Η Εθνική ανέπτυξε… αντισώματα

Η Εθνική ανέπτυξε… αντισώματα

4' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ακροβατώντας στα εύθραυστα όρια ανάμεσα στην απαξίωση και την αποθέωση, η εθνική μας ομάδα έκλεισε με θετικό πρόσημο την παρουσία της στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Βραζιλίας. Η επίτευξη του στόχου της πρόκρισης στη φάση των «16» δικαίωσε την προσπάθεια, αλλά πέρα από τη δυναμική που γεννά ένα καλό αποτέλεσμα, μεγαλύτερο αντίκτυπο εντός και εκτός Ελλάδος είχε η θεαματική βελτίωση του αγωνιστικού της προφίλ με χαρακτηριστικά που ανέτρεψαν την παγιωμένη εικόνα μιας αμυντικής ομάδας, χωρίς επιθετικές αρετές και φαντασία στο παιχνίδι της. Η Εθνική μας δεν «έκλεψε» αποτελέσματα, δεν ταμπουρώθηκε, δεν έκανε κλεφτοπόλεμο, δεν «κοίμισε» θεατές και αντιπάλους. Αντιθέτως, ακόμα και στη βαριά ήττα της με 3-0 από την Κολομβία, εμφάνισε επιθετικές αρετές που ξάφνιασαν τους περισσότερους, άσχετα αν μοιάζει φτωχός ο απολογισμός των τριών γκολ σε τέσσερα παιχνίδια. Με λίγη παραπάνω προσοχή και τύχη, θα μπορούσε να σκοράρει περισσότερο και να ανταμειβόταν με ακόμη μία πρόκριση, φτάνοντας τουλάχιστον μέχρι την προημιτελική φάση.

Η αίσθηση της μεγάλης χαμένης ευκαιρίας στο ματς με την Κόστα Ρίκα με βάση το ειδικό βάρος του αντιπάλου, την εικόνα του αγώνα και τις ιδιαίτερες συνθήκες που δημιουργήθηκαν, πλήγωσε περισσότερο τους διεθνείς και τον Σάντος παρά τον κόσμο. Κόντρα στον χλευασμό και την απαξίωση που γέννησε η βαριά ήττα από την Κολομβία, η πλειονότητα των Ελλήνων φιλάθλων αναγνώρισε την καλή προσπάθεια και θεώρησε επιτυχημένη την παρουσία της ομάδας, αφήνοντας στην άκρη την επιφυλακτική, αν όχι αρνητική, στάση που υπήρχε στο ξεκίνημα της διοργάνωσης.

Το ίδιο λένε και οι ποδοσφαιριστές τώρα που πέρασαν οι μέρες και έχουν «κρύο αίμα», με τη διαφορά ότι στο τέλος του αγώνα με την Κόστα Ρίκα η εικόνα στ’ αποδυτήρια θύμιζε «κηδεία». Βουβό κλάμα, σκυμμένα κεφάλια, τεράστια απογοήτευση, ακριβώς επειδή όλοι τους ήξεραν ότι τέτοια ευκαιρία δύσκολα θα παρουσιαστεί ξανά στο μέλλον. Δεν είναι μόνο ότι σε τέτοια προχωρημένη φάση σπάνια προκύπτει διασταύρωση με τόσο βατό αντίπαλο από πλευράς «ονόματος». Είναι και ότι έτσι όπως κύλησε το παιχνίδι, η ομάδα μας και μπορούσε και έπρεπε να το κερδίσει πριν φτάσει στη ρώσικη ρουλέτα των πέναλτι. Τέτοιες ευκαιρίες δεν απαντώνται συχνά σε τόσο υψηλό επίπεδο, γι’ αυτό και η αντίδραση των παικτών αμέσως μετά τον αγώνα θύμιζε Βατερλώ και όχι μια συνολικά επιτυχημένη προσπάθεια με έπαθλο την επίτευξη του βασικού στόχου.

Η εθνική μας ομάδα αποτελεί αυτόνομο κομμάτι και σίγουρα δεν είναι ο καθρέπτης του ελληνικού ποδοσφαίρου. Αν ήταν, η εικόνα της και τα αποτελέσματα θα ήταν εντελώς διαφορετικά, μιας και σε επίπεδο οργάνωσης και νοοτροπίας παραμένουμε πολύ πίσω. Εχει αναπτύξει αντισώματα για τις παθογένειες που γεννά το μολυσμένο περιβάλλον, γι’ αυτό και καταφέρνει να επιβιώνει στα δύσκολα και να βρίσκεται σταθερά εδώ και πολλά χρόνια κοντά στην πρώτη δεκάδα παγκοσμίως. Τα βασικά όπλα της είναι η συνοχή και η ομαδικότητα μέσα κι έξω από τον αγωνιστικό χώρο. Η απορρόφηση των κραδασμών που γέννησαν το κάθε άλλο παρά «αθώο» επεισόδιο ανάμεσα σε Μανιάτη – Τζαβέλλα, η βαριά ήττα στην πρεμιέρα, η αποβολή του Κατσουράνη στο ματς με την Ιαπωνία ή οι τραυματισμοί και η στενάχωρη εξέλιξη του αγώνα με την Ακτή Ελεφαντοστού μέχρι τις καθυστερήσεις αποδεικνύουν ότι αυτή η ομάδα έχει μάθει να επιβιώνει στα δύσκολα, παίρνοντας δύναμη από γεγονότα που άλλους εύκολα θα μπορούσαν να τους διαλύσουν. Το στοίχημα είναι να διατηρήσει αυτόν τον χαρακτήρα μέσα από τις σημαντικές αλλαγές προσώπων. Αν τα καταφέρει, αυτή η επιτυχία σίγουρα μπορεί να έχει και την ανάλογη συνέχεια. 

Για τις εντυπώσεις με τον Σάντος 

Με αντιδράσεις που πολύ συχνά στα δύσκολα αγγίζουν τα όρια της υστερίας, η είδηση της ξαφνικής αναχώρησης του Φερνάντο Σάντος για την Πορτογαλία έγινε δεκτή με πικρόχολα σχόλια από πολλούς και διάφορους, εκτός από τους άμεσα ενδιαφερόμενους: τους ίδιους τους ποδοσφαιριστές του. Ηταν οι μόνοι που δεν έδειξαν να ενοχλούνται, φανερά ή παρασκηνιακά, από τη σπουδή του Πορτογάλου να επιστρέψει στην πατρίδα του, χωρίς πρώτα να τους συνοδεύσει στην Αθήνα. Ισως αυτή να ήταν η πιο σωστή διαδρομή για να κλείσει με μια ωραία πινελιά ένας κύκλος τεσσάρων χρόνων, αλλά το πολιτικώς ορθό είναι σε κάποιες περιπτώσεις περισσότερο για το θεαθήναι παρά για την ουσία. Τι παραπάνω θα μπορούσαν να πουν μέσα σε λίγες ώρες άνθρωποι που βρίσκονται μαζί μέρα και νύχτα για περίπου ενάμιση μήνα;

Δεν ήταν, άλλωστε, πρωτοφανές το περιστατικό για να προκαλέσει τόσες αντιδράσεις. Το 2010, μόλις η εθνική μας ομάδα ολοκλήρωσε τις εμφανίσεις της στο Παγκόσμιο Κύπελλο, ο Οτο Ρεχάγκελ δεν συνόδευσε την αποστολή στην Αθήνα. Αποχαιρέτησε τους παίκτες του στη Ν. Αφρική και έμεινε εκεί για να σχολιάσει κάποια παιχνίδια στη γερμανική τηλεόραση. Ουδείς έδωσε τότε ιδιαίτερη σημασία, ίσως επειδή οι στιγμές είναι αυτές που καθορίζουν τις αντιδράσεις και όχι το γεγονός αυτό καθεαυτό. Η ουσία είναι πως είτε το έλεγε στο Ρεσίφε είτε στην Αθήνα, με το «αντίο» του Σάντος κλείνει μια καλή εποχή για την Εθνική μας και με τον ερχομό του Ρανιέρι θα ανοίξει μια άλλη, με τον πήχυ των απαιτήσεων να παραμένει πάντα πολύ ψηλά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή