Η Καρμίνιο στον απόηχο του Poor Things
Μες στη χρονιά βλέπω ξανά και ξανά την ταινία του Γιώργου Λάνθιμου, το Poor Things. Είναι μια ταινία μακροχρόνιας απόλαυσης και κατανόησης, βραδύκαυστη. Είμαι σίγουρος ότι θα αποτελέσει ταινία αναφοράς για τους μελλοντικούς δημιουργούς του σινεμά. Είναι τόσες πολλές και τόσο στοχευμένες οι αναφορές της ταινίας, που κάθε φορά αποκαλύπτουν και ξεκλειδώνουν το σύμπαν του σκηνοθέτη. Μια από τις σκηνές-πίνακας που μου έχει χαραχθεί στο μυαλό, παρόλο που διαρκεί μόλις ένα-δύο λεπτά, είναι η σκηνή που εμφανίζεται η Πορτογαλίδα τραγουδίστρια Καρμίνιο. Η Μπέλα εξερευνά τα σοκάκια της Λισαβώνας και σε ένα σημείο σταματάει, γιατί από ψηλά έρχεται μια μελωδία και μια υπέροχη φωνή, που την καθηλώνουν. Σε ένα μπαλκόνι αντικρίζει την Καρμίνιο, που παίζει στην πορτογαλική κιθάρα το κομμάτι «O Quarto (Fado Menor)», μια στιγμή στην ταινία που είναι καθοριστική, γιατί ολοκληρώνει τη μετάβαση της Μπέλα από κορίτσι σε γυναίκα. Αλλωστε O Quarto σημαίνει δωμάτιο στα πορτογαλικά και η Μπέλα έχει μόλις βγει από το δωμάτιό της, μετά και από έναν απολαυστικό διάλογο που έχει με τον εραστή της (τον Ντάνκαν) μετά το τέλος της ερωτικής πράξης. Το «O Quarto (Fado Menor)» είναι μια παλιά παραδοσιακή μελωδία, στην οποία η Καρμίνιο έχει προσθέσει τους δικούς της στίχους. Είναι ένα τραγούδι που συμπυκνώνει όλη τη δύναμη των παραδοσιακών πορτογαλέζικων φάδος που χαρακτηρίζονται από απλές μελωδίες, στίχους που περιστρέφονται μελαγχολικά, και λίγο μοιρολατρικά, γύρω από θέματα όπως είναι η απώλεια, η θάλασσα και η ζωή των φτωχών ανθρώπων, και από το πάθος του ερμηνευτή που μεταφέρει όλο το συναίσθημα. Ο Γιώργος Λάνθιμος επέλεξε την Καρμίνιο επειδή ερμηνεύει τα παραδοσιακό φάδος με μοντέρνα αντίληψη, τους προσθέτει αυτήν τη σύγχρονη και απαραίτητη ανανέωση.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Kαρμίνιο εμφανίζεται σε ταινία. Ηταν το 2007 στην ταινία του του Κάρλος Σάουρα «Fados» και το 2010 στην ταινία του Πορτογάλου σκηνοθέτη Ζοάο Μποτέλιο, «Filme do Desassossego». Αυτή όμως είναι η πρώτη φορά που εμφανίζεται σε παραγωγή του Χόλυγουντ και σε ταινία που της δίνει τη δυνατότητα να συναντήσει το διεθνές κοινό. Και το πέτυχε, αφού η περασμένη χρονιά και η φετινή την έφεραν να εμφανίζεται σε ολόκληρο τον κόσμο και να παρουσιάζει τα φάδος σε ένα κοινό που δεν τα γνωρίζει καν. Είναι ένα πρόσωπο φρέσκο και σημερινό, που ανανεώνει το είδος, μια γυναίκα που ακτινοβολεί αυτοπεποίθηση και θα την δούμε από κοντά στην Αθήνα τον Φεβρουάριο του 2025 για ένα λάιβ φυσικά.
Τα πιο ταλαντούχα «τσογλάνια» του Μάντσεστερ
Στην περίπτωση των Oasis, όταν τους ακούς ή τους παρακολουθείς, δεν παίρνεις μόνο ένα συγκρότημα που χαρακτήρισε τον ήχο της δεκαετίας του ’90, όταν ηχογράφησε τους δύο από τους 20 καλύτερους δίσκους εκείνης της δεκαετίας για το Ηνωμένο Βασίλειο. Δεν παίρνεις μόνο δύο ξεχωριστά ταλέντα, που είναι τα αδέρφια Gallagher. Παίρνεις μαζί και αυτό που σήμερα λέμε ολόκληρη την εμπειρία και που όλοι οι μαρκετίστες προτείνουν και μας προτρέπουν να αναζητούμε στη μουσική. Άλλωστε η μουσική πια δεν είναι οι νότες, οι μελωδίες, οι στίχοι και ο ρυθμός, αλλά μια εμπειρία μεγαλύτερη από όλα αυτά, όχι γιατί είναι κάτι πιο σημαντικό, αλλά επειδή οι άνθρωποι δεν δένονται με τα τραγούδια αλλά με τις εμπειρίες τους.
Με τους Oasis παίρνεις μαζί τους θρυλικούς καβγάδες, που έχουν αφήσει εποχή και ιστορία, παίρνεις αλαζονικά σχόλια που ξεπεράστηκαν από τον χρόνο, παίρνεις ξεκατίνιασμα και χαμηλό επίπεδο και δράματα και οικογενειακός τσακωμούς, που φτάνουν τα πράγματα στα άκρα και θυμίζουν και λίγο τα δικά μας οικογενειακά δράματα του Τσιτσιπά. Παίρνεις δύο λαϊκά παιδιά με καταγωγή από την εργατική τάξη, που όμως επιτρέπουν οι τιμές των εισιτηρίων να εκτοξευτούν στα ύψη, παίρνεις ένα συγκρότημα που όλα αυτά τα χρόνια δεν έχει πάψει με οποιοδήποτε τρόπο να απασχολεί την πόλη, τη χώρα και τον κόσμο ολόκληρο, κυριαρχώντας στον Τύπο για τους λάθους λόγους!
Κι όμως, υπήρξε μια περίοδος που η ζωή στο Μάντσεστερ μουσικά ήταν πιο ήρεμη και πιο απλή. Κάποτε τα πουλάκια κελαηδούσαν αλλιώς στο Μάντσεστερ και η πόλη έβγαζε συγκροτήματα όπως οι Hollies, οι Bee Gees, οι Hermans Hermits και οι 10CC. Και για να ακολουθήσουν αργότερα οι Buzzcocks,οι Smiths και οι Fall και η Factory records, σπίτι για πολλά συγκροτήματα, ανάμεσά τους οι Joy Division και οι New Order και αργότερα οι Stone Roses, οι Charlatans και ο Ρίτσαρντ Ασκροφτ.
Για πολλούς λόγους δεν είμαι φαν των Oasis. Εκείνη την περίοδο που μεσουρανούσαν δύο συγκροτήματα στην μπριτ ποπ, ταυτιζόμουν περισσότερο με την αισθητική, την καλλιέργεια και τον ήχο των Blur.
Η συζήτηση για την επανένωση των δύο αδερφών έχει ξεκινήσει από την μέρα που τερμάτισαν τη συνεργασία τους. Ολοι περίμεναν να τα «ξαναβρούν» λίγο αργότερα, όταν πια το όνομά του καθενός ξεχωριστά θα είχε ξεφτίσει. Ομως, για άλλη μια φορά, έκαναν το αντίθετο από αυτό που περίμενε ο κόσμος από αυτούς. Και έτσι δημιούργησαν τον μεγαλύτερο μιντιακό θόρυβο γύρω από επανένωση ενός συγκροτήματος τα τελευταία 30 χρόνια. Και τις μεγαλύτερες διαδικτυακές ουρές στην προπώληση των εισιτηρίων. Προφανώς και τα λεφτά είναι πολλά αλλά τα δύο αδέρφια από το Μάντσεστερ είναι ίσως τα πιο ταλαντούχα «τσογλάνια» που έβγαλε ποτέ αυτή η πόλη. Και αυτό η πόλη δεν θα το ξεχάσει ποτέ.
Περιμένοντας το «αφεντικό»
«Δεν πάω πουθενά, εδώ θα μείνω!» Αυτή ήταν η κατάληξη των δηλώσεων από μικροφώνου που έκανε πρόσφατα ο Μπρους Σπρίνγκστιν σε ένα live της E Street Band στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ απαντώντας στις φήμες που κυκλοφόρησαν πρόσφατα και στις λογικές σκέψεις που τόλμησαν να κάνουν κάποιοι γύρω από το πότε θα υπάρξει μια αποχαιρετιστήρια περιοδεία του Μπρους και της E Street Band. Λογικό, αν σκεφτεί κανείς την ηλικία που έχουν τα περισσότερα μέλη της μπάντας.
Κάποιος μετέφερε αυτή τη φήμη στο «αφεντικό» και απάντησε με τον δικό του χαρακτηριστικό τρόπο την ώρα του λάιβ: «Να αποχαιρετήσουμε τι; Χιλιάδες ανθρώπους να φωνάζουν το όνομά μου; Δεν πάω πουθενά! Δεν τα παρατάμε με τίποτα! Είμαστε στη γύρα για περίπου 50 χρόνια. Δεν θα υπάρξει καμία αποχαιρετιστήρια περιοδεία για την E Street Band!». Τα ίδια είπε αλλά με άλλο τρόπο και ο Στίβι Βαν Ζαντ, ένα τα παλιότερα μέλη της μπάντας: «Πουθενά στο κοντινό μέλλον δεν βλέπω το τέλος αυτής της ιστορίας και, για να είμαι ειλικρινής, ειδικά στην Ευρώπη, είμαστε μεγαλύτεροι από ποτέ. Πιστεύω ότι μπορούμε να παίζουμε κάθε καλοκαίρι στην Ευρώπη».
Τα τελευταία χρόνια το κοινό για τον Μπρους στην Ελλάδα έχει μεγαλώσει πολύ, και τον αγαπάει με μια αφοσίωση πρωτόγνωρη. Με δεδομένο ότι για του χρόνου το «αφεντικό» έχει αφήσει κάποιες εκκρεμότητες στην Ευρώπη, για να ολοκληρώσει την περιοδεία του 2024 που άφησε λειψή λόγω ενός σοβαρού κρυολογήματος, έχουμε σοβαρούς λόγους να πιστεύουμε ότι το 2025 θα είναι η χρονιά και της Αθήνας.
«Σαν το ’99 δεν έχει», μέρος Β’
«Σαν το ’99 δεν έχει». Αυτός ήταν ο τίτλος του μεγάλου αφιερώματος στο περιοδικό «Κ» της «Καθημερινής» (διαβάστε εδώ) όπου οι συντάκτες του έγραψαν αναλυτικά για το τι έκανε ξεχωριστή και μοναδική κινηματογραφικά εκείνη τη χρονιά, λίγο πριν από το γύρισμα της χιλιετίας. Είκοσι πέντε χρόνια μετά, και μόνο διαβάζοντας τη λίστα με τις ταινίες εκείνης της χρονιάς, είτε προέρχονται από το «εμπορικό» σινεμά είτε από το «πειραματικό» και δημιουργικό, πολλοί συμφωνούμε ότι ήταν η καλύτερη χρονιά του σινεμά, από καταβολής του. Μια χρονιά που όλοι όσοι συμμετείχαν είχαν τη διάθεση να αλλάξουν τις κατεστημένες αντιλήψεις και να φέρουν το καινούργιο. Παίρνω τη σκυτάλη από τους συντάκτες της «Καθημερινής» και φτιάχνω μια λίστα με μουσική από ταινίες αλλά και σειρές που ξεχώρισαν. Ενα κινηματογραφικό και τηλεοπτικό soundtrack του 1999, διάρκειας 45 λεπτών.
Καλή επιστροφή και καλή μας αρχή και από εδώ, από το Blender.