Η αλήθεια είναι πως ο Στέφανος Τσιτσιπάς μπορεί να γίνει αντιπαθητικός χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, ειδικά στους Eλληνες. Δεν είναι τόσο οι ύβρεις εντός του γηπέδου που ερεθίζουν – αυτές μπορεί και να τις έβρισκαν χαριτωμένες οι συμπατριώτες του υπό άλλες συνθήκες. Είναι κυρίως το πού απευθύνονται: στα ιερά πρόσωπα των γονέων! Βγήκαν λοιπόν οι εύθικτοι συμβολολάτρες –όλοι τους ένα ανεπίγνωστο φροϋδικό ανέκδοτο– να τον επιπλήξουν που τόλμησε να επιτεθεί δημοσίως στον πατέρα του. Απαράδεκτος! Χυδαίο πρότυπο! Αυτή η επίκριση βέβαια είναι εύκολη. Δυσκολότερο θα ήταν να ασχοληθεί κανείς με το πώς φτάνει ένας πασίγνωστος αθλητής στο σημείο να βρίζει δημοσίως τους γονείς του· να ερευνήσει τι σημαίνει για τον αθλητή η επαγγελματική συνεργασία με τον πατέρα του και πώς αυτή μπορεί να έχει θέσει τις βάσεις μίας νοσηρής σχέσης από την εποχή της ανηλικότητάς του ακόμη. Ποιος είναι το αληθινό θύμα εν προκειμένω;
Το χαρτί του ρατσισμού
Δεν είμαστε όμως για τα δύσκολα τώρα. Εδώ η Σερίνα Γουίλιαμς μετέτρεψε σε ζήτημα ρατσιστικής διάκρισης το γεγονός ότι δεν έγινε δεκτή σε παριζιάνικο εστιατόριο το οποίο έτυχε να είναι γεμάτο. Στην παρούσα κοινωνικοπολιτική συγκυρία, η λογική προσλαμβάνει χαρακτήρα αιρετικής θέσης. Πώς να πει κανείς στην (πανίσχυρη) αθλήτρια ότι, εκτός από θύμα διακρίσεων, είναι πλέον και μία πολύ κακομαθημένη σελέμπριτι; Το πρώτο χαρτί καλύπτει υποχρεωτικά κάθε άλλο, δίνοντας στον αποθρασυμένο παραλογισμό περιωπή αμάχητου επιχειρήματος. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Σερίνα έχει δεχuεί και θα συνεχίσει να δέχεται επιθέσεις μίσους για το χρώμα του δέρματός της. Δεν είναι όμως πάντα ο ρατσισμός το πρόβλημα. Μερικές φορές, πρέπει απλώς να κάνεις κράτηση εκεί που θέλεις να φας.
Αχ αυτοί οι πτωχοί!
Από «κακομαθησιά» έχουμε μπόλικη και στην Ελλάδα. Oταν η Σοφία Βούλτεψη πρότεινε ως αντίδοτο στην ακρίβεια των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων, να κάνουν οι πολίτες διακοπές στα χωριά τους και να αφήσουν τα νησιά, μάλλον πίστευε πως έριχνε μια γροθιά στην αδικαιολόγητη έπαρση του ελληνικού νοικοκυριού, που επιμένει να ζει πάνω από τις δυνατότητές του. Τι κακομαθημένοι αυτοί οι Eλληνες που τρέχουν στην υπερκοστολογημένη αγκαλιά του νησιωτικού κοσμοπολιτισμού, αντί να συμφιλιωθούν με τη φτωχή τιμιότητα της ενδοχώρας! Iσως είναι πράγματι κακομαθημένοι όσοι ορέγονται ό,τι δεν μπορούν να πληρώσουν. Πιο κακομαθημένος όμως είναι αυτός που διεκδικεί το δικαίωμα να λέει στους άλλους τι πρέπει να ορέγονται.
Θέληση και ικανότητα
Δεν αρκεί να θέλεις. Πρέπει και να μπορείς. Η ενδεχόμενη είσοδος του Στέφανου Κασσελάκη στη Βουλή ίσως προκαλέσει θρίαμβο στρατηγικής, αλλά και πάταγο ανικανότητας. Στο κοινοβούλιο δεν σε σώζουν οι λογογράφοι, η ινσταγκραμική φωτογένεια και τα πύρινα tweets. Η επιβίωση ενός πολιτικού αρχηγού μες στην κοινοβουλευτική αρένα προϋποθέτει μακρά τριβή με τη ρητορική αντιπαράθεση και ένα είδος παροξυσμικού πάθους με την τέχνη της πολιτικής, το οποίο ίσως φανεί ξένο σε μία πολιτική περσόνα που ύστερα από κάθε δυσκολία χρειάζεται διακοπές. Από την άλλη, ίσως είναι νωρίς για συμπεράσματα. Ακόμα κι αν ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί, ποιος μας λέει ότι θέλει;
Δικαίωμα στο ψώνιο
Το δικαίωμα στο ψώνιο είναι κάτι που κερδίζεται. Η επανειλημμένη άρνηση του Μίλτου Τεντόγλου να γίνει ο σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής στους Ολυμπιακούς Αγώνες και η τάση του να βλέπει τις αντικειμενικές του νίκες σαν υποκειμενικές ήττες («μπορούσα και καλύτερα») έχουν κάτι από την ιδιοσυγκρασία του ροκ σταρ. Κι ενώ η αντισυμβατικότητα αυτού του τύπου φλερτάρει επικίνδυνα με τον ναρκισσισμό και το ψάρεμα κομπλιμέντων, δεν παύει να αποτελεί κατάκτηση. Οι άνθρωποι που υπερβαίνουν τα όρια έχουν την πολυτέλεια να τα επανεπινοούν.