Υπάρχει μια λανθάνουσα αυταρέσκεια στις ετήσιες απολογιστικές λίστες με τα κορυφαία τραγούδια και τους δημοφιλέστερους τραγουδιστές στο Spotify. Οι χρήστες μοιάζουν να διεκδικούν ένα επιβραβευτικό πατ-πατ στην πλάτη· κάποιο αόρατο βραβείο μουσικής αξιοσύνης βασισμένο στην ποσοτικοποίηση εκείνου που θα έπρεπε να είναι ποιοτικό, για να είναι ουσιαστικό. «Μπράβο που πέρασες εκατό ώρες ακούγοντας Beyoncé!» ή κάτι τέτοιο. Δεν εξηγείται αλλιώς η μαζική δημοσίευση τόσων προσωπικών στατιστικών στα κοινωνικά δίκτυα· αυτός ο επιδεικτικός καταιγισμός ιεραρχημένων προτιμήσεων ενθαρρύνει περισσότερο κοινωνικές παρά μουσικοκριτικές αναγνώσεις. Φταίει και το γεγονός ότι οι λίστες, αν και ατομικές, μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό βγαλμένες από τον εγκέφαλο ενός και μόνου ανθρώπου. Τα δήθεν tailor-made δεδομένα έχουν κάτι ανησυχητικά όμοιο, μία έλλειψη πρωτοτυπίας που υπονοεί ότι η σύγχρονη μουσική βιομηχανία έχει μετατρέψει την προσωπική εμπειρία σε ράφι σούπερ μάρκετ από το οποίο ψωνίζουν όλοι.
Η τέχνη της απληστίας
Αυτή η λογική σούπερ μάρκετ είναι που δημιουργεί σκιές ακόμη και στις μεγαλύτερες εμπορικές επιτυχίες. Με εκατομμύρια δολάρια στην τράπεζα και εκατομμύρια θαυμαστές στα γήπεδα, η Beyoncé και η Taylor Swift, οι πιο επιτυχημένες τραγουδίστριες παγκοσμίως, αδυνατούν να απολαύσουν τα ρεκόρ τους. Η λατρευτική αποθέωση στις φαντασμαγορικές sold out περιοδείες δεν αρκεί: οι περιοδείες έγιναν ταινίες και προβάλλονται στους κινηματογράφους. Το καλλιτεχνικό προϊόν μισεί την καλλιτεχνικότητά του και εστιάζει στην εμπορική αναπαραγωγή του μέχρι να αποσβεστεί και το τελευταίο δολάριο της παραγωγής του· μέχρι να αρμεχτεί και το τελευταίο σεντ των αποδεκτών του.
Ευέξαπτος δισεκατομμυριούχος
Παρ’ όλα τα προβλήματα ηθικής φύσης που αναφύονται σαν μαργαρίτες σε κάθε του βήμα, ο Elon Musk τουλάχιστον προσφέρει ένα είδος αντιεμπορικής ειλικρίνειας. Ναι, και η αντιεμπορικότητα μπορεί να αποδειχθεί εμπορικό εργαλείο μερικές φορές. Ομως ένα πνεύμα αντίθεσης προς τη μανία για ευπώλητα προϊόντα είναι ώρες ώρες ανακουφιστικό. Η απόφαση του δισεκατομμυριούχου να βρίσει δημοσίως όσους αποσύρουν τη διαφήμισή τους από το X, για να ασκήσουν πίεση στην πολιτική περιεχομένου που ακολουθεί η πλατφόρμα, είναι συνεπής προς τη συνήθη αντι-woke στρατηγική του Elon. Αν τη δει όμως κανείς απαλλαγμένος από δικαιολογημένες ή αδικαιολόγητες εμπάθειες, συνάγει και κάτι αληθινό: το κακό περιεχόμενο είναι προτιμότερο από το ιδεολογικά ελεγχόμενο. Σε κάθε περίπτωση, το X δεν περίμενε τη φοβέρα των διαφημιζόμενων πελατών του· μια χαρά παρακμάζει και μόνο του.
Καπελάκια
Δεν είναι κακό να επινοούμε τρόπους επαύξησης της ελκυστικότητάς μας προκειμένου να μεταδώσουμε το μήνυμά μας αποτελεσματικότερα: καλά κάνει λοιπόν ο Κυριάκος Μητσοτάκης και φοράει χαριτωμένα bucket hats στο TikTok· καλά κάνει που απεκδύεται τον μανδύα της σοβαροφάνειας και καβαλάει το skate του μπροστά στην κάμερα. Καλύτερο θα ήταν, βέβαια, όλο αυτό να μη γινόταν για να χρυσωθεί το χάπι της επιδοματικής πολιτικής του. Δεκτή η νεανική προσέγγιση των νέων, αλλά μήπως χρειάζεται κάτι ουσιαστικότερο; Καλύτερα σχολεία, για παράδειγμα· ασφαλή πανεπιστήμια, ενδεχομένως· καλοπληρωμένες δουλειές, και όχι ένα εργασιακό περιβάλλον φορολογικής ασφυξίας και μαύρων χρημάτων.
Παρωχημένοι
Αλλοι πάλι έχουν βαλθεί να τους μισήσει η νέα γενιά, για να μη δυσαρεστήσουν την παλιά. Μετά τον Μάκη Βορίδη, και ο Θάνος Πλεύρης αισθάνθηκε την ανάγκη να ταχθεί εναντίον του γάμου ομόφυλων ζευγαριών. Δεν θα του επέτρεπε, βεβαίως, η συνείδησή του να συμβάλει σε κάτι τόσο απεχθές όσο η ισότητα των πολιτών! Είναι πάντως αρκετά ειρωνικό: δύο πολιτικοί άνδρες που έχουν κάθε λόγο να ξορκίσουν τα βάρη του παρελθόντος τους επιλέγουν να τα φορτωθούν κατάσαρκα και να πορευτούν με αυτά. Οι αδιάλλακτοι, όμως, δεν βλέπουν το μέλλον· βουλιάζουν με τα βάρη τους στον χρόνο κι έπειτα δεν τους θυμάται κανείς.