Υπολογισμός φόρου επί πραγματικής και όχι πλασματικής τιμής

Υπολογισμός φόρου επί πραγματικής και όχι πλασματικής τιμής

3' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με γνώμονα τη δυσμενή δημοσιονομική συγκυρία, η οποία δεν επιτρέπει «αιφνίδια διακύμανση των φορολογικών εσόδων» αλλά και το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα των φορολογουμένων «να καταβάλουν φόρο ο οποίος να αντιστοιχεί στην πραγματική και όχι στην πλασματική τους περιουσία», η ολομέλεια του ΣτΕ, με μια απόλυτα ισορροπημένη απόφαση ως προς το σκεπτικό της που δημοσιεύθηκε χθες, υποχρεώνει την κυβέρνηση να προβεί στην αναδρομική αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων από 21.5.2015.

Η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ (υπ’ αριθμόν 4446/2015 υπό την προεδρία του Νικολάου Σακελλαρίου και με εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Δημήτρη Σκαλτσούνη) εκδόθηκε με μόλις δύο μειοψηφούντες, τους συμβούλους Επικρατείας κ. Κ. Κουσούλη και Γ. Ποταμιά, ενώ αίσθηση προκαλεί η έντονη κριτική που ασκείται στην κυβέρνηση ως προς τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς της. Εν ολίγοις, οι σύμβουλοι Επικρατείας αποδίδουν στην κυβέρνηση κωλυσιεργία η οποία, όπως επισημαίνεται, δεν μπορεί να αποβαίνει σε βάρος των πολιτών που καλούνται να επωμίζονται φορολογικά βάρη «βάσει αντικειμενικών αξιών που δεν ανταποκρίνονται στις αγοραίες». «Η αλλεπάλληλη παράταση των προθεσμιών αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών, δεν αποδεικνύει αδυναμία αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών, αλλά καθυστέρηση στη δημιουργία κατάλληλου πλαισίου συλλογής και επεξεργασίας των απαραίτητων δεδομένων για την ανεύρεση των αγοραίων τιμών των ακινήτων, καθυστέρηση η οποία πάντως δεν μπορεί να αποβεί σε βάρος των φορολογουμένων, ούτε να δικαιολογήσει τη συνεχιζόμενη επιβολή φορολογικών βαρών βάσει αντικειμενικών αξιών που δεν ανταποκρίνονται στις αγοραίες» αναφέρεται χαρακτηριστικά στο σκεπτικό της απόφασης.

Μάλιστα, το ΣτΕ επισημαίνει ότι η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών αποτελεί μνημονιακή υποχρέωση από το 2012, ενώ στηλιτεύεται το γεγονός ότι το κράτος «συνέχισε να εισπράττει τις υφιστάμενες κατά τον χρόνο ισχύος των αντικειμενικών αξιών έτους 2007 φορολογικές επιβαρύνσεις επί της ακίνητης περιουσίας αλλά και να επιβάλει νέες χωρίς να αναπροσαρμόζει τις αντικειμενικές αξίες», δηλώνοντας παράλληλα αντικειμενική αδυναμία αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών. Οπως επισημαίνεται στο σκεπτικό της απόφασης, η κυβέρνηση την ίδια στιγμή εντάσσει νέες περιοχές στο αντικειμενικό σύστημα (4.489 οικισμοί σε διάφορες περιοχές της χώρας) και καθορίζει τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων στις περιοχές αυτές, «με ισχύ από 1.1.2011, δηλαδή εν μέσω οικονομικής κρίσης», ενώ παράλληλα την ίδια χρονική περίοδο προσδιόρισε και τις αντικειμενικές αξίες στο Ψυχικό Αττικής.

Ουσιαστικά, το παραπάνω σκεπτικό αποτελεί «απάντηση» της Ολομέλειας του ΣτΕ στις αιτιάσεις της κυβέρνησης, οι οποίες προβλήθηκαν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και τελικώς απορρίφθηκαν.

Συγκεκριμένα, το Δημόσιο υποστήριξε ότι η αστάθεια στην αγορά των ακινήτων και η έλλειψη κινητικότητας έχει ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει ικανοποιητικό και αντιπροσωπευτικό δείγμα αγοραπωλησιών, όπως εάν υπήρχαν κανονικές συνθήκες, όπου οι τιμές διέπονται από τον κανόνα της αγοράς και της ζήτησης. Μάλιστα, «η ρευστή και αβέβαιη αυτή κατάσταση δεν επιτρέπει την προσέγγιση των πραγματικών τιμών των ακινήτων και τον προσδιορισμό νέων περισσότερο αξιόπιστων αντικειμενικών αξιών».

Κατά συνέπεια, σύμφωνα με το Δημόσιο «η απόπειρα αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών, υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες καθίσταται επισφαλής, διότι ελλοχεύει ο κίνδυνος να μην εκπληρώνεται ο στόχος της επικαιροποίησης των τιμών για αξιόπιστη και δίκαιη προσέγγιση των τιμών της αγοράς», ενώ υποστηρίχθηκε ότι θα επιφέρει σοβαρές δημοσιονομικές συνέπειες η μη παράταση έκδοσης υπουργικής απόφασης για τον καθορισμό των αντικειμενικών αξιών.

Μάλιστα στην επιχειρηματολογία του Δημοσίου προστέθηκε και η παράμετρος του «φόρτου εργασίας» λόγω των πολιτικών εξελίξεων και της κατάστασης της οικονομίας που «είχαν ως αποτέλεσμα το πάγωμα όλων των σχετικών ενεργειών». «Η ηγεσία του υπουργείου ήταν σε διαρκή κρίσιμη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς, ακολούθησαν η προκήρυξη και η διεξαγωγή δημοψηφίσματος, η σύναψη της νέας δανειακής σύμβασης και στη συνέχεια η προκήρυξη νέων εθνικών εκλογών» ανέφεραν χαρακτηριστικά οι εκπρόσωποι του Δημοσίου.

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι το Δημόσιο ζήτησε αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών από το 2016, αίτημα το οποίο επίσης απερρίφθη.

Η «Δράση», που είχε προσφύγει στη Δικαιοσύνη για το ζήτημα, τονίζει σε ανακοίνωσή της ότι με τη συγκεκριμένη απόφαση ανοίγει ο δρόμος για πιο δίκαιη φορολόγηση των πολιτών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή