα να εφαρμόσει τις διαρθρωτικές αλλαγές που απαιτούνται, με τη βελτίωση και απλοποίηση του θεσμικού περιβάλλοντος.

7. Την αύξηση των επενδύσεων, έτσι ώστε σύντομα το ποσοστό των επενδύσεων στο ΑΕΠ να προσεγγίσει τον μέσο όρο της Ζώνης του Ευρώ.

8. Την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και την ταχεία προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων που έχουν συμπεριληφθεί στη συμφωνία.

Η ΤτΕ ζητεί να ληφθούν μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους

Παρέμβαση στη συζήτηση για τη νέα ρύθμιση του ελληνικού χρέους κάνει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) μέσω της Ενδιάμεσης Εκθεσης για τη Νομισματική Πολιτική. Σύμφωνα με ανάλυσή της, προκύπτει ότι το κριτήριο του να μην ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ οι ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους, που φέρεται να θέλει να βάλει η Ευρωζώνη για να αποφασιστεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, δεν είναι ρεαλιστικό χωρίς να έχει προηγηθεί κάποιου είδους αναδιάρθρωση του χρέους.

Επί της ουσίας, η ΤτΕ ζητεί να ληφθούν μέτρα για την περαιτέρω ελάφρυνση του δημοσίου χρέους. Μάλιστα, προσδιορίζει ότι οι νέες παρεμβάσεις θα μπορούσαν να έχουν «είτε τη μορφή μετάθεσης των λήξεων είτε τη μορφή περαιτέρω μείωσης των επιτοκίων».

Στο βασικό της σενάριο, η ΤτΕ βασίζεται στις μεσοπρόθεσμες προβλέψεις του ευρωσυστήματος για την περίοδο 2015-2017 και στις υποθέσεις του βασικού σεναρίου των ευρωπαϊκών θεσμών για τα επόμενα έτη. Στο πλαίσιο αυτό, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το 2022 το δημόσιο χρέος θα διαμορφωθεί κοντά στο 150% του ΑΕΠ και θα αποκλιμακωθεί περαιτέρω κοντά στο 110% του ΑΕΠ έως το 2030.

Οι προβλέψεις αυτές είναι καλύτερες από τις αντίστοιχες των δανειστών, καθώς η ΤτΕ περιλαμβάνει στις εκτιμήσεις της χαμηλότερο κόστος ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, το οποίο εκτιμάται σε 10 δισ. ευρώ, έναντι 25 δισ. ευρώ στο βασικό σενάριο των θεσμών.

Ωστόσο, όπως αναφέρει η ΤτΕ, οι εκτιμήσεις αυτές υπόκεινται σε σημαντικές αρνητικές επισφάλειες, οι οποίες εντοπίζονται κυρίως:

1. Στους όρους με τους οποίους θα σταθεί εφικτό να μετακυλιστεί σε ιδιωτικά χαρτοφυλάκια το χρέος του επίσημου τομέα κατά την επιστροφή του ελληνικού Δημοσίου στις αγορές. Δηλαδή, πόσο ακριβότερα θα δανειστεί το Δημόσιο για να αποπληρώσει τα φθηνά δάνεια από την Ευρωζώνη.

2. Στη δυνατότητα επίτευξης και διατήρησης των αναθεωρημένων δημοσιονομικών στόχων, λαμβάνοντας υπόψη τις ιστορικές επιδόσεις και τη δημοσιονομική κόπωση έπειτα από πέντε συναπτά έτη λιτότητας.

3. Στην εξέλιξη των μακροοικονομικών μεγεθών.

Από την άλλη πλευρά, πάντως, οι εκτιμήσεις της ΤτΕ δεν λαμβάνουν υπόψη το θετικό ενδεχόμενο ανανέωσης της δέσμευσης των Ευρωπαίων εταίρων για απόδοση των κερδών από τα χαρτοφυλάκια ANFA και SMP (Securities Markets Programme), η οποία έχει αρθεί μετά τη λήξη του δεύτερου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής, καθώς και το ενδεχόμενο οι τελικές ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης και εξυγίανσης του τραπεζικού κλάδου να διαμορφωθούν κάτω από τα 10 δισ. ευρώ.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ

/

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή