Το σύνδρομο της ρόδας

3' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Θα ακούσατε για το φιάσκο της ρόδας στην πλατεία Συντάγματος. Παρότι η εγκατάστασή της πραγματοποιήθηκε χωρίς πρόβλημα, δεν λειτούργησε ποτέ εξαιτίας κακού προγραμματισμού και ελλιπούς συντονισμού σχετικά με την άδεια λειτουργίας της, τους κανονισμούς ασφάλειας και την πιστοποίησή της. Δεν γνωρίζω ποιος φέρει τη μεγαλύτερη ευθύνη, αλλά δεν έχει μεγάλη σημασία. Σημασία έχει που μια αξιέπαινη και καλοπροαίρετη πρωτοβουλία αυτοακυρώθηκε λόγω κακού συντονισμού και γραφειοκρατικών εμπλοκών. Πρόκειται για μια βαθιά δυσλειτουργικότητα.

Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για τη χώρα. Ενώ η οικονομία είναι θεωρητικά έτοιμη να πάρει μπρος ύστερα από επτά χρόνια συμπίεσης, παραμένει στάσιμη. Η κυβέρνηση ψηφίζει (με το στανιό) μεταρρυθμίσεις που είτε δεν εφαρμόζονται είτε ακυρώνονται στην πράξη. Η αξιολόγηση καρκινοβατεί μεταθέτοντας ευεργετικές εξελίξεις (την έξοδο στις αγορές, τη συμμετοχή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ) σε ένα αόριστο μέλλον. Οι τράπεζες δεν μπορούν να απαλλαγούν από το βαρίδι των «κόκκινων» δανείων με αποτέλεσμα να μη δύνανται να δανείσουν τις υγιείς επιχειρήσεις, τη στιγμή που αυτές αντιμετωπίζουν τον ουσιαστικά αθέμιτο ανταγωνισμό των καταχρεωμένων επιχειρήσεων που κανείς δεν τολμάει να κλείσει. Κανείς δεν θέλει να πάρει την ευθύνη δύσκολων αλλά απαραίτητων αποφάσεων, με πρώτη και καλύτερη την κυβέρνηση, που αναλίσκεται σε τακτικίστικα επικοινωνιακά κόλπα μεγάλου κόστους. Ακόμη και όταν οι εξελίξεις δεν εξαρτώνται άμεσα από εμάς (π.χ. η διελκυστίνδα Ευρωπαίων-ΔΝΤ), επηρεάζονται άμεσα και σχεδόν πάντοτε αρνητικά από τις επιλογές μας. Ολα αυτά ενισχύουν την αντίληψη πως η Ελλάδα είναι μια ειδική περίπτωση και επαληθεύουν τη γενικευμένη αίσθηση της γενικής παραλυσίας και δυσλειτουργίας με άμεση συνέπεια την υπονόμευση πρωτοβουλιών και την αποτροπή των ξένων επενδύσεων που τόσο έχει ανάγκη η χώρα. Η Ελλάδα μοιάζει με χώρα «ζόμπι».

Τι φταίει γι’ αυτό το τεράστιο μπλοκάρισμα; Η απάντηση είναι σύνθετη και σίγουρα δεν μπορεί να προέλθει από το γνωστό αφήγημα περί «χαρακτήρα του Ελληνα». Η ελληνική κοινωνία δεν φαίνεται να έχει ακόμη ξεπεράσει τον εθισμό της στην αποφυγή της σκληρής αλήθειας. Προτιμά συνήθως τη συνεχή αναβολή των δύσκολων αποφάσεων που χειροτερεύουν το πρόβλημα από τις άμεσες και οδυνηρές επιλογές που μπορούν να προσφέρουν λύσεις.

Τον εθισμό αυτό καλλιεργούν και ενισχύουν οι πολιτικοί και τα ΜΜΕ. Ισχυρίζονται πως λένε στον κόσμο αυτά που θέλει να ακούσει, αλλά στην πραγματικότητα αποποιούνται τις ευθύνες τους, που είναι να ηγηθούν της κοινωνίας και να την πείσουν για την αναγκαιότητα ορισμένων επιλογών. Δεν τους βοηθά βέβαια ο κρατικός μηχανισμός, Αυτός είναι υποχείριο της εκάστοτε κυβέρνησης, αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για μια διπλή ομηρία.

Από τη μία, η έλλειψη συνέχειας ακόμη και στο πλαίσιο της ίδιας κυβέρνησης οδηγεί σε ασυνέχεια και υπονομεύει τις κυβερνητικές επιλογές. Από την άλλη, η δημόσια διοίκηση χρησιμοποιεί ως άλλοθι την περιθωριοποίησή της από τις κυβερνήσεις, κωλυσιεργώντας και υπονομεύοντάς τες.

Συνήθως, οι συντεχνιακοί στόχοι υποκαθιστούν τις βασικές της λειτουργίες, όπως άλλωστε δείχνουν τα εκφυλιστικά συμπτώματα στον χώρο της Δικαιοσύνης. Ενας κυκεώνας διατάξεων και νόμων παραλύει τα πάντα με αποτέλεσμα να κυριαρχεί η ακινησία προς βραχυπρόθεσμο όφελος των ήδη βολεμένων και με μακροπρόθεσμο κόστος για όλους. Οποίος τυχόν τολμήσει να πάρει ρηξικέλευθες πρωτοβουλίες κινδυνεύει άσχημα. Μπορεί να δει το όνομά του να σπιλώνεται και να βρεθεί μπλεγμένος σε ατελείωτες δικαστικές περιπέτειες.

Η κατάσταση αυτή ευνοεί την παράλυση. Παραδόξως, η κρίση ενίσχυσε αυτές τις δυναμικές αντί να τις αποσαθρώσει. Και όμως, αυτό το απίστευτο κουβάρι πρέπει με κάποιο τρόπο να ξεμπλεχτεί. Αλλά πώς;

Οι γόρδιοι δεσμοί δεν λύνονται αλλά κόβονται, λέει μια γνωστή ρήση. Ομως σχεδόν ποτέ τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Η κυβέρνηση δεν φαίνεται ούτε να θέλει, ούτε να μπορεί. Αντίθετα, ειδικεύεται στο να περιπλέκει τα πράγματα ακόμη περισσότερο. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, τον ρόλο αυτό θα αναγκαστεί να αναλάβει αργά ή γρήγορα η αντιπολίτευση. Ως κόμμα., η Ν.Δ. δεν έχει στο (πρόσφατο τουλάχιστον) ενεργητικό της ιδιαίτερα παραδείγματα επιτυχημένων μεταρρυθμιστικών πρωτοβουλιών. Αναγκαστικά, ο ρόλος του Κυριάκου Μητσοτάκη θα αποδειχθεί κομβικός. Καλείται να κινηθεί με απίστευτα αποτελεσματικό τρόπο. Πρέπει να επιλέξει ποιες μάχες θα δώσει και ποιες θα αποφύγει, εξηγώντας πειστικά το τι ακριβώς θα επιδιώξει. Χρειάζεται να χαράξει ένα σχέδιο δράσης που να είναι ταυτόχρονα λεπτομερώς σχεδιασμένο αλλά και ευέλικτο. Πρέπει να δημιουργήσει και να στελεχώσει τις ομάδες που θα το φέρουν σε πέρας, συνδυάζοντας την τόλμη με την πείρα και τον επαγγελματισμό με την πολιτική. Το κυριότερο: πρέπει να προβλέψει τις αναπόφευκτες αντιδράσεις που θα προκαλέσει και να προετοιμαστεί για να τις αντιμετωπίσει.

Το εγχείρημα φαντάζει απραγματοποίητο. Ο Μητσοτάκης διαθέτει όμως ένα μεγάλο πλεονέκτημα: εάν άμεσα κινηθεί σωστά, μπορεί να ανατρέψει το «σύνδρομο της ρόδας» και να απελευθερώσει την τεράστια συμπιεσμένη ενέργεια μιας ολόκληρης επταετίας. Ο ρόλος της ψυχολογίας θα είναι κεντρικός, γιατί συνιστά τη μόχλευση που είναι απαραίτητη για να γυρίσει η κατάσταση.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή