Με το παγκοσμιο πρωτάθλημα στίβου να έχει φτάσει στα μισά του, μπορούν να εξαχθούν τα πρώτα συμπεράσματα για την ελληνική παρουσία. Πολλά μπορεί ν’ αλλάξουν, βεβαίως, έως το τέλος της διοργάνωσης (ας πούμε να πάρει μετάλλιο η Πηγή Δεβετζή στο τριπλούν), οπότε θ’ αλλάξουν και οι εντυπώσεις, όχι όμως και η ουσία.
Και ποια είναι αυτή; Οτι ο ελληνικός στίβος εξακολουθεί να κάνει αισθητή την παρουσία του, μολονότι πέρασε η χρυσή περίοδος των πολλών μεταλλίων. Οπως δεν βρισκόμαστε στην εποχή, κατά την οποία πανηγυρίζαμε για την πρόκριση ενός αθλητή σε τελική οκτάδα ευρωπαϊκού πρωταθλήματος (θυμηθείτε το 1986), έτσι δεν βρισκόμαστε και σ’ εκείνη, κατά την οποία, όταν η αποστολή αναχωρούσε για παγκόσμιο πρωτάθλημα, ο τότε αρχιπροπονητής, Οδυσσέας Παπατώλης, μιλούσε για 3-4 μετάλλια. Και η ομάδα επέστρεφε με 5-6.
Για τον ελληνικό στίβο και οι δύο αυτές περίοδοι ήταν ακραίες. Ούτε η μία ούτε η άλλη αντικατόπτριζαν το πραγματικό επίπεδο στο οποίο βρισκόταν ο στίβος μας.
Στην πρωτη, την κακή, υπήρχαν αθλητές ικανοί να διακριθούν και για εμάς, όπως πολλές φορές έχουμε επισημάνει, διάκριση δεν σημαίνει υποχρεωτικά μετάλλιο, αλλά θέση στον τελικό. Δυστυχώς, οι συνθήκες προετοιμασίας και, κυρίως, οι επιστημονικές γνώσεις των υπεύθυνων γι’ αυτήν, δεν επαρκούσαν για να οδηγήσουν τους αθλητές μας ψηλά. Εκεί όπου μπορούσαν. Γιατί μπορούσαν. Αυτό φαινόταν από τις επιδόσεις, που σημείωναν σε αγώνες ήσσονος σημασίας σε σχέση με τους Ολυμπιακούς και τα πρωταθλήματα Ευρώπης, όπως οι πανελλήνιοι, οι Βαλκανικοί και κάποια μίτινγκ.
Απο την άλλη, στην περίοδο που άρχισε με την κατάκτηση του χρυσού Ολυμπιακού μεταλλίου από τη Βούλα Πατουλίδου το 1992, κορυφώθηκε από το παγκόσμιο πρωτάθλημα της Αθήνας, το 1997, διατηρήθηκε εκεί ψηλά και έκλεισε, ουσιαστικά, με τους Ολυμπιακούς του 2004, φθάσαμε σε δυσθεώρητα ύψη. Τέτοια, που δεν μπορούσαμε να τα φανταστούμε το 1992. Ηταν, όμως, το επίπεδο του στίβου μας για τόσες επιτυχίες;
Οχι, ασφαλωσ. Διότι οι τεράστιες αυτές διακρίσεις δεν ήσαν προϊόντα συστηματικής δουλειάς πολλών χρόνων σε όλα τα επίπεδα.
Ησαν αποτέλεσμα της «τρέλας» και του ταλέντου κάποιων πρωταθλητών και διαφόρων γνώσεων μερικών προπονητών. Α, και του γεγονότος ότι το 2004 επρόκειτο να τελέσουμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Και η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή επιθυμεί η διοργανώτρια χώρα να διαθέτει αθλητές ικανούς να ξεχωρίσουν και να κατακτήσουν μετάλλια. Με ό,τι συνεπάγεται αυτή η επιθυμία της…
Πιστευουμε, λοιπόν, ότι οι πραγματικές δυνατότητες του ελληνικού στίβου είναι αυτές που δείχνει στα παγκόσμια πρωταθλήματα του 2005 και του 2007 και στο περσινό ευρωπαϊκό. Δηλαδή, μερικές θέσεις στην οκτάδα και ίσως 1-2 μετάλλια στα πρωταθλήματα κόσμου και σαφώς αυξημένα όλα αυτά στα ευρωπαϊκά.
Με αυτά που γράφουμε δεν σημαίνει πως αποκλείουμε του χρόνου, στους Ολυμπιακούς Αγώνες, να δούμε 3-4 αθλητές μας ν’ ανεβαίνουν στο βάθρο των νικητών. Πολλά γίνονται ώς τότε…