Ποιο είναι το μέλλον της 25ης Μαρτίου;

Ποιο είναι το μέλλον της 25ης Μαρτίου;

2' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

​​Οπως και οποιαδήποτε άλλη συλλογική οντότητα, τα έθνη βασίζονται σε αφηγήματα που εμπεριέχουν σημαντικό ποσοστό μύθων. Τα εθνικά αφηγήματα ορίζουν τα όρια και την προέλευση της κάθε συλλογικότητας, αποδίδοντάς τους κάποια μοναδικά χαρακτηριστικά, επιτρέποντας έτσι την ανάπτυξη συλλογικών ταυτοτήτων που καθιστούν δυνατή την εθελοντική συνεργασία μεγάλων ομάδων ανθρώπων. Οι μύθοι είναι απαραίτητοι γιατί λειαίνουν την πάντοτε σύνθετη πραγματικότητα. Αφηγήματα και ταυτότητες συντηρούνται και αναπαράγονται μέσα από περιοδικές τελετουργίες όπως οι εθνικές επέτειοι.

Για την πλειονότητα των Ελλήνων, η 25η Μαρτίου επιτελεί την τελετουργική της λειτουργία ικανοποιητικά, αν και μάλλον επιφανειακά. Η διακοπή της εργασιακής ρουτίνας υπογραμμίζει την ιδιαίτερη χροιά της ημέρας. Το σχολείο και, σε μικρότερο βαθμό, η τηλεόραση μας θυμίζουν πώς δημιουργήθηκε η σύγχρονη Ελλάδα και πώς συνδέεται με τους παλαιότερους πολιτισμούς που ευδοκίμησαν στον κοινό μας γεωγραφικό χώρο. Το αφήγημα τονίζει χαρακτηριστικά όπως ο ηρωισμός, η αγωνιστικότητα, η αυτοθυσία και η ανάγκη ενότητας, ενώ καυτηριάζει τη ροπή προς τις διαιρέσεις και τον διχασμό. Εμμεσα υπογραμμίζεται και η σύνδεση του έθνους με την Εκκλησία, πράγμα που εκφράζει και η παρουσία του σταυρού στο σημαντικότερο εθνικό σύμβολο, τη σημαία.

Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες εμφανίζονται και οι αμφισβητήσεις του αφηγήματος, που τονίζουν τις μεγάλες αντιφάσεις, τα μελανά σημεία και τα ταμπού του εθνικού μας αφηγήματος: από την ετερογενή και προβληματική συγκρότηση του επαναστατικού υποκειμένου (τι σχέση άραγε είχε ο κόσμος του Μακρυγιάννη με αυτόν του Μαυροκορδάτου;) έως τη χαοτική του ανάπτυξη, που οδήγησε σε ήττες και καταστροφές, περνώντας από τις ακρότητες εναντίον «εχθρικών» πληθυσμών (π.χ. Τριπολιτσά). Ορισμένοι από τους αμφισβητίες ενδιαφέρονται πραγματικά για την ιστορική αλήθεια, ενώ άλλων τα κίνητρα είναι πιο ποταπά: επειδή μισούν το έθνος, ονειρεύονται να το καταστρέψουν μέσα από την αποδόμηση των κεντρικών του αφηγημάτων. Παράλληλα, μια πλέον γραφική ομάδα αναβαπτίζει το εθνικό αφήγημα μέσα στην παλιομοδίτικη μαρξιστική κολυμβήθρα βαφτίζοντας την Ελληνική Επανάσταση «ταξική», αλλά διατηρώντας τα βασικά της χαρακτηριστικά απαράλλαχτα.

Σε γενικές γραμμές, οι αμφισβητίες έχουν την ιστορία με το μέρος τους. Παραβλέπουν όμως πως τα αφηγήματα αυτά επιτελούν ψυχολογική και όχι ιστοριογραφική λειτουργία και αποτυγχάνουν να πείσουν την κοινωνία γιατί οι άνθρωποι τα εγκαταλείπουν μόνο όταν προκύψουν νέα, πιο ελκυστικά αφηγήματα.

Παρ’ όλη την αντοχή τους στον χρόνο, τα εθνικά αφηγήματα δεν είναι άφθαρτα. Ετσι, δεν είναι καθόλου απίθανο να δούμε το αφήγημα του 1821 να ξεθωριάζει και να αφυδατώνεται σταδιακά όλο και περισσότερο, καθώς το περιεχόμενό του θα ασκεί μικρότερη έλξη, ενώ οι αντιφάσεις και τα κενά του θα γίνονται ολοένα και πιο εμφανή.

Κάτι τέτοιο θα συνιστούσε αναμφισβήτητα αρνητική εξέλιξη, γιατί ένα αδύναμο αφήγημα μεταφράζεται σε αδύναμη ταυτότητα και, επομένως, χαμηλής ποιότητας συλλογική δράση και συνεργασία, με όλες τις προφανείς συνέπειες που προκύπτουν.

Τι μπορεί να γίνει; Ανάμεσα στην αποδόμηση και στη στείρα επανάληψη υπάρχει η αναθεώρηση. Η ιστορία του πολέμου της ανεξαρτησίας είναι συναρπαστική. Το πώς μια μικρή ομάδα ανθρώπων με ελάχιστους πόρους και πιθανότητες επιτυχίας κατάφερε το (σχεδόν) ακατόρθωτο είναι μια ιστορία που οι περισσότεροι αγνοούν. Οπως παραμένει ευρύτερα άγνωστος ο τρόπος με τον οποίο το πέτυχε, με τον καταπληκτικό χειρισμό συμβόλων, την ευρύτητα αντίληψης, τη μοναδική εφευρετικότητα, την ασυνήθιστη εξωστρέφεια, αλλά και μπόλικη τύχη (όμως δεν λένε πως η τύχη βοηθά τους τολμηρούς;).

Σήμερα, σχεδόν δύο αιώνες μετά τα γεγονότα που οδήγησαν στη δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού έθνους, μια κουρασμένη και απογοητευμένη κοινωνία αγκομαχά να ξαναβρεί τον βηματισμό της και διστάζει να πιστέψει στο μέλλον. Είναι μια μοναδική ευκαιρία να διηγηθούμε ξανά το ιδρυτικό μας αφήγημα, με τρόπο που να ανταποκρίνεται στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή