Ο «πατριωτισμός» ως καταφύγιο των ανικάνων

Ο «πατριωτισμός» ως καταφύγιο των ανικάνων

3' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τ​​ον τελευταίο ενάμιση χρόνο έχουν συμβεί στην Ελλάδα πράγματα αδιανόητα. Από εκείνα που υπό κανονικές συνθήκες εξαερώνουν πολιτικές καριέρες, θρυμματίζουν παρατάξεις και επιταχύνουν πολιτικές μεταβολές. Μια λαϊκιστική αριστερά που ανήλθε στην εξουσία με τη δέσμευση να τερματίσει ύφεση και μνημόνιο, να μειώσει την ανεργία, να κουρέψει το χρέος, να δώσει ώθηση ελπίδας, κατέληξε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ύφεση, νέο μνημόνιο, περισσότερο χρέος, κλειστές τράπεζες και μια κοινωνία σε απελπισία. Κυβερνώντας με ένα υπερδεξιό εθνικολαϊκιστικό κόμμα, έχει επιφέρει τέτοια συρρίκνωση διεθνών ερεισμάτων, κύρους και ισχύος της χώρας, που στο παρελθόν θα είχαν μηδενιστεί όλα τα θερμόμετρα με τα οποία οι υπερπατριώτες μετρούσαν το εθνικό φρόνημα των πολιτικών τους αντιπάλων.

Με όλα τούτα ήταν ζήτημα χρόνου η ενδοκυβερνητική αρμονία να σπάσει. Ο υπερδεξιός εταίρος απαίτησε την παραίτηση ενός υπουργού. Ηταν μήπως για κάποια από τις τόσες περιπτώσεις κραυγαλέας ανεπάρκειας ή φαύλων επιλογών; Ηταν μήπως για τους χειρισμούς που οδήγησαν στα capital controls καταστρέφοντας επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας; Ηταν μήπως για την εξαέρωση των μετόχων των τραπεζών, τις παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, την αδιαφάνεια στις δημόσιες συμβάσεις; Ηταν έστω για την αδυναμία επαρκούς χειρισμού της μεταναστευτικής κρίσης; Τίποτε από όλα αυτά. Ηταν για ένα γλωσσικό ολίσθημα, το οποίο μάλιστα είχε διαπράξει on camera και ο ίδιος ο εγκαλών υπερδεξιός εταίρος. Ενα γλωσσικό ολίσθημα που όμως έθιγε τα ιερά και όσια του καθ’ ημάς εθνικολαϊκισμού.

Το κοινό χαρακτηριστικό των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι ότι έχτισαν την πολιτική τους απήχηση στην επιτήδεια εκμετάλλευση ακραίων προσδοκιών και ισχυρών συμβόλων. Οι υπερφίαλες λαϊκές προσδοκίες που καλλιέργησαν τους έφεραν καβάλα στην εξουσία. Εν τω μεταξύ, όμως, τα ιδεολογικά σύμβολα που διαχειρίζονται έχουν παντελώς αποκοπεί από το πραγματικό περιεχόμενο που υπηρετούν. Και η διάσταση αυτή ρητορείας και πραγματικότητας δεν είναι ζήτημα ιδεολογικής προδοσίας, αλλά προγραμματικής οκνηρίας και διαχειριστικής ανικανότητας. Πόσο ριζοσπαστική αριστερά ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν αδυνατεί να κατανοήσει ότι οι πιο αδύναμοι των αδυνάτων είναι οι μακροχρόνια άνεργοι, τους οποίους καταδικάζει σε δύο ακόμα χρόνια εντελώς περιττής ύφεσης και αδυναμίας να βρουν δουλειά; Πόσο Ανεξάρτητοι Ελληνες οι ΑΝΕΛ, στη χώρα που κατάντησε να παζαρεύει δεκάδες χιλιάδες εξαθλιωμένους μετανάστες για λίγη ευελιξία στην αξιολόγηση, ως η πρώτη χώρα της Ε.Ε. που ζητεί κονδύλια διεθνούς ανθρωπιστικής βοήθειας;

Κάπως έτσι οι λέξεις χάνουν το νόημά τους και η πραγματικότητα αποκτά οργουελιανά χαρακτηριστικά. Παράδειγμα: Η κυβέρνηση είχε σημαία της τη φορολογική δικαιοσύνη. Επιχείρησε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των εταίρων υποσχόμενη πάταξη της φοροδιαφυγής. Ομως από το 2015 μέχρι σήμερα η συλλογή φορολογικών εσόδων έχει βαλτώσει. Κοιτάξτε τους αριθμούς. Οι νέοι απλήρωτοι φόροι του 2015 ήταν 40% παραπάνω από τον μέσο όρο των προηγούμενων τεσσάρων ετών. Πιθανότατα ένας ακόμα χρόνος ύφεσης και capital controls το 2015 (μετά τη μικρή ανάκαμψη του 2014) ήταν αρκετός για να αποτελειώσει όσους είχαν αντέξει μέχρι τότε. Πιθανότατα, επίσης, η άνοδος του «Δεν πληρώνω» στην εξουσία έστειλε ένα μήνυμα ατιμωρησίας σε όσους βρίσκονταν στο μεταίχμιο. Από την κορυφή συντάσσεται μια κοινωνία, από την κορυφή κατακερματίζεται.

Απίθανοι άνθρωποι προσλαμβάνονται σύμβουλοι του πρωθυπουργού. Το πρόβλημα δεν είναι, βέβαια, εάν εργάζονταν σερβιτόροι – χιλιάδες άξιοι επιστήμονες δουλεύουν γκαρσόνια, ταξιτζήδες ή ό,τι χρειαστεί για να επιβιώσουν. Τα προσόντα είναι το κριτήριο, όχι η δουλειά ανάγκης. Ομως οι εξόφθαλμα αναξιοκρατικές, παρεοκρατικές επιλογές της κυβέρνησης στέλνουν ένα ακόμα μήνυμα αποθάρρυνσης σε μια κοινωνία που ήδη χάνει τα καλύτερα μυαλά της: δεν θέλουμε τους άριστους αλλά τους αρεστούς. Για όλους εσάς, που δεν μαζέψατε προσόντα, δεν δουλέψατε σκληρά, διακριθήκατε μόνο σε διαδηλώσεις και κομματικό ακτιβισμό, καλώς κάνατε: έχουμε δουλειές για σας, αρκεί να μείνετε μαζί μας. Η κολακεία της μετριότητας και της αδαούς πλειοψηφίας, η πανηγυρική ισοπέδωση άξιων και ανάξιων είναι η αυθεντικότερη στρατηγική λαϊκισμού: οι άξιοι και ικανοί είναι πάντα εξ ορισμού μειοψηφία.

Ξεκίνησα από τις ιερές αγελάδες του υπερπατριωτισμού, από την έλλειψη συνέπειας μεταξύ ρητορείας και πραγματικών αποτελεσμάτων. Δεν έχει καμία σημασία εάν η ανικανότητα μιας κυβέρνησης κατέληξε να ζημιώνει τους πολλούς και αδύναμους, αρκεί να δηλώνει αριστερή. Δεν έχει σημασία εάν ανεύθυνοι εθνικολαϊκιστές στέρησαν από τη χώρα τη δυνατότητα (ύστερα από πέντε χρόνια θυσιών) να μπορέσει, επιτέλους, να σταθεί στα πόδια της, αρκεί να μην ανέχονται μύγα στο σπαθί τους για το όνομα της Μακεδονίας. Ο «πατριωτισμός» αυτού του είδους είναι το τελευταίο καταφύγιο των ανικάνων και των πολιτικών απατεώνων. Ο πραγματικός πατριωτισμός ξεκινά από τα μικρά, από την καθημερινή πολιτεία του καθενός στη συλλογική σφαίρα, τον σεβασμό του δημόσιου χώρου, την υπακοή στους νόμους, την πληρωμή των φόρων, και υπηρετείται από το έμπρακτο παράδειγμα μιας σοβαρής ηγεσίας. Η αγάπη του έθνους δεν είναι δάκρυα για τη Μακεδονία, δεκάρικοι και παρελάσεις. Είναι ευλαβική διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων και του δημόσιου χρήματος. Είναι σεβασμός στον κόπο και την αξία των Ελλήνων που μοχθούν, κι ας μην έχουν μπάρμπα στην Κορώνη ή φίλο πρωθυπουργό.

* Ο κ. Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και επισκέπτης καθηγητής στο Κολέγιο της Ευρώπης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή