Μια φαμίλια, «καθρέφτης» της Ελλάδας

Μια φαμίλια, «καθρέφτης» της Ελλάδας

3' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΦΩΤΕΙΝΗ ΤΣΑΛΙΚΟΓΛΟΥ

Ο Ελληνας ασθενής. Μια ιστορία

εκδ. Καστανιώτης, 2018, σελ. 176

Μια φαμίλια, «καθρέφτης» της Ελλάδας-1

Αγνωστος μεταξύ αγνώστων, κάπου στη μακρινή Γενεύη, ένας άνδρας με το όνομα Monsieur Doros, βρίσκει το τέλος που έψαχνε. Είναι ο Ελληνας δάσκαλος Θεόδωρος Κεντρωτάς, ο οποίος νοσηλευόταν στην ψυχιατρική κλινική «Bel-Air». Οπως συμβαίνει με τους ανθρώπους που έχουν χαθεί μέσα στις δίνες του μυαλού τους, δεν υπάρχει συγκεκριμένη παθολογία που να εξηγεί την απόφασή τους να φτάσουν στο απονενοημένο διάβημα. Ο Κεντρωτάς είναι ο κλασικός Ελληνας ασθενής. Στο ολιγοσέλιδο μυθιστόρημά της, η Φωτεινή Τσαλίκογλου ψαύει αυτή την περιώνυμη ελληνική παθογένεια ιδωμένη μέσα από τη saga της οικογένειας Κεντρωτά. Ολοι τους με το ίδιο ονοματεπώνυμο – λες και η μοίρα έχει σφραγίσει πάνω τους ένα ανεξίτηλο χνάρι, το οποίο μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Τον Απρίλιο του 1980 θέτει τέρμα στη ζωή του ο Θεόδωρος Κεντρωτάς. Τον Απρίλιο του 1820, ο πρόγονός του, ομοίως Θεόδωρος Κεντρωτάς, ανασύρει από το χωράφι του, σε ένα νησί του Αιγαίου, μια γυμνόστηθη μαρμάρινη γυναίκα που θα αλλάξει όλες τις σταθερές της ζωής του.

Και τώρα, στον παρόντα χρόνο του μυθιστορήματος, ο γιος του αποθανόντος, χαμένος μέσα στη δική του ψυχική στενωπό, μεταβαίνει στην Ελβετία για την τελευταία πράξη του δράματος. Διότι, σε όλες τις φάσεις αυτής της οικογένειας ένα δράμα, ένα κυκλωτικό παιχνίδι της μοίρας, έρχεται να καθορίζει τις ζωές των πρωταγωνιστών.

Ο Κεντρωτάς που βρήκε το άγαλμα, το ερωτεύθηκε έως τελευταίου σπασμού, κι όμως χρειάστηκε να το πωλήσει στους ξένους, ναι, να προσφέρει τα άγια τοις κυσί, για τα προς το ζην. Ο Κεντρωτάς που έγινε δάσκαλος, πήρε μέρος στον Μεγάλο Πόλεμο και γύρισε ολότελα παραλλαγμένος, με ένα σκοτεινό αγρίμι να του τρώει την καρδιά, χρειάστηκε να μεταναστεύσει στην Ελβετία, διωγμένος από τους συγχωριανούς του και άδικα στιγματισμένος ότι αμαύρωσε την τιμή μιας μικρής μαθήτριάς του, της Μαριακώς. Ο άνθρωπος που δηλώνει αθώος και που με προσωπικό κόστος όρθωσε το ανάστημά του μπρος στη στενοκεφαλιά των συμπατριωτών του έτσι ώστε να σπουδάσει τα παιδιά τους, βρέθηκε στο εδώλιο και αναγκάστηκε να γίνει πλάνης εντός και εκτός του. Ο γιος του, ένας ηθοποιός που ζει μέσα από τη λυτρωτική και συνάμα παραπλανητική μάσκα των ρόλων του, συνομιλεί με τη νεκρή από καιρό μητέρα του και τώρα αναγκάζεται να παραλάβει τη σορό του πατέρα του και να τη μεταφέρει στο νησί τους.

Δεν είναι εύκολο να αναπτύξεις σε μικρή φόρμα την ιστορία μιας φαμίλιας και συνάμα να μιλήσεις για τα μεγάλα δράματα που έζησε και ζει η χώρα. Χρειάζεται μια ιδιαίτερη άσκηση στη λιτότητα για να ενσαρκώσεις σε λέξεις την άχρονη φθορά που περιβάλλει τους ήρωες. Η Τσαλίκογλου επιλέγει μια άκρως ποιητική πρόζα κι από αυτή τη θέση αρχής καταφέρνει να πυκνώνει εκεί που η πλοκή θα χρειαζόταν ευρεία ανάπτυξη και αφαιρεί τις λεπτομέρειες προς χάριν των σημαινόντων.

Η κορυφαία στιγμή

Ο σπαραχτικός μονόλογος του κλονισμένου Monsieur Doros αποτελεί την κορυφαία στιγμή του βιβλίου, καθώς συναιρεί όλα τα επιμέρους στοιχεία του προσωπικού (κι όχι μόνο) άχθους: «Το μάρμαρο είμαι εγώ. Τα κομμάτια είμαι εγώ. Η εκποίηση, η συναλλαγή, η δωρεά, η αποδοχή, η ικεσία, η βία, ο φόνος, η δολιοφθορά, ο πόλεμος, ο βιασμός μικρών παιδιών, ο αποκεφαλισμός των αιχμαλώτων, ο αγιασμός, τα κόκαλα, το θαύμα, το ψωμί, οι ντομάτες, η Ρουμπίνη, το λιόκουρνο, το Μαριακό, η Ανθούλα, ο γιος μου, είμαι εγώ. Το νησί, η Ελβετία, η λίμνη, ο Χαραλαμπής, η Φατμέ, η Σεχραζάτ, η Μπαχάρα, ο Αχμέτ, ο Μαξ, η Σμύρνη, οι φωτιές, είμαι εγώ. Tout ca c’ est moi. Moi Tout. Ολα μαζί θα εκπνεύσουμε σε ένα παγκάκι στο πάρκο, την ώρα που θα δύει ένας μεσημεριανός ήλιος. Τρεις το μεσημέρι. Mell Zoelle, je vais me promener, ο καιρός είναι καλός, θα επιστρέψω σύντομα».

Το τέλος έχει την ελευθερία μιας ελπίδας που προσωποποιείται στη μικρή κόρη του τελευταίου της φαμίλιας. Είναι ο φορέας του μέλλοντος – ο μοναδικός αναστολέας της προϊούσας φθοράς που έχει χτυπήσει τους πάντες. Τους πρωταγωνιστές, αλλά και τη χώρα. Ο «Ελληνας ασθενής» της Τσαλίκογλου είναι η λογοτεχνική απάντηση για το σαράκι που μας τρώει και που κάποια στιγμή πρέπει να μεταλλαχθεί σε ανέσπερο φως.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή