Το όνομα και η φωνή του Ντικ Μπάτον έχουν συνδεθεί άρρηκτα με το αμερικανικό καλλιτεχνικό πατινάζ. Πρόκειται για τον πρώτο Aμερικανό Ολυμπιονίκη του αθλήματος, o οποίος, όμως, μπορεί να υπερηφανεύεται ότι υπήρξε και πρωταθλητής Ευρώπης παρόλο που αγωνίστηκε με την αστερόεσσα.
O Ντικ Μπάτον γεννήθηκε στο Ινγκλγουντ του Νιου Τζέρσεϊ. Οταν ήταν μικρός παρακολουθούσε τους μεγαλύτερους αδελφούς του να κάνουν πατινάζ και σε ηλικία πέντε ετών άρχισε να παίρνει κρυφά τα πατίνια τους και να χορεύει στον πάγο. Ο πρωταθλητισμός, όμως, δεν ήταν μέσα στα σχέδιά του. Τα πάντα άλλαξαν όταν ήταν 11 ετών. Ο πατέρας του, του έκανε δώρο για τα Χριστούγεννα ένα ζευγάρι πατίνια του χόκεϊ γιατί, όπως του είπε, δεν είχε ταλέντο για να γίνει αθλητής του καλλιτεχνικού πατινάζ. Ο μικρός πείσμωσε, τα πατίνια αντηλλάγησαν και ο πατέρας του προσέλαβε για προπονητή τον Τζόε Κάρολ. Και ο Κάρολ πίστευε ότι ο Ντικ δεν έχει μέλλον στα παγοδρόμια.
Οι γονείς του Ντικ, ύστερα από επιμονή του γιου τους, προσέλαβαν τον Γκούσταβ Λούσι, ο οποίος έμελλε να γίνει ο προπονητής που θα οδηγούσε τον Μπάτον σε όλες τις επιτυχίες του. Ο γεννημένος στην Ελβετία, Γκούσταβ Λούσι, υπήρξε αθλητής του σκι αλλά ένα ατύχημα τον έκανε να αντιπαθήσει το άθλημα αλλά όχι όλα τα… κρύα σπορ. Ασχολήθηκε ως προπονητής με το καλλιτεχνικό πατινάζ και εκτός από τον Μπάτον συνδύασε το όνομά του με τις επιτυχίες και άλλων πρωταθλητών.
Η προπόνηση με τον Λούσι βελτίωσε γρήγορα τις ικανότητες του μικρού Ντικ και αναδείχθηκε το φυσικό του ταλέντο. Στον πρώτο του αγώνα, για το πρωτάθλημα των Ανατολικών Πολιτειών, το 1943, κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο, πίσω από τον Τζον Πιερ Μπρουνέτ. Τον επόμενο χρόνο αγωνίστηκε και πρώτευσε στο εθνικό πρωτάθλημα των αρχάριων, στη συνέχεια κατέκτησε τον τίτλο στους έφηβους και το 1946 πρώτευσε στο αμερικανικό πρωτάθλημα ανδρών. Ηταν μόλις 16 ετών και μέσα σε τρία έτη κατέκτησε τρεις διαφορετικούς τίτλους. Νωρίτερα είχε δοκιμάσει τις δυνατότητές του και στα ζευγάρια, με παρτενέρ την Μπάρμπαρα Τζόουνς, αλλά, γρήγορα, προτίμησε τον… μοναχικό αθλητισμό.
Το 1947 διεξήχθη το πρώτο, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πρωτάθλημα Κόσμου. Ο Ντικ Μπάτον ήταν, μόλις, 17 ετών όταν αγωνίστηκε στη Στοκχόλμη. Οι κριτές υποκλίθηκαν στις ικανότητές του αλλά το χρυσό μετάλλιο το έδωσαν στον Ελβετό, Χανς Γκερσχβίλερ. Ο Αμερικανός παρόλο που ξεχώρισε στο ελεύθερο πατινάζ περιορίστηκε στο ασημένιο μετάλλιο. Ηταν η πρώτη και η τελευταία φορά που θα ανέβαινε στη δεύτερη θέση του βάθρου. Στη διοργάνωση γνωρίστηκε με τον Σουηδό, 10 φορές παγκόσμιο πρωταθλητή, Ούλριχ Σαλχόφ, ο οποίος θεώρησε ότι οι κριτές αδίκησαν τον νεαρό Αμερικανό.
Το όνομα του Ντικ Μπάτον μπορεί να έχει γίνει γνωστό σε όλο τον κόσμο του πάγου αλλά ο 17χρονος, μακριά από τα παγοδρόμια, είναι ένας καλός μαθητής που παίζει με τους συμμαθητές του ποδόσφαιρο και μπέιζμπολ.
Το 1947 τελειώνει και το σχολείο και αποφασίζει να αφιερώσει την επόμενη χρονιά στην προετοιμασία του για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Με προτροπή του προπονητή του, Γκούσταβ Λούσι, ο Ντικ αλλάζει το ελεύθερο πρόγραμμά του, το οποίο περιλαμβάνει εντυπωσιακές αλλά και επικίνδυνες φιγούρες. Οι κριτές εντυπωσιάζονται και το 1948 είναι… η χρονιά του.
Η στιγμή της καταξίωσης
Με στόχο την αρτιότερη προετοιμασία, ο Ντικ Μπάτον αποφάσισε να αγωνιστεί στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 1948 (Πράγα Τσεχοσλοβακίας). Οι Ευρωπαίοι, τότε, είχαν δεχτεί τη συμμετοχή Αμερικανών στη διοργάνωση. Εξάλλου, ο 18χρονος είχε και έναν… ανοιχτό λογαριασμό με τον Ελβετό, Χανς Γκερσχβίλερ από το παγκόσμιο του 1947.
Στο Ευρωπαϊκό της Πράγας, ο Ντικ είχε την ευκαιρία να δείξει στους κριτές και το κοινό τα εντυπωσιακά στοιχεία του προγράμματός του. Τους μάγεψε και το χρυσό μετάλλιο μπήκε στην τροπαιοθήκη του. Τώρα, σειρά είχαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Σεντ Μόριτζ. Δύο ημέρες πριν από τον αγώνα κατάφερε να προσγειωθεί σε ένα τέλειο διπλό «άξελ» (άλμα με διόμισι περιστροφές στον αέρα). Στον αγώνα, όταν μπήκε στο παγοδρόμιο εκτός από το «άξελ» εκτέλεσε ένα εντελώς πρωτοποριακό πρόγραμμα. Επίσης, έκανε και μία άσκηση που πήρε το όνομά του (καμήλα Μπάτον). Οκτώ από τους εννέα κριτές τού έδωσαν την πρώτη θέση. Εκείνη τη χρονιά έγινε ο μόνος, μέχρι σήμερα, Αμερικανός που κέρδισε και στις πέντε μεγάλες διοργανώσεις του αθλήματος: Ολυμπιακούς Αγώνες, Πρωταθλήματα Κόσμου, Ευρώπης, Βορείου Αμερικής και των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι επιτυχίες του Μπάτον βοήθησαν την Αμερική να αποκτήσει επιρροή στο καλλιτεχνικό πατινάζ, το οποίο μέχρι τότε «διοικούσαν» οι Ευρωπαίοι.
Μπορεί το όνομα του Μπάτον να είχε γραφτεί με χρυσά γράμματα στον αθλητισμό, ο ίδιος, όμως, δεν ήθελε να ασχοληθεί μόνο με αυτό. Οι εκπρόσωποι του Πανεπιστημίου Γέιλ δεν του έδιναν ελεύθερο χρόνο για να ασχοληθεί με τον αθλητισμό και, έτσι, επέλεξε να σπουδάσει νομική στο Χάρβαρντ. Το 1949 έγινε ο πρώτος αθλητής του καλλιτεχνικού πατινάζ που τιμήθηκε με βραβείο «Sullivan».
Πρωταγωνιστής στον πάγο και στο… γυαλί
Σε όποια διεθνή διοργάνωση αγωνίζεται ο Ντικ Μπάτον η πρώτη θέση στο βάθρο είναι δική του, χάρη στο πρωτοπόρο και εντυπωσιακό πρόγραμμά του. Μεγάλος στόχος οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1952.
Στο Οσλο της Νορβηγίας, ο Αμερικανός παρουσίασε έναν μαγευτικό συνδυασμό ασκήσεων που περιελάμβαναν και προσγείωση με τριπλό άλμα. Κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο και ολοκλήρωσε την καριέρα του ως ερασιτέχνης αθλητής.
Οι σπουδές πέρασαν σε πρώτο πλάνο και στον ελεύθερο χρόνο του έπαιρνε μέρος σε παραστάσεις καλλιτεχνικού πατινάζ. Το 1960 ασχολήθηκε με την περιγραφή αγώνων για την τηλεόραση. Αλλοι τον θεωρούσαν δίκαιο και άλλοι πίστευαν ότι έδειχνε σε κάποιους εύνοια.
O Ολυμπιονίκης, ως ηθοποιός, έχει ερμηνεύσει ρόλους σε πολλές ταινίες, θεατρικές παραστάσεις, τηλεοπτικές σειρές ενώ έχει πάρει μέρος και ως κριτής σε τηλεοπτικά σόου.
Το 1975 παντρεύτηκε την προπονήτρια πατινάζ, Σλάβκα Κόχουτ, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά και ύστερα πήραν διαζύγιο. Τρία χρόνια αργότερα υπήρξε θύμα επίθεσης νεαρών στο Σέντραλ Παρκ. Οι δράστες κρατούσαν ρόπαλα του μπέιζμπολ, είχαν ως στόχο ομοφυλόφιλους και ο Μπάτον βρέθηκε, τυχαία, στον χώρο. Ο σοβαρότερος τραυματισμός, όμως, στη ζωή του ήρθε στις 31/12/2000. Κατά τη διάρκεια της καθημερινής του προπόνησης στο δημόσιο παγοδρόμιο της Νέας Υόρκης χτύπησε σοβαρά στο κεφάλι. Πέρασαν τρεις μήνες για να επανέλθει στις φυσιολογικές δραστηριότητές του αλλά δεν ξαναφόρεσε παγοπέδιλα.
Στον ελεύθερο χρόνο του ασχολείται με το 50 στρεμμάτων μαγευτικό αγρόκτημα που έχει δημιουργήσει στο Βόρειο Σάλεμ της Νέας Υόρκης, ενώ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βανκούβερ, παρά τα 81 χρόνια του, ήταν από τους βασικούς σχολιαστές του αγαπημένου του αθλήματος.