Η ιστορία που ήρθε στο φως πριν από μερικές ημέρες και αφορούσε στην σεξουαλική κακοποίηση τουλάχιστον 37 γυναικών που εργάζονταν στα Harrords, από τον τότε ιδιοκτήτη Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ, είχε αντίκτυπο μεταξύ άλλων και στη Φούλαμ. Η σκιά που έπεσε πάνω από τον σύλλογο της Premier League ήταν βαριά, καθώς, όπως προκύπτει από τις αποκαλύψεις, η ομάδα ανήκε κάποτε σε «ένα τέρας», κάτι που αποδέχονται πλέον και οι οπαδοί της.
Πριν από λίγο καιρό, το BBC έφερε στη δημοσιότητα μαρτυρίες περισσότερων από 20 γυναικών, πρώην υπαλλήλων του λονδρέζικου πολυκαταστήματος Harrods, οι οποίες ισχυρίζονται ότι ο Αιγύπτιος επιχειρηματίας τις κακοποίησε σεξουαλικά. Πέντε δήλωσαν ότι βιάστηκαν από τον ίδιο. Ο Αιγύπτιος επιχειρηματίας, ο οποίος πέθανε πέρυσι σε ηλικία 94 ετών, ήταν ιδιοκτήτης του Harrods από το 1985 έως το 2010 και της Φούλαμ από το 1997 έως το 2013, συνδέοντας το όνομά του με μερικές από τις καλύτερες μέρες της ομάδας.
Η παρουσία της Φούλαμ στη σύγχρονη εποχή είναι βαθιά συνδεδεμένη με τον Αλ Φαγέντ. Αγόρασε τον σύλλογο το 1997 και πέρασε 16 χρόνια στην ηγεσία του, πριν τον πουλήσει στον σημερινό ιδιοκτήτη Σαχίντ Καν, το 2013. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο Αιγύπτιος μεγιστάνας βοήθησε στην άνοδο της ομάδας από την τρίτη κατηγορία στην Premier League, όπου έφτασε μέχρι την 7η θέση, κάτι που μέχρι τότε αποτελούσε ρεκόρ. Το 2010, η Φούλαμ έφτασε για πρώτη φορά στον τελικό μεγάλης ευρωπαϊκής διοργάνωσης, του Europa League. Δημιούργησε επίσης την πρώτη επαγγελματική γυναικεία ομάδα στην Ευρώπη και αγόρασε το 1999 το σημερινό προπονητήριο του συλλόγου, το Motspur Park.
Από τότε που προβλήθηκε το ντοκιμαντέρ στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι δικηγόροι, που εκπροσωπούν 37 από τις κοπέλες που κακοποιήθηκαν, δήλωσαν ότι έχουν ανοίξει περισσότερες από 150 νέες γραμμές έρευνας. Οι εν λόγω δικηγόροι, με επικεφαλής τους Ντιν Αρμστρονγκ, Μπρους Ντράμοντ και Μαρία Μούλα, περιέγραψαν τον Αλ Φαγέντ ως έναν «κατά συρροή σεξουαλικό κακοποιητή» επί 25 χρόνια, που συνδυάζει «τα πιο φρικτά στοιχεία των υποθέσεων που αφορούν τον Τζίμι Σάβιλ, τον Τζέφρι Επστιν και τον Χάρβεϊ Γουαϊνστάιν».
Ο Σάβιλ, πρώην παρουσιαστής της βρετανικής παιδικής τηλεόρασης, χαρακτηρίστηκε από την αστυνομία «αρπακτικό και σεξουαλικός δράστης», έπειτα από εκατοντάδες καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση μετά τον θάνατό του το 2011, με πολλά από τα θύματά του να συνδέονται με την τηλεόραση και τη φιλανθρωπική του δράση. Ο Επστιν, χρηματοοικονομικός σύμβουλος, γνωστός για τις σχέσεις του με διασημότητες και εκατομμυριούχους, καταδικάστηκε για διακίνηση ανθρώπων με σκοπό το σεξ και κατηγορήθηκε ότι προμήθευε γυναίκες και παιδιά για να κακοποιηθούν από τον ίδιο και συνεργάτες του. Τέλος, ο Γουαϊνστάιν, σημαίνων κινηματογραφικός παραγωγός, καταδικάστηκε για σεξουαλική επίθεση, κακοποίηση και βιασμό, έπειτα από καταγγελίες περισσότερων από 100 γυναικών, οι οποίες τον κατηγόρησαν ότι καταχράστηκε τη θέση ισχύος του στο Χόλιγουντ.
«Οι περισσότεροι σοκαρίστηκαν και αηδίασαν», δήλωσε ο Τομ Γκρέιτρεξ, πρόεδρος του συνδέσμου υποστηρικτών της Φούλαμ
Σε αυτή τη λίστα προστέθηκε και ο Αλ Φαγέντ που πέθανε πέρυσι, σε ηλικία 94 ετών, και τώρα οι γυναίκες αισθάνθηκαν αρκετά ασφαλείς για να μιλήσουν. «Θέλουν να γίνουν μέρος αυτού του κινήματος που θέλει να διασφαλίσει ότι αυτά τα πράγματα δεν θα ξανασυμβούν στο μέλλον για τα δικά τους παιδιά», δήλωσε η δικηγόρος Μαρία Μούλα.
Οσα είχε πετύχει η Φούλαμ, όταν στο διοικητικό τιμόνι ήταν ο Αλ Φαγέντ, τον είχαν μετατρέψει στα μάτια των οπαδών σε ένα είδος ήρωα. Τώρα αυτό δεν ισχύει. «Οι περισσότεροι σοκαρίστηκαν και αηδίασαν», δήλωσε ο Τομ Γκρέιτρεξ, πρόεδρος του συνδέσμου υποστηρικτών της Φούλαμ. «Ολοι γνώριζαν ότι ήταν αμφιλεγόμενος χαρακτήρας, αλλά δεν νομίζω ότι κάποιος από τους οπαδούς της Φούλαμ είχε οποιαδήποτε υποψία για τέτοιου είδους συμπεριφορά. Η θετική εικόνα που είχαμε για αυτόν δεν είναι δυνατόν να παραμείνει πλέον».
Εκτός από την… υστεροφημία του στις εξέδρες του «Κρέιβεν Κότατζ», υπάρχουν σοβαρά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν. Οι δικηγόροι που εκπροσωπούν τα θύματα δήλωσαν πρόσφατα ότι εξετάζουν τη συμπεριφορά του και στη Φούλαμ. «Δεν εκπροσωπούμε, σε αυτό το στάδιο, καμία γυναίκα που, για παράδειγμα, υπέστη επιθέσεις στην ποδοσφαιρική ομάδα της Φούλαμ», δήλωσε η δικηγόρος Μούλα. «Αλλά οι έρευνές μας προφανώς συνεχίζονται».
Ο σύλλογος και τα πολυκαταστήματα ήταν κάτι σαν συγκοινωνούντα δοχεία. Οι παίκτες έπαιρναν συχνά μέρος σε εκδηλώσεις που πραγματοποιούνταν σε αυτά και βέβαια μπορούσαν να ψωνίζουν με πολύ μεγάλη έκπτωση. Διευθυντές και CEO άλλαζαν συχνά θέση από την ομάδα στα Harrods και το αντίστροφο. Για παράδειγμα ο Τζον ΜακΝαμάρα, πρώην ντετέκτιβ της Μητροπολιτικής Αστυνομίας και μέλος της ασφάλειας του Αλ Φαγέντ, κατηγορήθηκε από τα θύματα, στο ντοκιμαντέρ του BBC, για απειλές. Παράλληλα, υπήρξε και διευθυντής του συλλόγου, μετά την εξαγορά από τον Αιγύπτιο.
Ο Αλ Φαγέντ υπήρξε πολύ διάσημος, προσκαλώντας συχνά στο γήπεδο αστέρες, όπως ο Μάικλ Τζάκσον, για να παρακολουθήσουν αγώνες, ενώ ο ίδιος, κάνοντας επίδειξη, περπατούσε γύρω από τον αγωνιστικό χώρο, ανεμίζοντας ένα ασπρόμαυρο κασκόλ.
Πλέον, σύλλογος και οπαδοί έχουν έρθει αντιμέτωποι με το γεγονός ότι, ενώ η ομάδα τους ανέβηκε στην ποδοσφαιρική πυραμίδα της Premier League, αυτό έγινε στη θητεία ενός ανθρώπου που περιγράφεται από την πλειονότητα των θυμάτων του ως «αρπακτικό». Στο στόχαστρο είναι δεδομένο ότι θα μπει και η αντίστοιχη συμπεριφορά του στα γραφεία της Φούλαμ. Μιλώντας πρόσφατα στο BBC, ο Γκοτ Χαουγκένες, προπονητής της γυναικείας ομάδας της Φούλαμ, μεταξύ 2000 και 2001, τόνισε πως το προσωπικό προσπάθησε να προστατεύσει τις παίκτριες από τον Αλ Φαγέντ. «Δεν είναι η μεγαλύτερη έκπληξη», είπε. «Γνωρίζαμε ότι του άρεσαν τα νεαρά, ξανθά κορίτσια. Οπότε απλά φροντίσαμε να μην μπορούν να προκύψουν καταστάσεις. Προστατεύσαμε τις παίκτριες».
«Η κληρονομιά του είναι αμαυρωμένη», δήλωσε ο Νταν Κράφορντ, οπαδός της Φούλαμ και συντάκτης της ειδησεογραφικής ιστοσελίδας Hammy End Fulham
Στο ίδιο πλαίσιο είχε κινηθεί με ανακοίνωσή του και ο αγγλικός σύλλογος. «Είμαστε βαθύτατα προβληματισμένοι για τις ανησυχητικές αναφορές μετά το χθεσινό ντοκιμαντέρ. Εχουμε ειλικρινή ενσυναίσθηση για τις γυναίκες που μοιράστηκαν τις εμπειρίες τους. Βρισκόμαστε στη διαδικασία να διαπιστώσουμε αν κάποιος στον σύλλογο έχει επηρεαστεί», ανέφερε στην ανακοίνωση.
Μέχρι την περασμένη εβδομάδα, οι οπαδοί τραγουδούσαν τακτικά ένα από τα τρία συνθήματα που αναφέρονταν στον Αλ Φαγέντ, παρά το γεγονός ότι είχε αποχωρήσει από την ιδιοκτησία πάνω από μια δεκαετία νωρίτερα. Στο τελευταίο εντός έδρας παιχνίδι εναντίον της Νιούκαστλ, ωστόσο, αυτά τα συνθήματα δεν ακούστηκαν, παρά τον ενθουσιασμό για τη νίκη. «Ελπίζω ότι αυτό είναι το τέλος. Κάθε οπαδός της ομάδας μπορεί ξεχωριστά να εκτιμήσει ή όχι την προσφορά του, αλλά δεν μπορείς να τραγουδάς για έναν άνθρωπο που έχει κάνει τόσο φρικτά πράγματα», ανέφερε ένας φίλος της ομάδας βγαίνοντας από το γήπεδο.
«Το πιο σημαντικό είναι να αναγνωρίσουμε τη γενναιότητα των θυμάτων που προχώρησαν σε καταγγελίες», δήλωσε η Ρέιτσελ Στίβενς, οπαδός της Φούλαμ και ιδρύτρια της γυναικείας ομάδας οπαδών Fulham Lillies
«Η κληρονομιά του είναι αμαυρωμένη», δήλωσε ο Νταν Κράφορντ, οπαδός της Φούλαμ και συντάκτης της ειδησεογραφικής ιστοσελίδας Hammy End Fulham. «Μπορείς να το αξιολογήσεις μόνο έχοντας όλα τα στοιχεία μπροστά σου. Ομως δεν μπορούμε να αποσιωπήσουμε τα γεγονότα που παρουσιάζονται και εμφανίζουν ένα τερατώδες κομμάτι του χαρακτήρα του».
«Το πιο σημαντικό πράγμα είναι να αναγνωρίσουμε τη γενναιότητα των θυμάτων που προχώρησαν σε καταγγελίες στο Harrods», δήλωσε η Ρέιτσελ Στίβενς, οπαδός της Φούλαμ και ιδρύτρια της γυναικείας ομάδας οπαδών Fulham Lillies. «Η κοινότητα της Φούλαμ έδωσε τη σωστή απάντηση με το να αποσύρει τα συνθήματα. Αυτό θα είναι το σωστό για εμάς. Αυτή είναι μια πραγματικά θετική αντίδραση, δείχνει σεβασμό στα θύματα και σεβασμό για άλλες γυναίκες που έχουν πέσει θύματα βίας και κακοποίησης».
Τα φώτα της δημοσιότητας θα παραμείνουν στη Φούλαμ καθώς οι έρευνες για τον Αλ Φαγέντ συνεχίζονται και όλο και πιο «ισχυρές» μαρτυρίες θα συνεχίσουν να δημοσιοποιούνται. Η Νατάσα, θύμα του Al Fayed ενώ εργαζόταν στο Harrods, παραιτήθηκε εν μέρει από το δικαίωμά της στην ανωνυμία για να μιλήσει στη συνέντευξη Τύπου των επιζησάντων του Harrods. Περιέγραψε την κλιμακούμενη κακοποίηση που υπέστη σε ηλικία 19 ετών. Είπε επίσης ότι για τις κοπέλες-θύματα, η δημοσιοποίηση αυτής της ιστορίας είχε εν μέρει να κάνει και με την αλλαγή των συναισθημάτων που υπήρχαν για τον Αλ Φαγέντ, αποκαλύπτοντας τον πραγματικό του χαρακτήρα, κάτι που γίνεται ήδη στις εξέδρες του «Κρέιβεν Κότατζ». «Είναι ωραίο συναίσθημα να αλλάζουμε την κληρονομιά ενός ανθρώπου που ήταν πραγματικά ένα τέρας», είπε…