Αποψη: Η αιγιαλίτιδα ζώνη μπορεί να ορισθεί με Π.Δ.

Αποψη: Η αιγιαλίτιδα ζώνη μπορεί να ορισθεί με Π.Δ.

3' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε άρθρο τους στην «Κ», οι καθηγητές κ. Παραράς και Τσιλιώτης επικρίνουν την πρωτοβουλία του τέως υπουργού Εξωτερικών Ν. Κοτζιά να προβεί η Ελλάς σε επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης και του εθνικού εναερίου χώρου, κατ’ αρχάς στο Ιόνιο Πέλαγος, με Προεδρικά Διατάγματα και όχι με τυπικό νόμο που θα έχει την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Η κριτική τους ερείδεται στο γεγονός ότι το άρθρο 27 εδ. 1 του Συντάγματος ορίζει ότι «καμία μεταβολή στα όρια επικράτειας δεν μπορεί να γίνει χωρίς νόμο, που ψηφίζεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών». Επομένως, κατά τους συγγραφείς του εν λόγω άρθρου, «η όποια μεταβολή στο πλάτος της αιγιαλίτιδας ζώνης στο Ιόνιο Πέλαγος ή όπου αλλού θα πρέπει να γίνει με τυπικό νόμο, που πρέπει να ψηφιστεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών».

Ο ως άνω ισχυρισμός των δύο καθηγητών Συνταγματικού Δικαίου είναι εσφαλμένος και πλημμελής, καθώς δεν αναφέρει το βασικό τυπικό νόμο που παρέχει τη σχετική νομοθετική εξουσιοδότηση και που υιοθετήθηκε με την απαραίτητη κατά το Σύνταγμα πλειοψηφία, ήτοι τον κυρωτικό νόμο της Διεθνούς Συμβάσεως των Ηνωμένων Εθνών της 10ης Δεκεμβρίου 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας (Ν.2321/1995, ΦΕΚ Α΄ 136/1995). Ο Ν. 2321/1995 κύρωσε το επονομαζόμενο «Σύνταγμα των Ωκεανών», τη σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, οι διατάξεις της οποίας σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος έχουν υπερνομοθετική ισχύ και προβλέπουν (άρθρο 3) ότι τα παράκτια κράτη δύνανται να επεκτείνουν την αιγιαλίτιδά τους ζώνη μαζί με τον υπερκείμενο εναέριο χώρο έως τα 12 ναυτικά μίλια από τις γραμμές βάσης. Το άρθρο 2 του νόμου αυτού ορίζει ότι: «Η Ελλάδα έχει το αναφαίρετο δικαίωμα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 3 της κυρούμενης σύμβασης να επεκτείνει σε οποιονδήποτε χρόνο το εύρος της χωρικής θαλάσσεως μέχρι αποστάσεως 12 ναυτικών μιλίων. Για την εφαρμογή στην εσωτερική έννομη τάξη της διατάξεως αυτής… εκδίδονται σχετικά Προεδρικά Διατάγματα έπειτα από πρόταση του υπουργικού συμβουλίου».

Ο Ν. 2321 υιοθετήθηκε με συντριπτική πλειοψηφία (πάνω από 200 βουλευτές), πολύ παραπάνω από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών που επιτάσσει το άρθρο 27 εδ. 1 Σ. Η υιοθέτηση του νόμου αυτού δεν αφορούσε αποκλειστικά τη σύμβαση, αλλά και τη σχετική εξουσιοδότηση που περιείχε στο άρθρο 2. Επομένως, και η εξουσιοδότηση είχε λάβει την έγκριση της απόλυτης πλειοψηφίας του ελληνικού Κοινοβουλίου, ενώ δεν είναι γνωστό εάν εγέρθηκαν ζητήματα αντισυνταγματικότητας της εξουσιοδότησης ούτε κατά τη συζήτηση ούτε κατά την προπαρασκευή του σχετικού νόμου από την επιστημονική επιτροπή της Βουλής.

Περαιτέρω, δύναται να υποστηριχθεί ότι η ανάγκη εκ νέου υιοθέτησης σχετικού νόμου για την άσκηση ενός δικαιώματος που προβλέπεται στη σύμβαση Δικαίου Θαλάσσης θα ήτο αντίθετη και με μια τελεολογική και συστημική ερμηνεία της σχετικής διατάξεως του Συντάγματος. Πρώτον, ο σκοπός της διατάξεως της πρώτης παραγράφου του άρθρου 27 παρ. 1, συνίσταται στο ότι είτε η παραχώρηση εδαφικής επικράτειας π.χ. με συνθήκη, είτε κάθε νέα κτήση εδάφους θα πρέπει να έχει λάβει την έγκριση της Βουλής. Εν προκειμένω, όμως, δεν πρόκειται για μια νέα κτήση ή απώλεια, αλλά για την άσκηση ενός διεθνούς συμβατικού (και εθιμικού) δικαιώματος για το οποίο η Βουλή έχει ήδη δώσει την έγκρισή της με την κύρωση της σχετικής σύμβασης. Η Ελλάδα δεν μεταβάλλει de novo την εδαφική επικράτειά της, αλλά προβαίνει στην τυπική ολοκλήρωση μιας ήδη εγκριθείσας μεταβολής της επικρατείας της από το 1995. Δεύτερον, η θέση ότι δύναται να ασκούνται δικαιώματα από τη σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας άνευ νέας νομοθετικής διάταξης ενισχύεται από την ανάλογη ερμηνεία και εφαρμογή της διάταξης της δεύτερης παραγράφου του ίδιου άρθρου του Συντάγματος (άρθρο 27 εδ. 2), ότι «χωρίς νόμο, που ψηφίζεται από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, δεν είναι δεκτή στην ελληνική επικράτεια ξένη στρατιωτική δύναμη, ούτε μπορεί να διαμένει σε αυτή ή να περάσει μέσα από αυτή». Εάν εφαρμόζετο «τυπολατρικά» η ως άνω διάταξη, θα έπρεπε κάθε φορά που ασκούν το δικαίωμα της αβλαβούς διέλευσης ξένα πολεμικά πλοία, να συγκαλείται η Βουλή για να δίνει τη συγκατάθεσή της με την προβλεπόμενη απόλυτη πλειοψηφία, κάτι το οποίο αυτονοήτως δεν γίνεται.

Τέλος, επισημαίνεται ότι εάν αμφισβητούσαμε κάθε φορά τη νομιμότητα της σχετικής κυρωτικής πράξης της Βουλής θα ήταν σαν έμμεσα να αμφισβητείτο το ίδιο το παρεχόμενο από τη σύμβαση δικαίωμα. Θα ήταν σαν να θέταμε κάθε φορά την ίδια τη σύμβαση υπό την έγκριση του Κοινοβουλίου, το οποίο δεν συνάδει και με την υπερνομοθετική ισχύ των διατάξεών της και με τη σημασία την οποία αναμφίβολα έχει η συγκεκριμένη σύμβαση για την ελληνική εξωτερική πολιτική.

Συνεπώς, αντιθέτως με τους ισχυρισμούς των καθηγητών Παραρά και Τσιλιώτη, ο καθορισμός της αιγιαλίτιδας ζώνης και του εναερίου χώρου μπορεί νομίμως να ορισθεί με Προεδρικό Διάταγμα, όπως προβλέπει το άρθρο 2 του Ν. 2321/1995.

* Ο κ. Χρ. Κουτσονάσιος είναι δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή