Το περασμένο Σάββατο έγραψα στη στήλη της Καθημερινής για ένα πρόσφατο βιβλίο της Χάνα Ρίτσι, μιας μιλένιαλ data scientist, που τεκμηριώνει ότι ο κόσμος δεν τα πάει και πολύ άσχημα στην αντιμετώπιση των μεγάλων περιβαλλοντικών προκλήσεων της εποχής. Υποστηρίζει ακόμα ότι, αν συνεχιστεί αυτή η προσπάθεια, η γενιά της έχει την ευκαιρία να γίνει η πρώτη αληθινά βιώσιμη γενιά στην ιστορία της ανθρωπότητας. Το βιβλίο λέγεται “Not The End of the World” και είναι γεμάτο με στοιχεία, πίνακες και δεδομένα που αποδεικνύουν μια σειρά από ενδιαφέροντα δεδομένα και καταρρίπτουν μια σειρά από μεγάλους και πολύ διαδεδομένους μύθους.
Εδώ θα μιλήσουμε για πέντε από αυτούς. Θέλω να σας προειδοποιήσω: μερικά από αυτά που θα διαβάσετε θα σας ξενίσουν. Κρατήστε όμως ανοιχτό μυαλό. Πολλά πράγματα δεν είναι όπως νομίζαμε.
Μύθος 1
Ο υπερπληθυσμός είναι πρόβλημα
Ο υπερπληθυσμός δεν είναι πρόβλημα. Η ιδέα ότι υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι στον κόσμο και πλέον ξεπερνάμε τις ικανότητες του πλανήτη να μας υποστηρίξει είναι λανθασμένη. Αφενός επειδή ήδη ο κόσμος παράγει αρκετή τροφή για να συντηρήσει 11 δισεκατομμύρια ανθρώπους (είμαστε 8 δισεκατομμύρια και η υπόλοιπη τροφή χάνεται σε απώλειες της αλυσίδας παραγωγής ή πετιέται) και αφετέρου επειδή σε λίγες δεκαετίες ο πληθυσμός της ανθρωπότητας θα φτάσει στο μέγιστό της και θα αρχίσει να μειώνεται. Καθώς οι κοινωνίες αναπτύσσονται, οι οικογένειες κάνουν λιγότερα παιδιά. Αυτό το φαινόμενο εμφανίζεται παντού, σε όλες τις κοινωνίες, ανεξαρτήτως κουλτούρας, θρησκείας, αξιών και αντιλήψεων. Ακόμα και στις πιο φτωχές χώρες του κόσμου, όπου εξακολουθούν να έχουν υψηλούς δείκτες γονιμότητας, αυτοί πέφτουν πολύ πιο γρήγορα από τις εκτιμήσεις των ειδικών. Υπολογίζεται ότι κάποια στιγμή γύρω στο 2080 (ή και νωρίτερα) ο πληθυσμός θα φτάσει περί τα 10 δισεκατομμύρια, και μετά θα αρχίσει να μειώνεται. Κι αυτό θα είναι αναπόφευκτο. Ο αριθμός παιδιών ηλικίας κάτω των 5 ετών ήδη έφτασε στο ιστορικό του μέγιστο το 2017 και έκτοτε μειώνεται. Ο παγκόσμιος πληθυσμός θα φτάσει στο μέγιστο όταν τα παιδιά αυτά θα φτάσουν στην τρίτη ηλικία, και θα αρχίσουν να πεθαίνουν. Το «πρόβλημα» του υπερπληθυσμού δεν υπάρχει ούτε σήμερα ούτε θα εμφανιστεί στο μέλλον. Και από ό,τι αποδεικνύεται, θα μπορούμε να ευημερούμε όλοι εμείς σε αυτό εδώ το μέρος, χωρίς να το καταστρέφουμε.
Μύθος 2
Μόνος τρόπος να αντιμετωπιστεί η κλιματική αλλαγή και οι περιβαλλοντικές προκλήσεις, είναι να σταματήσει η ξέφρενη οικονομική ανάπτυξη
Το κίνημα “degrowth”, που προτείνει επιβράδυνση των οικονομιών και χαμηλότερη ανάπτυξη για να μειωθούν οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου, είχε πάρει αρκετή δημοσιότητα για ένα φεγγάρι. Είναι όμως ήδη ανεπίκαιρο αφού έχει ακυρωθεί ως concept από την πραγματικότητα. Η πραγματικότητα, όπως την καταγράφει η Ρίτσι, είναι η εξής: στις πλουσιότερες χώρες του κόσμου η οικονομική ανάπτυξη συνεχίζεται κανονικά, αλλά ταυτόχρονα οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου όχι απλά δεν ακολουθούν αυτήν την αύξηση αλλά, ίσα ίσα, μειώνονται. Οι καμπύλες του ΑΕΠ και των εκπομπών έχουν πάψει προ πολλού να συμβαδίζουν. Κι αυτό ισχύει ακόμα και αν συνυπολογίσει κανείς τις εκπομπές που «εξάγουν» οι πλούσιες χώρες σε κράτη της Ασίας τα οποία έχουν αναλάβει ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανικής παραγωγής πλέον.
Η Ρίτσι επιχειρηματολογεί, δε, ότι για να εξαλειφθούν οι ανισότητες στον κόσμο μας και να γίνουν όλες οι χώρες ευημερούσες, χρειαζόμαστε περισσότερη ανάπτυξη. Στο βιβλίο έκανε έναν ενδιαφέροντα υπολογισμό: τι θα χρειαζόταν για να γίνουν όλες οι χώρες του κόσμου σαν τη Δανία; Είναι μια από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου, χωρίς σχεδόν καθόλου φτώχεια και με μικρότερες ανισότητες από οπουδήποτε αλλού. Για να γίνουν όλες οι χώρες σαν τη Δανία, για να κατέβουν στα νούμερα της Δανίας οι (λίγες) πλουσιότερες, και να ανέβουν οι (πολλές) φτωχότερες ώστε όλοι οι άνθρωποι στον κόσμο να ζουν όπως οι Δανοί, ο κόσμος θα χρειαζόταν μια οικονομία πενταπλάσιου μεγέθους από αυτή που υπάρχει σήμερα. Θα χρειαζόταν πενταπλάσιος πλούτος για να ζούμε όλοι όπως οι Δανοί. Ενας κόσμος χωρίς άλλη ανάπτυξη θα παρέμενε ένας κόσμος αδικαιολόγητα φτωχός. Ευτυχώς, πλέον υπάρχει τρόπος η ανάπτυξη να συμβαδίζει με τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Μύθος 3
Ο αέρας που αναπνέαμε παλιά ήταν καθαρός
Η Ρίτσι μας υπενθυμίζει ότι ποτέ στην παγκόσμια ιστορία ο αέρας των πόλεων του κόσμου δεν ήταν «καθαρός». Πολλές και πολλοί δεν συνειδητοποιούμε ότι σήμερα στις σύγχρονες πόλεις ζούμε σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις αναπνέοντας τον πιο καθαρό αέρα από όλες τις προηγούμενες γενιές. Ο Σενέκας περιέγραφε γλαφυρά πόσο βρωμούσε ο αέρας της Ρώμης δύο χιλιάδες χρόνια πριν. Πολλοί μεγάλοι ιστορικοί περιγράφουν πόσο βρώμικος ήταν ο αέρας πόλεων που άκμαζαν χιλιάδες ή εκατοντάδες χρόνια πριν. Ξέρουμε ότι οι άνθρωποι που ζούσαν εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια πριν είχαν μικροσωματίδια από τον καπνό της φωτιάς στα πνευμόνια τους. Η ατμόσφαιρα στους εσωτερικούς χώρους όπου άναβαν φωτιές για να ψήσουν κρέας ήταν πολύ χειρότερη και πιο ανθυγιεινή από την ατμόσφαιρα που εισπνέετε αυτή τη στιγμή. Δεν υπάρχει καμία πόλη στον κόσμο σήμερα, δε, που να έχει πιο μολυσμένο αέρα από το Λονδίνο της δεκαετίας του 1950. Οταν ο κόσμος σταμάτησε να καίει ξύλο και κάρβουνο για να ζεσταθεί και για να κινήσει τις μηχανές των εργοστασίων, η ποιότητα της ατμόσφαιρας που ανέπνεε βελτιώθηκε θεαματικά. Σήμερα η ποιότητα του αέρα βελτιώνεται παντού –ακόμα και σε χώρες που αναπτύσσονται ραγδαία.
Μύθος 4
Τα πλαστικά καλαμάκια και οι πλαστικές σακούλες του σούπερ μάρκετ είναι μεγάλο πρόβλημα
Το θέμα της διαχείρισης των απορριμμάτων και της μόλυνσης των ωκεανών από τα πλαστικά σκουπίδια είναι υπαρκτό και τεράστιο. Υπάρχουν όμως τόσοι επίμονοι μύθοι για τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος, που ακόμα και μεγάλες χώρες και υπερεθνικοί οργανισμοί φτάνουν στο σημείο να σχεδιάζουν εντελώς λανθασμένες πολιτικές. Οσον αφορά το θέμα της πλαστικής ρύπανσης στις θάλασσες, για παράδειγμα, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ξέρουν βασικά πράγματα για το πού οφείλεται.
Ο μέσος Βρετανός, γράφει η Ρίτσι, πετάει 77 κιλά πλαστικά σκουπίδια το χρόνο. Ο μέσος Αμερικανός 124 κιλά. Ο μέσος Ινδός, 4 κιλά. Ο οργανισμός Gapminder ρώτησε τους ανθρώπους: πόσα πλαστικά απόβλητα του κόσμου πιστεύετε ότι καταλήγουν στους ωκεανούς; Οι επιλογές ήταν «λιγότερο από 6%», «περίπου 36%» και «πάνω από 66%». Εννιά στους δέκα επέλεξαν τη δεύτερη ή την τρίτη επιλογή. Η απάντηση, βεβαίως, ήταν η πρώτη. Το πραγματικό νούμερο υπολογίζεται από 0,3% ως 2%, ανάλογα με τις εκτιμήσεις. Το 81% των πλαστικών που καταλήγουν στον ωκεανό προέρχονται από τις χώρες της Ασίας. Η Αφρική συνεισφέρει το 8%, η βόρεια Αμερική το 5%, η νότια Αμερική άλλο ένα 5% και η Ευρώπη και η Ωκεανία μαζί λιγότερο από 1%. Μήπως όμως εμείς οι Ευρωπαίοι μολύνουμε τόσο λίγο τους ωκεανούς επειδή εξάγουμε τα πλαστικά μας σκουπίδια στην Ασία; Οχι. Μόνο το 2% των πλαστικών σκουπιδιών που παράγει ο κόσμος εξάγεται σε άλλες χώρες. Πλέον οι ευρωπαϊκές χώρες εξάγουν περισσότερα σκουπίδια σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, παρά στην Ασία.
Κατά συνέπεια, η συντριπτική πλειονότητα των πλαστικών που καταλήγουν στους ωκεανούς προέρχεται από τα μολυσμένα ποτάμια της Ασίας. Είναι σχεδόν αδύνατο ένα δικό σας πλαστικό καλαμάκι, που η πιο πιθανή του μοίρα είναι να βρεθεί σε μια χωματερή κάπου στην ενδοχώρα, να καταλήξει στη θάλασσα. Η πολιτική να αντικατασταθούν τα πλαστικά καλαμάκια μιας χρήσης από χάρτινα (που διαλύονται στα υγρά), λέει η Ρίτσι, δεν είναι μόνο χειρότερη από πρακτικής άποψης αλλά και δεν έχει καν μεγάλο αντίκτυπο στην αντιμετώπιση του προβλήματος με τα πλαστικά σκουπίδια.
Ναι αλλά, θα πει κανείς, δεν είναι προτιμότερο να χρησιμοποιούμε πάνινες τσάντες του σούπερ μάρκετ από τις πλαστικές μιας χρήσης; Ναι, αλλά μόνο αν χρησιμοποιείτε την ίδια πάνινη τσάντα εκατοντάδες φορές. Γιατί, λέει, η κατασκευή της πάνινης τσάντας έχει προκαλέσει εκατοντάδες φορές περισσότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από μία πλαστική σακούλα μιας χρήσης.
Οσον αφορά τα πλαστικά, οι μύθοι είναι πάρα πολλοί. Για παράδειγμα, σκεφτείτε το εξής: θα μπορούσαμε να περιορίσουμε ραγδαία τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τη διατροφική αλυσίδα, αν χρησιμοποιούσαμε περισσότερο (ετοιμαστείτε) πλαστικό. Ο Μάικ Μπέρνερς Λι έχει χαρακτηρίσει το πρόβλημα της απώλειας τροφών από το χωράφι μέχρι το πιάτο ως το «πρόβλημα τάπερ». Αν ο κόσμος είχε περισσότερα τάπερ ή πλαστικά δοχεία για να φυλάει και να μεταφέρει τις τροφές, οι απώλειες στην παραγωγική διαδικασία θα ήταν πολύ μικρότερες. Οταν βλέπετε τρόφιμα τυλιγμένα σε πλαστικό περιτύλιγμα στο σούπερ μάρκετ, να ξέρετε ότι παραδόξως αυτό είναι περιβαλλοντικά ωφέλιμο: τα τρόφιμα διατηρούνται φρέσκα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, και πολύ μικρότερες ποσότητες πετιούνται.
Παραδόξως, μια δράση που δεν καταρρίπτεται ως μύθος στο βιβλίο, είναι ο καθαρισμός των ακτών από τα πλαστικά σκουπίδια. Αυτή, λέει, είναι μια δράση που πραγματικά αξίζει τον κόπο. Κανονικά, τα σκουπίδια ξεβράζονται στις ακτές και ξανατραβιούνται πίσω στη θάλασσα πολλές φορές. Είναι ένας διαρκής κύκλος. Αλλά όταν κάποιος πάει και μαζεύει τα σκουπίδια από την ακτή, τα βγάζει από τον κύκλο. Ακόμα κι αν τα πάει για να τα θάψει σε μια χωματερή, κάνει καλό, γιατί τα αφαιρεί από τον ωκεανό. Είναι πολύ δυσκολότερο να μαζέψεις τα πλαστικά σκουπίδια από τη θάλασσα, από ό,τι από την ξηρά.
Μύθος 5
Είναι πάντα καλύτερο να προτιμάμε ντόπια προϊόντα
Ολες οι έρευνες επιβεβαιώνουν: το τι τρώμε παίζει πολύ μεγαλύτερο ρόλο από το από πού προέρχεται αυτό που τρώμε. Η Ρίτσι δείχνει με στοιχεία και διαγράμματα ότι οι μεταφορές αποτελούν ένα πάρα πολύ μικρό κομμάτι των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου των τροφών. Στην περίπτωση του εισαγόμενου μοσχαρίσιου κρέατος από την Αργεντινή, ας πούμε, οι εκπομπές που οφείλονται στη μεταφορά του κρέατος από την Αργεντινή στο τραπέζι σας είναι λιγότερο από 1% των συνολικών εκπομπών της παραγωγής του. Υπάρχουν άλλοι λόγοι για τους οποίους μπορούμε να επιλέγουμε ντόπια προϊόντα (για να στηρίξουμε τους ντόπιους παραγωγούς, ας πούμε), αλλά η κλιματική υπευθυνότητα δεν είναι ένας από αυτούς. Αν μάλιστα κάποια προϊόντα παράγονται με πολύ καλύτερες συνθήκες, πιο φτηνά και με λιγότερες εκπομπές σε κάποιο μακρινό μέρος, πιθανότατα συμφέρει να τα εισάγουμε και να τα προτιμήσουμε σε σχέση με πιο ενεργοβόρα ντόπια.
Αρα τι κάνουμε στην πράξη; Ο σωστός κανόνας, λέει η Ρίτσι, δεν είναι να τρώμε ντόπια προϊόντα, αλλά να τρώμε προϊόντα που παρασκευάζονται με τις ιδανικότερες συνθήκες. Αν τρώτε τροπικά φρούτα, καλύτερα να τρώτε εισαγόμενα από τροπικές χώρες. Αν τρώτε δημητριακά, να τρώτε εισαγόμενα από χώρες που έχουν πολύ μεγάλη παραγωγή.