Από το «Ελ. Βενιζέλος» στο Ελληνικό

Από το «Ελ. Βενιζέλος» στο Ελληνικό

3' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τ​​ο καλοκαίρι του 1988 έφυγα από την Ελλάδα για να συνεχίσω τις σπουδές μου στην Αμερική. Εκείνα τα χρόνια, τα αεροπορικά ταξίδια, και ιδίως τα μεγάλα, ήταν σημαντικά γεγονότα (εγώ, για παράδειγμα, δεν είχα ξαναπάει στην Αμερική). Φεύγοντας, έπρεπε να προμηθευτείς συνάλλαγμα (στο οποίο υπήρχαν περιορισμοί) και να δηλώσεις αντικείμενα αξίας που μετέφερες μαζί σου (φωτογραφικές μηχανές κ.λπ.) έτσι ώστε να μη χρειαστεί να πληρώσεις δασμούς γι’ αυτά στην επιστροφή. Με λίγα λόγια, αισθανόσουν πως περνούσες από έναν κόσμο σε έναν άλλο. Το ίδιο αίσθημα επικρατούσε και στην επιστροφή, καθώς στον Ανατολικό Αερολιμένα του Ελληνικού επικρατούσε συνήθως ένα απερίγραπτο χάος με τους τελωνειακούς ελέγχους, τις βαλίτσες και τα ταξί. Θυμάμαι ακόμη την αίσθηση: ήταν σαν να έφθανες σε μια τριτοκοσμική χώρα.

Κάποια στιγμή, προς τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και τις αρχές της καινούργιας χιλιετίας, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν με ραγδαίους ρυθμούς. Οι μετακινήσεις έγιναν πολύ πιο εύκολες, οι έλεγχοι μειώθηκαν, δεν είχες πια το άγχος της «σύλληψης» για κάποια ηλεκτρονική συσκευή που κουβαλούσες ως δώρο, άλλωστε δεν χρειαζόταν να μεταφέρεις τέτοια δώρα καθώς οι τιμές στην Ελλάδα είχαν προσαρμοστεί στον διεθνή μέσο όρο. Οταν μάλιστα μεταφέρθηκε το αεροδρόμιο στα Σπάτα, η εικόνα άλλαξε πια εντελώς. Φαινόταν πως από φτωχός συγγενής η Ελλάδα γινόταν, επιτέλους, κομμάτι του ευρύτερου ευρωπαϊκού γίγνεσθαι. Ενα όνειρο εκπληρωνόταν και μια νέα εποχή ξεκινούσε.

Εκ των υστέρων, γνωρίζουμε βέβαια πως η εξέλιξη αυτή ήταν ιδιαίτερα επισφαλής. Θα ήταν, πιστεύω, λάθος όμως να τη θεωρήσουμε ψευδεπίγραφη και εκ γενετής καταδικασμένη. Παρά τις παθογένειες και τις δυσκολίες, η Ελλάδα έκανε τότε ορισμένα σημαντικά βήματα. Και αν μετά έξι χρόνια μιας βαθύτατης κρίσης βρισκόμαστε ακόμη εδώ που είμαστε, αυτό το οφείλουμε και στα βήματα που πραγματοποιήθηκαν τότε.

Ομως τα κέρδη που αποκομίσαμε εξατμίζονται με γοργούς ρυθμούς. Η εισαγωγή κεφαλαιακών ελέγχων το καλοκαίρι και η απειλή αποκοπής της χώρας από τη Συνθήκη του Σένγκεν προδιαγράφουν μερικές μόνο πτυχές μιας μεγάλης αναδίπλωσης: της αναστροφής εκείνης της τάσης που ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και της ανάδυσης μιας φοβικής, εσωστρεφούς και αποκομμένης χώρας, ερμαίου των χειρότερων ενστίκτων της.

Αναμφίβολα η αναδίπλωση ξεκίνησε με τη κρίση. Ομως, η παρούσα κυβέρνηση έχει τεράστιες, ενδεχομένως ιστορικές, ευθύνες για την επιτάχυνσή της. Θα μπορούσε να φέρει κανείς εκατοντάδες παραδείγματα, από την καταστροφική «εθνικά περήφανη» διαπραγμάτευση μέχρι τις δεκάδες καθημερινές αστοχίες. Θα περιοριστώ σε ένα μόνο: τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση χειρίζεται τον σημαντικότερο πόρο του δημοσίου τομέα, τον ανθρώπινο. Εδώ και αρκετούς μήνες παρατηρείται η επιτάχυνση της αποσάθρωσης του Δημοσίου διαμέσου της στελέχωσής του με ανθρώπους που τους διακρίνει μια βαθύτατη μετριότητα. Ακούω ήδη την ένσταση: μα δεν ήταν αυτό το μόνιμο χαρακτηριστικό του δημόσιου τομέα;

Παρά το γεγονός πως οι εκάστοτε κυβερνήσεις χρησιμοποίησαν το Δημόσιο ως χώρο παρκαρίσματος κομματικών παρατρεχάμενων και πελατών, τα πράγματα δεν είχαν φθάσει στην τωρινή κατάντια. Αντίθετα, μέσα στην τελευταία δεκαετία αξιόλογοι επαγγελματίες με εμπειρία στον ιδιωτικό τομέα και το διεθνές περιβάλλον κατάφεραν να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Εχουν γραφτεί πολλά για την επιτυχημένη θητεία του τεχνοκράτη διευθύνοντος συμβούλου του ΟΑΣΑ Γρηγόρη Δημητριάδη, ο οποίος παύθηκε πρόσφατα. Την ίδια τύχη είχαν τόσο τα υψηλής ποιότητας στελέχη που αναδείχθηκαν από τα σπλάχνα του Δημοσίου, όπως ο διοικητής της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας Σταύρος Σταυρόπουλος, όσο και κορυφαίοι εκπρόσωποι της διασποράς, όπως ο καθηγητής του ΜΙΤ Δημήτρης Μπερτσιμάς αλλά και οι δεκάδες Ελληνες και ξένοι διακεκριμένοι πανεπιστημιακοί που πρόσφεραν ανιδιοτελώς τον χρόνο τους στον νεοπαγή (και θνησιγενή) θεσμό των Συμβουλίων Ιδρυμάτων των ΑΕΙ.

Η σύγκριση του ανθρώπινου δυναμικού των συμβουλίων με τα άτομα που επιλέχθηκαν για να στελεχώσουν τη λεγόμενη «Επιτροπή Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία» είναι συντριπτική. Αρκεί μια απλή σύγκριση των βιογραφικών τους.

Συνολικά, λοιπόν, επιτυχημένοι επαγγελματίες και τεχνοκράτες αντικαθίστανται από κομματικούς εγκάθετους. Δεν πρόκειται για μεμονωμένες ενέργειες ή περιστασιακές επιλογές. Για να δώσω ένα μόνο παράδειγμα, το σχέδιο νόμου για τη «Διαφάνεια, Αξιοκρατία και Αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης» διακρίνεται από το ίδιο πνεύμα, καθώς προβλέπει μεταξύ άλλων τη δημιουργία ενός «εθνικού μητρώου επιτελικών στελεχών δημόσιας διοίκησης» από όπου θα επιλέγονται τα ανώτερα στελέχη του ευρύτερου δημοσίου τομέα και που θα αποτελείται αποκλειστικά και μόνον από δημόσιους υπαλλήλους και καθηγητές πανεπιστημίου ή ερευνητές, αποκλείοντας έτσι τα στελέχη του ιδιωτικού τομέα. Με τον τρόπο αυτό ουσιαστικά καταργείται η ρηξικέλευθη απόπειρα των κυβερνήσεων του Γιώργου Παπανδρέου να στελεχώσει δημόσιους οργανισμούς με υψηλής τεχνογνωσίας στελέχη του ιδιωτικού τομέα από την Ελλάδα και το εξωτερικό.

Ετσι, λοιπόν, μέρα με τη μέρα, ανατρέπονται σπουδαία κεκτημένα της τελευταίας εικοσαετίας. Είναι σαν να παρατάμε το «Ελευθέριος Βενιζέλος» και να επιστρέφουμε σιγά σιγά στο Ελληνικό.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή