Η Ελλάδα εξάγει… άμυνα

3' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το περιβραχιόνιο του αρχηγού της Μπορούσια Ντόρτμουντ είναι στο μπράτσο του Ελληνα κεντρικού αμυντικού Σωκράτη Παπασταθόπουλου. Το περιβραχιόνιο του Αμβούργου στο χέρι του Ελληνα στόπερ Κυριάκου Παπαδόπουλου. Η Μπάγερ Λεβερκούζεν έκανε τη δεύτερη ακριβότερη μεταγραφή της ιστορίας της, αποκτώντας έναν έφηβο κεντρικό αμυντικό από την Ελλάδα, τον Παναγιώτη Ρέτσο… Τι είναι λοιπόν αυτό που τραβά τόσο πολύ τις γερμανικές (και όχι μόνο) ομάδες στην ελληνική αγορά αμυντικών ποδοσφαιριστών;

Δεν είναι βεβαίως μόνο η Μπουντεσλίγκα, ούτε μόνο στο 2017 που μεσουρανούν οι Ελληνες αμυντικοί στα ευρωπαϊκά γήπεδα. Από το άνοιγμα των συνόρων με την υπόθεση Μποσμάν, δεκάδες Ελληνες αμυντικοί πήραν των… ομματιών τους για να παίξουν μπάλα στα μεγαλύτερα πρωταθλήματα της Ευρώπης, στον βαθμό που ούτε μέσοι ούτε επιθετικοί από τη χώρα μας τα κατάφεραν ποτέ. Διεθνείς μπακ όπως ο Τραϊανός Δέλλας (σε Αγγλία και Ιταλία), ο Νίκος Νταμπίζας (στην Αγγλία), ο Βαγγέλης Μόρας (σε Ιταλία και Αγγλία), ο Γιούρκας Σεϊταρίδης (σε Πορτογαλία, Ισπανία και Ρωσία), ο Μαρίνος Ουζουνίδης και ο Μιχάλης Καψής (αμφότεροι στη Γαλλία), άφησαν πολύ καλές εντυπώσεις, αποτελώντας και αυτοί διαφήμιση για το εξαγώγιμο προϊόν της Ελλάδας που λέγεται αμυντικοί.

Σήμερα μεσουρανεί και ο Κώστας Μανωλάς στην Ιταλία και αναμένεται σύντομα να γίνει ο ακριβότερος Ελληνας ποδοσφαιριστής στην ιστορία μόλις πάρει μεταγραφή, ενώ άλλες σύγχρονες περιπτώσεις είναι ο Βασίλης Τοροσίδης επίσης στην Ιταλία, ο Δημήτρης Σιόβας στην Ισπανία, ο Τάσος Αυλωνίτης που έπαιξε στη Σκωτία και ο Μπάμπης Λυκογιάννης στην Αυστρία. Ο κατάλογος είναι πολύ μακρύς.

Πουθενά όμως δεν αγωνίστηκαν με τόση επιτυχία στο εξωτερικό οι Ελληνες αμυντικοί –και ειδικά οι σέντερ μπακ– όσο στη Γερμανία. Από τους… γκασταρμπάιτερ στις αμυντικές γραμμές της Μπουντεσλίγκα ξεχώρισαν στο παρελθόν παίκτες όπως ο Σωτήρης Κυργιάκος (που φόρεσε και τη φανέλα της Λίβερπουλ), ο Στέλιος Μαλεζάς αλλά και οι γεννημένοι στη Γερμανία Κώστας Κωνσταντινίδης και Χοσέ Χολέμπας.

Στη φετινή σεζόν όμως το προϊόν «Ελληνας αμυντικός» έχει γίνει ανάρπαστο στη Γερμανία, με τους Παπασταθόπουλο, Κυρ. Παπαδόπουλο, Κώστα Σταφυλίδη και πλέον και τον Ρέτσο να αποτελούν σημεία αναφοράς των συλλόγων τους και όχι κάποιες εναλλακτικές λύσεις για να γεμίζει το ρόστερ.

Κοντά μισό αιώνα από τότε που αγωνίστηκε για πρώτη φορά Ελληνας στη Γερμανία, ο Μάικ Γαλάκος το 1972-73, η Μπουντεσλίγκα έχει καταστεί ιδανικός προορισμός των Ελλήνων αμυντικών, καθώς εκεί φαίνεται να υπάρχει περιθώριο βελτίωσης και ανάπτυξης του ταλέντου και των ικανοτήτων ενός μπακ, όπως έχει συμβεί τόσο στην περίπτωση του Παπασταθόπουλου όσο και σε αυτή του Κυριάκου Παπαδόπουλου.

Βεβαίως, όση βελτίωση κι αν σημειώνουν στην τεχνική και στη σωματική τους δύναμη, κάποιες… ελληνικές ασθένειες εξακολουθούν να τους σημαδεύουν. Ετσι ο Παπασταθόπουλος ξεφεύγει κάποιες φορές μιλώντας λίγο παραπάνω στους διαιτητές και εισπράττοντας κάρτες, ενώ στον τελευταίο αγώνα του Αμβούργου με την Κολωνία, πριν από τη διακοπή για τις εθνικές ομάδες, ο Παπαδόπουλος (με το περιβραχιόνιο του αρχηγού) πήρε κίτρινη κάρτα διότι προσποιήθηκε ότι αντίπαλος τον χτύπησε με δύναμη στο στήθος.

Ομως, αυτά ωχριούν μπροστά στα σημαντικά χαρακτηριστικά που διακρίνουν οι Γερμανοί στους Ελληνες αμυντικούς και τους θέλουν στις ομάδες τους: Οπως είχε δει από τις αρχές τις προηγούμενης δεκαετίας ένας Γερμανός προπονητής που πέτυχε το αδιανόητο με την εθνική Ελλάδος, το DNA του Ελληνα ποδοσφαιριστή είναι αμυντικό. Εκεί υπερτερεί και σε αυτό χτίστηκαν από τον Οτο Ρεχάγκελ ο θρίαμβος του 2004 και η πρόκριση στο Μουντιάλ του 2010.

Οπως λοιπόν οι Δέλλας, Καψής, Σεϊταρίδης, Νταμπίζας κ.λπ. τις προηγούμενες δεκαετίες σε άλλες χώρες, έτσι σήμερα οι Ελληνες αμυντικοί «βγάζουν το ψωμί τους» στη Γερμανία χάρη στην ευστροφία τους, στην αυτοθυσία τους, στην ηγετική τους φυσιογνωμία, στην ικανότητά τους να προβλέπουν την κίνηση του αντίπαλου επιθετικού και στον δυναμισμό τους που συνήθως εξισορροπεί την όποια έλλειψη σωματικών προσόντων σε σύγκριση με τους αμυντικούς από άλλες χώρες. Κι αυτά εκτιμώνται ιδιαιτέρως στη Γερμανία.

Κάτι η οικονομική κρίση στην πατρίδα, κάτι οι περιορισμένοι ορίζοντες που έχουν οι ελληνικές ομάδες, κάτι η αναξιοπιστία του ελληνικού πρωταθλήματος, κάτι το τεράστιο άνοιγμα της ψαλίδας στις απολαβές των ποδοσφαιριστών μεταξύ Ελλάδας και Ευρώπης και κάτι η γενικά εύκολη διαδικασία προσαρμογής των Ελλήνων στη γερμανική κοινωνία, έχουν κάνει όσους Ελληνες αμυντικούς ξεχωρίζουν «εύκολη λεία» για τις ομάδες της Μπουντεσλίγκα που τους ορέγονται. Η μακρά διάρκεια παραμονής και η ανάδειξη κάποιων από αυτούς σε αρχηγούς γερμανικών ομάδων κάνουν συλλόγους και μάνατζερ να στρέφονται ολοένα και περισσότερο στα ελληνικά «αμυντικά προϊόντα», και όχι άδικα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή