Από το φροντιστήριο στο… λιοτρίβι

Από το φροντιστήριο στο… λιοτρίβι

4' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Tο χωριό όπου μεγάλωσε (Αγρίδια), στην Ιμβρο, χτισμένο στην πλαγιά του βουνού του Αγίου Δημήτριου στο βόρειο τμήμα του νησιού. Ο οντάς (σ.σ. αγροικία) της οικογένειάς του και γύρω της περιβόλια και ελαιώνες. Ο κτηνοτρόφος πατέρας του και ο γεωργός παππούς του, που καλλιεργούσε μια εξαιρετική ποικιλία ελιάς, την «Αδραμιτινή» ή «κολοβή», όπως την αποκαλούν στη Λέσβο, όπου επίσης υπάρχει. Η εμπειρία του λιομαζώματος. Η μυρωδιά του φρέσκου λαδιού μόλις έβγαινε από το λιοτρίβι και η γεύση του πάνω σε ψημένες φέτες ψωμιού, με αλάτι και ρίγανη. Αν πραγματική πατρίδα μας είναι τα παιδικά μας χρόνια, ο Γιάννης Καμπούρης πάνω στις αναμνήσεις από την Ιμβρο έχτισε τη ζωή του, αυτές τον καθόρισαν.

Εφτασε στην Αθήνα μαζί με την οικογένειά του όταν ήταν δεκαοκτώ ετών, με μια βαλίτσα στο χέρι. Σπούδασε φιλόλογος και μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να δημιουργήσει, από το μηδέν, ένα από τα πιο γνωστά φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης της Αθήνας, το Σύγχρονο, που σήμερα έχει παραρτήματα από την πλατεία Κάνιγγος και τη Γλυφάδα μέχρι τα Γλυκά Νερά. Την επαφή με τη γη, όμως, που τόσο αγαπούσε, δεν τη στερήθηκε. Αγόρασε μια μικρή έκταση γης, ανάμεσα στο Κιάτο και το Ξυλόκαστρο, και φύτεψε τα πρώτα του λιόδεντρα, ποικιλίας Κορωνέικης και αγορασμένα από την περιοχή των Μυκηνών. Αρχισε να βγάζει το δικό του λάδι, με το οποίο… φίλευε συγγενείς και φίλους.

Μέχρι που πριν από δύο χρόνια, με συνοδοιπόρους τη σύζυγό του, επίσης φιλόλογο, Ολγα Μπουντάλα και τους αδελφικούς του φίλους Βασίλη Μαγουλά και Μαρία Νίκα αποφάσισαν να κάνουν το επόμενο βήμα: να συστήσουν εταιρεία και να βγάλουν στην αγορά το δικό τους ελαιόλαδο. Και το όνομα αυτής; E-LA-WON, συλλαβογραφική απόδοση της λέξης ΕΛΑΙΟΝ στη Γραμμική Β. «Κοιτάξαμε πίσω για να πάμε μπροστά», εξηγεί ο Γιάννης Καμπούρης, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας. «Με στόχο να καλλιεργούμε την ελιά με ήπιους τρόπους, φιλικούς προς το περιβάλλον, να μην επεμβαίνουμε στις διαδικασίες της φύσης, να μην επιβαρύνουμε με φυτοφάρμακα και χημικά σκευάσματα το οικοσύστημα, να εμπλουτίζουμε το έδαφος με τον παραδοσιακό τρόπο των παππούδων μας και να προσφέρουμε ανόθευτο ελαιόλαδο, όπως 3.500 χρόνια πριν…»

Το λάδι των 600 ευρώ

Ανοίγω το μπουκάλι. Στη μύτη κυριαρχούν αρώματα φύλλων ντομάτας και λεμονανθών. Το δοκιμάζω. Λεπτή και πικάντικη γεύση αμύγδαλου, με ελαφρώς πικρή επίγευση αγουρέλαιου. Το E-LA-WON δεν είναι ένα τυχαίο ελαιόλαδο. Και ο Γιάννης Καμπούρης μού εξηγεί το γιατί. «Το λιομάζωμα γίνεται με χειρωνακτικές μεθόδους στα μέσα του φθινοπώρου, τότε που ο καρπός της ελιάς είναι ακόμη πράσινος και όχι μοβ δηλαδή τότε που όλοι οι χυμοί, οι μυρωδιές και οι θρεπτικές ουσίες είναι στην κορύφωσή τους. Ακολουθούν σύνθλιψη, μάλαξη, φυγοκέντριση και διαχωρισμός, σε ψυχρή έκθλιψη με χρονικό εύρος μάλαξης της ελαιοζύμης 30 λεπτά, ώστε να παραχθεί υψηλής ποιότητας ελαιόλαδο, πλούσιο σε άρωμα και πολυφαινόλες και με πολύ χαμηλές οξύτητες. Η αποθήκευση γίνεται σε ανοξείδωτες δεξαμενές, σε συνθήκες ελάχιστης οξυγόνωσης, με ταυτόχρονη εισαγωγή αζώτου για την αποφυγή ανεπιθύμητων ενζύμων και διασφάλιση των χαρακτηριστικών του ελαιολάδου όπως τη στιγμή που παράγεται. Και η εμφιάλωση είναι άμεση».

Οι «αρετές» του E-LA-WON -όπως και το γεγονός ότι είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε πολυφαινόλες- έχουν αρχίσει ήδη να εκτιμώνται, και μάλιστα εκτός συνόρων. Τον περασμένο Απρίλιο, στην Ιαπωνία απέσπασε ασημένιο μετάλλιο για τα οργανοληπτικά του χαρακτηριστικά, τη γεύση και την ποιότητά του, σε διεθνή διαγωνισμό ελαιολάδου, ενώ λίγους μήνες αργότερα ήρθε και το χρυσό, στο Ισραήλ, στον Παγκόσμιο Διαγωνισμό Terra Olivo International Competition – με αντιπάλους 520 δείγματα από 18 χώρες! Πρόσφατα, ο κ. Καμπούρης ταξίδεψε στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, όπου έκλεισε συμφωνία διάθεσης του νέου προϊόντος τους: εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου με φύλλα βρώσιμου χρυσού 24 καρατίων, σε πολυτελή συσκευασία. Η τιμή του εκεί ξεπερνά τα 600 ευρώ! (Το ακριβότερο στον κόσμο, στην κατηγορία του.)

Ρωτώ τον δημιουργό του E-LA-WON πόσο έχει αλλάξει η ζωή του από τότε που μπήκε στην περιπέτεια της τυποποίησης και της προώθησης του εκλεκτού ελαιολάδου του. «Πολύ, όπως ήταν φυσικό. Γιατί από τη μια παραμένω μάχιμος καθηγητής, στον πίνακα, και από την άλλη είμαι παρών σε όλα τα στάδια παραγωγής: από τη συγκομιδή, την ελαιοποίηση και την αποθήκευση μέχρι τη διακίνηση». Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες δυσκολίες που αντιμετώπισαν; «Το να βρούμε ένα δίκτυο

διακίνησης. Στην Ελλάδα, οι χονδρέμποροι θέλουν να αγοράζουν σε τιμές περισσότερο και από εξευτελιστικές. Γι’ αυτό εμείς ρίξαμε το βάρος μας στο εξωτερικό και ήδη εξάγουμε σε Αγγλία, Γερμανία, Δανία και Νορβηγία. Δεν είναι εύκολο, ιδιαίτερα αυτή την εποχή».

Ποια είναι τα μεγαλύτερα εμπόδια στην προσπάθεια εξωστρέφειας; «Η δυσπιστία που υπάρχει απέναντι στους Ελληνες σε πολλές ξένες αγορές. Δύσκολα θα αντιστραφεί: κουβαλάμε μπαγαποντιές και δυσλειτουργίες δεκαετιών, μετά ήρθαν και τα capital controls. Κι είναι λυπηρό να βλέπεις πως το κράτος απουσιάζει από παντού. Από τη μια κλείνουν βιομηχανίες, δεν υπάρχει πρωτογενής παραγωγή, και από την άλλη κανείς δεν συγκινείται με τις τιτάνιες προσπάθειες που κάνουμε εμείς οι “λαδάδες”, όπως και οι “κρασάδες”, που έχουν πετύχει σπουδαία πράγματα τα τελευταία χρόνια. Οι πρεσβείες μας δεν θα μπορούσαν να διοργανώνουν βραδιές γευσιγνωσίας ώστε να μας βοηθήσουν να προβάλουμε τα προϊόντα μας; Δεν θα χρειαζόταν να ξοδέψουν τίποτα. Εμείς θα αναλαμβάναμε τα πάντα. Στην Anuga, μία από τις μεγαλύτερες εκθέσεις τροφίμων στον κόσμο, κουβεντιάζοντας με Τούρκους εκθέτες, έμαθα ότι το 80% του κόστους των περιπτέρων τους το χρηματοδοτεί το κράτος. Είναι να μη σε πιάνει το παράπονο;»

Παρά ταύτα, θα πρότεινε σε όποιον έχει -ή θέλει να δημιουργήσει τις συνθήκες- για μια τέτοια επαγγελματική διέξοδο να κάνει το ίδιο; «Φυσικά! Κυρίως γιατί δεν μπορεί η Ελλάδα να δίνει το 70% της σοδειάς της χύμα, να φορτώνουν οι Ιταλοί τάνκερ με λάδι από την Καλαμάτα, να το χαρμανιάζουν στη χώρα τους και να το πουλάνε ως δικό τους. Αλλά χρειάζεται υπομονή. Κάθε επιχείρηση είναι σαν το παιδάκι: πρώτα μπουσουλάει, έπειτα περπατάει, μετά τρέχει. Ομως, όλα μεγαλώνουν αν τα αγαπάς, αν τα κάνεις με κέφι και όραμα…»

info

Ο Γιάννης Καμπούρης και οι συνεργάτες του καλλιεργούν σήμερα περισσότερα από 10.000 λιόδεντρα στην Κορινθία. Η παραγωγή φτάνει τους 100 τόνους λαδιού.

Πληροφορίες στο www.olivelawon.com.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή