Τα μηνύματα του Eurogroup ανησυχούν την Αθήνα

Τα μηνύματα του Eurogroup ανησυχούν την Αθήνα

3' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΣΟΦΙΑ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ

«Οσο πιο στενό είναι το μεταμνημονιακό πρόγραμμα» της Ελλάδας, «τόσο το καλύτερο», δήλωνε μετά το Eurogroup της Παρασκευής το εκτελεστικό μέλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μπενουά Κερέ εξηγώντας ότι «από τις 21 Αυγούστου η Ελλάδα δεν θα κρίνεται από την τρόικα αλλά από τις αγορές, που είναι διαφορετικό», εννοώντας ότι η Ελλάδα πρέπει να είναι προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει πιο αυστηρούς κριτές που δεν θα δεχθούν οποιοδήποτε πισωγύρισμα μεταρρυθμίσεων. Αλλωστε, ο ίδιος ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος άλλαζε το αφήγημα της κυβέρνησης για καθαρή έξοδο, αναφέροντας την περασμένη εβδομάδα ότι η μεταμνημονιακή παρακολούθηση από τους θεσμούς θα είναι πιθανώς πιο συχνή από τις εξαμηνιαίες αξιολογήσεις που συνηθίζονται για τις χώρες που έχουν βγει από προγράμματα στήριξης. «Πιθανόν να είναι τρεις ή τέσσερις επισκέψεις, αντί για δύο». Συγχρόνως τα –όλο πιο έντονα– παράπονα που διατυπώνονται για την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης δείχνουν πως το πλαίσιο επιτήρησης της χώρας θα είναι πολύ πιο αυστηρό από αυτό που αναμένει η κυβέρνηση.

Ομως, ίσως ο πιο σημαντικός λόγος για τον οποίο θα πρέπει η Αθήνα να αναμένει ένα αυστηρό μεταμνημονιακό πλαίσιο είναι η απόσταση που χωρίζει τους θεσμούς και τα «σκληρά» κράτη-μέλη του Βορρά όσον αφορά τα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους. Η βασική ανησυχία που εκφράζει το οικονομικό επιτελείο, αλλά και ο ίδιος ο Ευκλείδης Τσακαλώτος σε συναντήσεις του με τους εκπροσώπους των θεσμών είναι να μην κληθεί η Ελλάδα να κλείσει το χάσμα των δύο πλευρών συμφωνώντας σε αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις που θα ικανοποιούν και τους δύο, όμως σίγουρα όχι την Αθήνα.

Το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές έγκειται στο ότι η Γερμανία, μαζί με τη Φινλανδία, την Ολλανδία, την Αυστρία και τη Σλοβακία, θέλει ο μηχανισμός, στον οποίο το ύψος ελάφρυνσης του χρέους θα είναι αντιστρόφως ανάλογο με την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, να έχει συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις. Η Γερμανία και οι υπόλοιπες χώρες του Βορρά επιθυμούν να διασφαλίσουν ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να τηρεί τους δημοσιονομικούς στόχους, δεν θα κάνει πισωγυρίσματα στις μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη γίνει και θα συνεχίσει τις μνημονιακές της δεσμεύσεις. Η γερμανική θέση προτείνει να προβλέπεται και ένα «αυτόματο φρένο» στον μηχανισμό, σε περίπτωση που η Ελλάδα δεν θα τηρήσει τις παραπάνω προϋποθέσεις, οι οποίες βρίσκονται υπό διαπραγμάτευση, ενώ επιμένει ότι κάθε φορά που θα δίνεται ελάφρυνση χρέους αυτό θα γίνεται μόνον ύστερα από έγκριση του γερμανικού και των άλλων κοινοβουλίων.

Τα 4,1 δισ. των ANFAs

Από την άλλη, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της ΕΚΤ αλλά και της Γαλλίας, υποστηρίζει ότι ο μηχανισμός αυτός θα πρέπει να είναι αυτόματος και να μην υπόκειται σε πολιτικές πιέσεις και αποφάσεις κοινοβουλίων, γιατί έτσι θα έχει έντονο άρωμα μνημονίου. «Οσο πιο δυνατά και αξιόπιστα είναι τα μέτρα για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, όσο πιο εμπροσθοβαρής και όσο πιο αυτόματος είναι ο μηχανισμός, τόσο πιο χρήσιμα θα είναι για τις αγορές», δήλωσε ο κ. Κερέ. Οι Γάλλοι αλλά και η Επιτροπή προτείνουν όποια προϋπόθεση τεθεί τελικά για το χρέος να συνδεθεί με τα 4,1 δισ. ευρώ των ΑΝFAs (κέρδη των ευρωπαϊκών τραπεζών από ελληνικά ομόλογα) που θα επιστρέψουν τα επόμενα πέντε χρόνια στα ελληνικά ταμεία και σίγουρα όχι στον μηχανισμό.

Ο χρόνος μετράει αντίστροφα, καθώς το ΔΝΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι το διοικητικό του συμβούλιο θα πρέπει να λάβει την τελική απόφαση για το κατά πόσο θα συμμετάσχει με χρηματοδότηση σε ένα νέο ελληνικό πρόγραμμα μέχρι το τέλος Μαΐου. Η συμμετοχή του είναι σημαντική όχι τόσο για τη μικρή χρηματοδότηση που θα προσφέρει, αλλά γιατί αφενός μία σειρά από κοινοβούλια –κυρίως το γερμανικό– θέλουν να έχουν το Ταμείο ενεργό στην τελευταία εκταμίευση, ώστε να ικανοποιήσουν και τις πιο σκληρές ομάδες στα έδρανά τους, και αφετέρου για να υπάρχει και η επιβεβαίωση στις αγορές ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο με «σφραγίδα ΔΝΤ».

Την περασμένη Παρασκευή, ο κ. Τσακαλώτος παρουσίασε στους ομολόγους του το σχέδιο ανάπτυξης για τη χώρα μετά την έξοδο από το μνημόνιο. Ομως, παρά την εκτίμησή του ότι «οι θεσμοί ήταν πολύ ευχαριστημένοι με την αναπτυξιακή στρατηγική που παρουσιάσαμε», εκείνοι έχουν εκφράσει αμφιβολίες για σειρά προτάσεων, όπως η αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην αγορά εργασίας ή η σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού, που αναφέρονται στο σχέδιο. Συγχρόνως, είναι ξεκάθαρο πως το σχέδιο ανάπτυξης δεν είναι ιδιαιτέρως δεσμευτικό και ότι, σε περίπτωση που υπάρχει αλλαγή κυβέρνησης, ο επόμενος υπουργός Οικονομικών δεν θα αναγκαστεί να το εφαρμόσει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή