Καλώς τους κι ας άργησαν. Περί των Ολυμπιακών Αγώνων του Τόκιο ο λόγος, που από την Τετάρτη μπήκαν στη ζωή μας (τυπικά από χθες, με την τελετή έναρξης) και θα κυριαρχήσουν στην ειδησεογραφία –όχι μόνο στην αθλητική– έως πολύ μετά την ημέρα λήξης τους, στις 8 Αυγούστου.
Η διεξαγωγή τους πέρασε από «χίλια μύρια κύματα» λόγω του κορωνοϊού. Αναβλήθηκαν πέρυσι, αναβιώνοντας μνήμες του… 1940, όταν, εξαιτίας του Παγκοσμίου Πολέμου, ματαιώθηκαν οι Αγώνες του Τόκιο, το οποίο, τελικά, οργάνωσε Ολυμπιακούς το… 1964.
Υπήρξαν φόβοι για ματαίωσή τους και φέτος. Ομως, τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, που συνδέονται με αυτούς, επικράτησαν. Και, ιδού τώρα, περισσότεροι από 11.000 αθλητές θα διεκδικήσουν τον κότινο της νίκης (μεταφορικά) ή απλώς θα ζήσουν τ’ όνειρό τους.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι χωρίς θεατές οι Ολυμπιακοί είναι… φαγητό χωρίς αλάτι. Δεν θα διαφωνήσω. Αλλά όπως πολλοί άνθρωποι ζουν υποχρεωτικά με ανάλατα φαγητά, έτσι και οι αθλητές, που περίμεναν πώς και πώς (έχω μιλήσει με πολλούς) τους Αγώνες, θα… ζήσουν και με άδειες κερκίδες.
Μπορεί οι Ολυμπιακοί να έχουν ξεφύγει από το πνεύμα της λιτότητας, που κάποτε τους διέκρινε. Να έχουν γίνει λίγο… τσίρκο, με τα διάφορα αθλήματα που έχουν προστεθεί. Να έχουν πληγεί στο παρελθόν από σκάνδαλα ντόπινγκ. Αλλά, 125 χρόνια από την αναβίωσή τους, παραμένουν ένα φως που συνεχίζει (με ελάχιστες εξαιρέσεις) να ενώνει και να καταυγάζει τον κόσμο.
Για τους Ελληνες αθλητές, πάγια παραμένει η άποψή μου: ας κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν, ας πλησιάσουν ή ξεπεράσουν τις επιδόσεις τους κι ας καταταγούν τελευταίοι. Θα έχουν πετύχει. Αφήστε που, αν το κατορθώσουν, και μετάλλια θα πάρουμε και άλλες διακρίσεις θα έχουμε.