«Τι έγινε, ξέμεινες στην πόλη τον Αύγουστο;» με ρώτησε ένας φίλος που τον πέτυχα τυχαία ενώ περπατούσα στους άδειους και ήσυχους δρόμους του Παγκρατίου. Ο τρόπος που με ρώτησε όμως σε συνδυασμό με το γεγονός ότι τα περισσότερα μαγαζιά ήταν άδεια, στους δρόμους υπήρχε πολύ λίγος κόσμος και η ζέστη ήταν έντονη, ήχησε στα αυτιά μου σαν να μου είχε συμβεί κάτι κακό και μη αναστρέψιμο. Σαν να είχα χωρίσει ύστερα από 30 χρόνια γάμου ή σαν να είχα μείνει χωρίς σπίτι. Μια δυστοπία δηλαδή.
Ναι, τότε συνειδητοποίησα ότι το να ξεμείνεις στην Αθήνα τον Αύγουστο μοιάζει για τους πολλούς σαν κάτι που πρέπει να το αποφύγεις οπωσδήποτε στη ζωή σου.
Ο λόφος του Λυκαβηττού
Ξεκίνησα από νωρίς το πρωί τις βόλτες στην πόλη. Ηταν Κυριακή και είχα σκεφτεί ότι θα ήταν ωραία να ανέβαινα τον λόφο του Λυκαβηττού, όπως έβλεπα με απορία τους τουρίστες να κάνουν ολόκληρη την άνοιξη. Χρησιμοποιώντας τις εφαρμογές με τους χάρτες στα κινητά τους, προσέγγιζαν τον λόφο και άρχιζαν την ανάβαση νωρίς, με τη δροσιά. Στον λόφο του Λυκαβηττού, αν θυμάμαι καλά, δεν είχα ανεβεί ποτέ για βόλτα με τα πόδια. Ο λόφος είχε συγκεκριμένη χρήση για μένα: ως επί το πλείστον το θέατρο του Λυκαβηττού. Οποια από τις αρκετές διαδρομές και να επιλέξεις είναι απολαυστική, είτε είναι χωμάτινη είτε είναι τσιμεντένια. Η ησυχία του πρωινού βιώνεται με πολύ διαφορετικό τρόπο κατά τη διάρκεια της ανάβασης στον λόφο, καθώς ανακαλύπτω κομμάτια της χλωρίδας και της πανίδας της πόλης που ή τα προσπερνάμε στην καθημερινότητά μας ή κρύβονται και χάνονται μέσα στη μέρα. Φυσικά συχνά σταματάω για να πάρω μια ανάσα, και από όποιο σημείο και αν κοιτάζω βλέπω σιγά σιγά την πόλη να μεγαλώνει και τον ορίζοντα να μακραίνει. Αν η βραδινή ανάβαση στον λόφο του Λυκαβηττού έχει σαν δώρο την 360 μοιρών θέα της πόλης, την ημέρα η μαγεία είναι η διαδρομή της. Φεύγουμε για την Εθνική Πινακοθήκη, μια ευθεία δρόμος!
Πινελιές στην Πινακοθήκη
Είχα επισκεφτεί πρόσφατα την Εθνική Πινακοθήκη και είχα πάει στο -1 στην έκθεση «Μεταπολίτευση» με έργα καλλιτεχνών από την Ελλάδα κυρίως αλλά και την Ισπανία και την Πορτογαλία. Δεν είχα επισκεφθεί όμως για πολλά χρόνια τη μόνιμη έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, το καινούργιο κτίριο σου επιτρέπει να δεις τα έργα στο σύνολό τους στημένα με τρόπο που να αφηγείται την ιστορία της ζωγραφικής στη χώρα μας. Δεν είναι μόνο ένα απολαυστικό μάθημα ιστορίας της ζωγραφικής και των καλλιτεχνών αλλά κυρίως ένα μάθημα ιστορίας, αφού η τέχνη με τη δύναμη που της δίνει η διάρκεια του χρόνου αφηγείται τη ζωή και τον κόσμο μας.
Η ιστορία των έργων που εκτίθενται ιδιαίτερα στους δύο πρώτους ορόφους είναι η ιστορία της Ελλάδας τα τελευταία 200 χρόνια και μας αποκαλύπτει αυτό που πιθανό γνωρίζουμε: ότι τα 200 αυτά χρόνια η πάλη ανάμεσα στη Δύση και στην Ανατολή είναι συνεχής και δεν έχει ακόμα καταλήξει. Ισως και αυτό να είναι το ευτύχημα της χώρας μας, ιδιαίτερα όταν αυτό το δίπολο το ανακαλύπτεις μέσα από τους πίνακες και τα έργα τέχνης.
Από τα έργα του Θεόδωρου Βρυζάκη μέχρι τον Φώτη Κόντογλου και τον Γιάννη Μόραλη.
Κοιτάζοντας τους πίνακες που εκτίθενται, ιδιαίτερα στους δύο πρώτους ορόφους, κατάλαβα πόσο μεγάλη ήταν η διαδρομή που είχαν να καλύψουν οι Ελληνες ζωγράφοι σε σχέση με τους ομοτέχνους τους στη δυτική Ευρώπη. Πόσα είχαν χάσει από τα ρεύματα που κυριαρχούσαν για αιώνες, αισθητικά, καλλιτεχνικά αλλά ίσως και φιλοσοφικά και πόσα έπρεπε να αφομοιώσουν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Μου θύμισε και λίγο την εποχή της Μεταπολίτευσης που η Ελλάδα μετά την επτάχρονη δικτατορία έτρεχε να καλύψει το χαμένο έδαφος και τη σύνδεσή της με την Ευρώπη.
Οι δύο πρώτοι όροφοι είναι υπερπλήρεις και θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν και κάποια έργα λιγότερα. Στάθηκα όμως για αρκετή ώρα μπροστά στα έργα του Κόντογλου, χαμογέλασα σαν παιδί με τους πίνακες του Εγγονόπουλου και θαύμασα την τεχνική του Κωνσταντίνου Παρθένη αλλά και πόσο μπροστά από την εποχή του ήταν τα έργα του. Προσπάθησα να ταξιδέψω με το μυαλό στην εποχή του Νικολάου Γύζη και βρήκα για άλλη μια φορά τον κόσμο και το φως του Χατζηκυριάκου Γκίκα σαγηνευτικά, που πάντα μου αιχμαλωτίζουν το βλέμμα. Ανακάλυψα τον ξεχωριστό οριενταλισμό στη θεματική του Θεόδωρου Ράλλη. Και επιβεβαίωσα την αγάπη μου για τους μοντέρνους τόσο στην πνευματικότητα του Χρήστου Μποκόρου όσο και στην κίνηση, τα χρώματα και την καλοκαιρινή φρεσκάδα της Μαρίας Φιλοπούλου. Πέρασα δύο ώρες μοναδικές. Είχε φτάσει η ώρα για φαγητό και φύγαμε με κατεύθυνση το Παγκράτι.
Μαύρο πρόβατο
Φτάνοντας στο Μαύρο Πρόβατο, στην οδό Αρριανού, ένιωσα έκπληξη αφού σε μια άδεια πόλη με ρώτησαν αν έχω κάνει κράτηση. Βέβαια το κλασικό αυτό μεζεδοπωλείο του Παγκρατίου είναι ένα μόνιμο σουξέ για την πόλη και απ’ ό,τι φαίνεται και για τους πάρα πολλούς τουρίστες που είχαν πιάσει όλα τα εξωτερικά τραπέζια στο πεζοδρόμιο και απολάμβαναν τα υπέροχα πιάτα που έρχονταν από την κουζίνα. Καθίσαμε και παραγγείλαμε για άλλη μια φορά πιάτα αγαπημένα και δοκιμασμένα: το κορυφαίο χουνκιάρ μπεγεντί, την καλοψημένη μελιτζανοσαλάτα, τα νόστιμα πιτάκια Καισαρείας, τα σωστά βρασμένα χόρτα, το χοιρινό με την τραγανή πέτσα του, το μελωμένο κριθαρώτο λαχανικών, όλα περιποιημένα και νόστιμα. Υπάρχουν πράγματα απ’ το οποία περιμένεις την αλλαγή, την επιζητάς και προσβλέπεις σε αυτήν. Οταν πρόκειται για ένα από τα αγαπημένα σου εστιατόρια, δεν θες να αλλάξει απολύτως τίποτα. Και ευτυχώς αυτό το ξέρουν πολύ καλά στο Μαύρο Πρόβατο. Σταθερή αξία στην Αθήνα τόσο για τους ντόπιους όσο και για τους επισκέπτες.
Δροσιά και γεύση στο Μαραμπού
Το παιχνίδι της οικειότητας και της έκπληξης παίζει καθημερινά στο παγωτατζίδικο Μαραμπού, που βρίσκεται στην Αρχελάου στον αριθμό 17. Οι ιδιοκτήτες του προτείνουν 10 γεύσεις παγωτού εκ των οποίων οι τέσσερις παραμένουν σταθερές και οι έξι εναλλάσσονται. Λένε πως αν θέλεις να δοκιμάσεις την ποιότητα ενός παγωτατζίδικου πρέπει να δοκιμάσεις τη γεύση φιστίκι. Για τους περισσότερους θεωρείται η πιο απαιτητική γεύση και κριτήριο και για τη δεξιοτεχνία του μάστορα αλλά και για την ποιότητα των πρώτων υλών. Στο Μαραμπού, το παγωτό με γεύση φιστίκι ήταν από τα καλύτερα που έχω δοκιμάσει, το σύκο μία έκπληξη, όπως και η στρατσιατέλα, ενώ δυνατό είναι και το μάνγκο σορμπέ. Ο,τι πρέπει για το κλείσιμο μιας ακόμη ζεστής και γεμάτης ημέρας. Ειδικά αν έχεις ξεμείνει στην Αθήνα τον Αύγουστο!
Blender Spotify list #42
Πλησιάζοντας σιγά σιγά προς το τέλος του Αυγούστου, άρα και του καλοκαιριού, η διάθεση αλλάζει και μαζί της αλλάζει και η μουσική που θέλουμε να ακούμε. Αλλη μια λίστα με καινούργια αλλά και παλιότερα τραγούδια από την Πορτογαλέζα Καρμίνιο στον Μπράιαν Φέρι, από την Ντάστι Σπρίνγκφιλντ στον Πάροβ Στέλαρ και από τον Φάδερ Τζον Μίστι και την Κασσάνδρα Τζένκινς στους Βέλγους Balthazar. Η μουσική είναι υπέροχη και τον Αύγουστο.