Συναρπαστικό Κοντσέρτο Προκόφιεφ από τον Τίτο Γουβέλη

Συναρπαστικό Κοντσέρτο Προκόφιεφ από τον Τίτο Γουβέλη

2' 8" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O Τίτος Γουβέλης είναι ένας εξαιρετικός πιανίστας. Το επιβεβαίωσε ακόμα μία φορά κατά τη συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών στην αίθουσα «Φίλων της Μουσικής» στις 19 Οκτωβρίου, ερμηνεύοντας το δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο του Σεργκέι Προκόφιεφ υπό τη διεύθυνση του Φλαμανδού αρχιμουσικού Μισέλ Τίλκιν.

Κρίνοντας από την ποικιλία του ρεπερτορίου του, o Γουβέλης δεν επαναπαύεται. Κινείται με την ίδια άνεση σε έργα για σόλο πιάνο, σε έργα μουσικής δωματίου και στα μεγάλα συμφωνικά έργα, ενώ αναλαμβάνει διαρκώς νέες προκλήσεις, οι οποίες εξελίσσουν το ταλέντο του καθεμιά με διαφορετικούς τρόπους. Είναι φανερό ότι διαθέτει την τεχνική και τη δεξιοτεχνία, την ακρίβεια και την καθαρότητα που απαιτεί το μεγαλύτερο μέρος του ρεπερτορίου του 19ου και του 20ού αιώνα, στοιχεία τα οποία απαιτούν διαρκή άσκηση προκειμένου να διατηρηθούν σε υψηλό επαγγελματικό επίπεδο. Πάνω απ’ όλα, όμως, διαθέτει την απαραίτητη μουσικότητα και αισθητική καλλιέργεια, ώστε να αντιλαμβάνεται τα μείζονα στοιχεία κάθε σύνθεσης και τον τρόπο να τα αναδεικνύει. Χαρακτηριστικός ήταν ο τρόπος με τον οποίο απέδωσε την εκτενέστατη καντέντσα, η οποία καλύπτει σχεδόν το μισό από το πρώτο μέρος του Κοντσέρτου του Προκόφιεφ.

Ο καταιγισμός από νότες απέκτησε δομή και ειρμό, ώστε να βγάζει νόημα, τόσο αυτόνομα όσο και ως τμήμα του συνόλου της σύνθεσης. Για το συναίσθημα το έργο αυτό προβλέπει χώρο μόνο σε ένα περιορισμένο εδάφιο του τέταρτου μέρους, το οποίο ο Γουβέλης ανέδειξε με μεγάλη τρυφερότητα. Ομως και στα μεσαία μέρη του Κοντσέρτου, όπου συχνά κυριαρχεί η μηχανιστική γραφή, τυπική του μοντερνισμού και συνήθης σε αρκετά άλλα κοντσέρτα της ίδια εποχής, ο Γουβέλης δεν αρκέστηκε στην ακριβή και νευρώδη απόδοση, αλλά χρωμάτιζε διαρκώς τις φράσεις μέσα από την επιμέρους οργάνωση του υλικού και τονισμούς οι οποίοι αναπροσαρμόζονταν συνέχεια, στηρίζοντας τον διάλογο με την ορχήστρα. Μια εξαιρετική ερμηνεία, η οποία δίκαια οδήγησε σε καταιγιστικό χειροκρότημα.

Σε υψηλό επίπεδο κινήθηκε, επίσης, η ορχήστρα. Ξεκίνησε με το «Αφιέρωμα στον Κουπρέν» του Μορίς Ραβέλ, στα τέσσερα μέρη του οποίου ο Τίλκιν έδωσε ενδιαφέρον μέσα από τη διαρκή κίνηση κι έναν παλλόμενο ήχο με αποχρώσεις στα έγχορδα, των οποίων την ένταση διατήρησε σταθερά σε ευχάριστα χαμηλόφωνο επίπεδο. Ακόμα και στο πιο ζωηρό τελευταίο, η διεύθυνση του Τίλκιν είχε νεύρο, χωρίς να θυσιάσει την κομψότητα. Πολύ καλές υπήρξαν οι συνεισφορές των ξύλινων πνευστών, ιδιαίτερα δε του Γιάννη Οικονόμου στο όμποε.

Η βραδιά έκλεισε με την προσεγμένη, παρότι παλαιάς κοπής ερμηνεία της Εβδομης Συμφωνίας του Μπετόβεν. Η έμφαση ήταν στο ρομαντικό στοιχείο, ωστόσο ο Τίλκιν κράτησε και πάλι την ένταση χαμηλά και υπό έλεγχο, εκτός από το τελευταίο μέρος, όπου οι μουσικοί, και ιδιαίτερα τα κόρνα, προφανώς επηρεασμένοι από το ενθουσιώδες ύφος, ξέφυγαν από την τροχιά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή