Οι καρποί του Μαλεζάνι

3' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το ποδόσφαιρο έχει τη δική του, παράλογη πολλές φορές, λογική και δεν επιτρέπει την απεικόνιση μιας προσπάθειας με καθαρά μαθηματικούς όρους, αλλά τη συνδέει και με άλλες παραμέτρους, όχι απαραίτητα ορατές στην εξέδρα. Η αμερικανική λογική «ο πρώτος είναι πρώτος και ο δεύτερος τίποτα» είναι πολύ ισοπεδωτική για να κρίνει έναν επαγγελματία. Αν ίσχυε σε απόλυτο βαθμό, ο πλέον πετυχημένος προπονητής στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου σε συλλογικό επίπεδο θα ήταν ο Χουάν Ραμόν Ρότσα, που μέσα σε 2,5 χρόνια οδήγησε τον Παναθηναϊκό στους ημιτελικούς του Τσάμπιονς Λιγκ και κατέκτησε δύο πρωταθλήματα και δύο Κύπελλα. Κι όμως, το ίδιο το ποδόσφαιρο δεν τον αποδέχθηκε ούτε καν ως επαγγελματία προπονητή, παρά εκείνες τις επιτυχίες. Ακόμα και ο ίδιος ο Ρότσα, άλλωστε, βλέπει την προπονητική ως πάρεργο και δεν της αφοσιώθηκε ποτέ ψυχή τε και σώματι.

Με βάση τη λογική των αριθμών, ο Ρότσα μοιάζει με γίγαντα της προπονητικής απέναντι στον Αλμπέρτο Μαλεζάνι, έναν προπονητή που έζησε στον Παναθηναϊκό την άλλη πλευρά του νομίσματος. Οσο κι αν ο β΄ γύρος του ήταν καλός, όσο κι αν έκανε μερικά παιχνίδια-αναλαμπές σε υψηλό επίπεδο, όπως αυτά με τη Βέντερ και την Μπαρτσελόνα στην Αθήνα, ο Παναθηναϊκός του Μαλεζάνι απέτυχε από πλευράς αποτελεσμάτων, σε μια από τις χειρότερες περιόδους της ιστορίας του. Βαριές ήττες στην Ευρώπη, αποκλεισμός από τον Εργοτέλη στο Κύπελλο, έξω από τη διεκδίκηση του τίτλου από Γενάρη μήνα. Πολλά μαζεμένα μέσα σε μια χρονιά για να περάσουν χωρίς κλυδωνισμούς.

Κι όμως, ο Μαλεζάνι που δεν πέτυχε τίποτα απ’ αυτά που πέτυχε ο Ρότσα, έχει ένα βιογραφικό από τα καλύτερα που είχε ποτέ ένας προπονητής που πέρασε από την Ελλάδα. Στη θητεία του στο καμπιονάτο δεν εργάστηκε σε ομάδες-μεγαθήρια (Φιορεντίνα και Πάρμα ήταν οι καλύτερες) αλλά είχε την τύχη να δουλέψει με πολλούς μεγάλους παίκτες, που ο καθένας μόνος του έφτασε κάποια στιγμή να αξίζει όσο όλο το… ελληνικό πρωτάθλημα. Βερόν, Κρέσπο, Μπατιστούτα, Μούτου, Μπουφόν, Τζιλαρντίνο, Καναβάρο, Τιράμ, Πάολο Σόουζα είναι μερικοί από τους παίκτες που πέρασαν από τα χέρια του Μαλεζάνι. Πολλοί απ’ αυτούς ήταν δικές του επιλογές σε μικρή ηλικία, πριν ωριμάσουν ως παίκτες και φτιάξουν το μεγάλο τους όνομα. Οπως και να ‘χει, είναι σημαντικό ότι όλοι τους προόδευσαν με τον Μαλεζάνι, εκτόξευσαν την καριέρα τους και κανείς τους δεν πήγε χαμένος.

Αν η λογική των αριθμών έλεγε όλη την αλήθεια, το πέρασμα του Μαλεζάνι από τον Παναθηναϊκό εύκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αποτυχημένο. Είναι όμως έτσι; Αν δοθεί τώρα η απάντηση, θα είναι σε εντελώς θεωρητικό επίπεδο και θα σηκώνει πολλή συζήτηση. Η δημιουργία μιας ομάδας πάνω σε νέα πρόσωπα, βάσεις και νοοτροπία είναι ένα μακροπρόθεσμο στοίχημα και θα ήταν άδικο να κριθεί μόνο μέσα σε μια χρονιά. Η απάντηση θα δοθεί με μεγαλύτερη ασφάλεια σε μερικούς μήνες, όταν θα έλθει η ώρα να αποδώσουν καρπούς αυτά που έσπειρε ο Μαλεζάνι στην περίοδο που κλείνει σε λίγες μέρες. Αν η σοδειά είναι καλή, το μερίδιο του Ιταλού θα είναι το ανάλογο, έστω κι αν θα θερίσει άλλος όσα ο ίδιος έσπειρε. Αν όχι, θα πάρει πάλι το αντίστοιχο μερίδιο στην αποτυχία και θα διαψευσθεί για την ακλόνητη πίστη του στο πλάνο που με τόση θέρμη υποστήριξε. Ακόμα και τη βραδιά του αποχαιρετισμού, αυτό ζητούσε από τον κόσμο του Παναθηναϊκού, να πιστέψει, δηλαδή, σ’ αυτή την προσπάθεια γιατί είναι καλή προσπάθεια.

Η απόφαση για τη μη παραμονή του Μαλεζάνι είναι μια σύνθετη ιστορία. Δεν αρχίζει και τελειώνει μόνο στο οικογενειακό πρόβλημα του προπονητή, ούτε και έχει να κάνει μόνο με την αρνητική αποτίμηση της δουλειάς του. Αν τον ήθελε πολύ ο Παναθηναϊκός, το οικογενειακό πρόβλημα θα ήταν μεν πρόβλημα, αλλά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο λύση θα βρισκόταν. Αν δεν τον ήθελε θεωρώντας τον αποτυχημένο, η λύση θα είχε δοθεί πολύ πριν από το φινάλε της περιόδου, όπου άσχετα με την κατάληξη, η ομάδα έδειξε σημάδια βελτίωσης τόσο στα αποτελέσματα όσο και στη γενικότερη εικόνα της.

Ο Γιάννης Βαρδινογιάννης πρόσφερε μια πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα στήριξη στον Μαλεζάνι στις μέρες της μεγάλης κρίσης, αλλά έτσι όπως ξαναφούντωσε η ένταση μετά τον αγώνα με τον Ηρακλή, βρέθηκε σε δίλημμα: να κρατήσει έναν προπονητή που τον εμπιστεύεται και ξέρει την ομάδα, αλλά παραμένει στόχος, ή να δοκιμάσει πάλι από την αρχή, με όποιο ρίσκο συνεπάγεται αυτό; Διάλεξε τον δεύτερο δρόμο, περισσότερο επειδή φοβήθηκε ότι αν για οποιονδήποτε λόγο δεν ξεκινήσει καλά η επόμενη περίοδος με τον Μαλεζάνι στον πάγκο, θα υπάρξει τεράστια πίεση και θα κινδυνεύσει όλη η χρονιά. Τα παθήματα του παρελθόντος με τις συχνές αλλαγές προπονητών δεν πείθουν ότι η απόφαση αυτή είναι η σωστή, αλλά τη σωστή απάντηση και σ’ αυτό το ερώτημα μόνον ο χρόνος μπορεί να τη δώσει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή