Αταίριαστοι στα όρια τραγωδίας…

Αταίριαστοι στα όρια τραγωδίας…

4' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Carole Seymour – Jones – Painted Shadow: Α life of Vivien Eliot – Εκδόσεις Constable Robinson – Είναι συνετότερο οι ποιητές να μην παντρεύονται τις μούσες τους. Η Σκοτεινή Κυρά, όπως γράφει ο Ρόμπερτ Γκρέιβς στην «Λευκή θεά», δεν είναι βολικός συγκάτοικος. Το αντελήφθη και ο Τεντ Χιουζ με τη Σύλβια Πλαθ. Ο Τ.Σ. Ελιοτ όμως φάνηκε ασύνετος και παντρεύτηκε δύο μούσες.

Η πρώτη ήταν η Βίβιαν Χέιγουντ που την είδε να κατεβαίνει το ποτάμι μέσα σ’ ένα βαρκάκι, στην Οξφόρδη το 1914. Ο γάμος τους ήταν, όπως είπε ο ίδιος κατόπιν, μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι. Τον πείραζαν οι οσμές της, τα υγρά του κύκλου της και αδυνατούσε να ολοκληρώσει ικανοποιητικά τον γάμο τους. Ετσι η Βίβιαν ζήτησε παρηγοριά στον Μπέρτραντ Ράσελ ενώ ο Ελιοτ έγραφε ποιηματάκια για αλλόκοτους σεξουαλικούς δεσμούς.

Φανταστικές ασθένειες

Οταν και ο Ράσελ απέρριψε την Βίβιαν, αυτή γύρεψε καταφύγιο σε μια σειρά από φανταστικές ασθένειες. Τα συμπτώματά της ήταν όλα ψυχοσωματικά, αλλά οι γιατροί διέγνωσαν κατά καιρούς, ανορεξία, νευραλγία, δυσκοιλιότητα, εντερίτιδα και καταρράκτη των εντοσθίων. Εφταιγαν, έλεγαν, οι αδένες της ή η μήτρα της. Πίστευαν ότι έπασχε από εκείνη τη φροϋδική ασθένεια που μισογυνικά λέγεται «υστερία». Κάτω από όλες τις διαγνώσεις βρισκόταν η υποψία περί «ηθικής ανισορροπίας» που δεν σημαίνει τίποτε άλλο από το ότι την διακατείχε μια φυσιολογική περιέργεια για το σεξ και μια φυσιολογική ανάγκη για αγάπη. Κομπογιανίτες τη στόμωσαν με βρωμιούχα άλατα και υπνωτικές ουσίες.

Ο Ελιοτ την εγκατέλειψε το 1933, κρυβόμενος σε μια σειρά από άγνωστες σε κείνην διευθύνσεις. Τον παραμόνευε έξω από τα γραφεία του εκδοτικού οίκου Φέιμπερ, ρίχνοντας πλάκες σοκολάτα μέσα από την σχισμή του γραμματοκιβωτίου ή στέλνοντάς του επιταγές της 1 λίρας στα γενέθλιά του, για να αγοράσει κάλτσες. Ανταποκρινόταν στέλνοντάς της δικαστικούς κλητήρες να εκτιμήσουν τα μαχαίρια του και τα κουταλάκια του του τσαγιού που είχε στη διάθεσή της. Το 1938 οι συγγενείς της, ανυπόμονοι να αναδιανείμουν το μερίδιό της στην κληρονομιά, την έκλεισαν σε κλινική. Πέθανε σε άσυλο ιδιωτικό, μανιοκαταθλιπτική αλλά όχι τρελή το 1947. Τον Ελιοτ, δεν τον έκανε ευτυχισμένο αλλά σαν αληθινή μούσα του εκόμισε την υψηλότερη ποίησή του.

Η βιογράφος της Κάρολ Σέιμουρ Τζόουνς απορρίπτει τη θεωρία του Ελιοτ περί του απρόσωπου χαρακτήρα της ποίησης και εντοπίζει παντού στα γραπτά εκείνων των μαρτυρικών χρόνων, εξομολογητική αυτοβιογράφηση – στα τμήματα για την έγγαμη ζωή στην «Ερημη χώρα» και στις δολοφονικές φαντασιώσεις στο «Οικογενειακή συγκέντρωση». Το βιβλίο αυτό είναι μια πράξη αποκατάστασης, τιμώντας την Βίβιαν ως μάρτυρα του φεμινισμού- η «τρελή στη σοφίτα» σαν την πρώτη κυρία Ρότσεστερ στην «Τζέιν Εϊρ».

Ρητορικά ερωτήματα

Εχει το μερδικό της στα ψυχαναλυτικά φληναφήματα και στη συζήτηση περί του ζεύγους, του Τομ και της Βιβ, ως «νευρωτικών αλληλοεξαρτώμενων» και μετέχει στο στείρο ιδίωμα των θεραπευτικών τοκ σόου. Επαναπαύεται πολύ σε ρητορικά ερωτήματα που δεν είναι παρά εντυπωσιακές θολούρες. Ενσυνείδητα ο Ελιοτ κατέστρεψε την ψευτοτεχνική της καριέρα, αφήνοντάς την να διακωμωδεί τους φίλους τους του Μπλούμσμπερι στο περιοδικό «Κριτήριο» που εξέδιδε, παγιδεύοντάς την στον εξοστρακισμό; Πειραματιζόταν η Βίβιαν με κοκαΐνη; Η βιογράφος δεν γνωρίζει, αλλά κατηγορηματικά δηλώνει ότι ναι. Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι ένας γιατρός θανάτωσε την Βίβιαν δίνοντάς της μεγάλη δόση αντιβιοτικών, ενώ στο πιστοποιητικό θανάτου της γράφει ότι πέθανε από καρδιακή προσβολή;

Είναι ένα ογκώδες βιβλίο και η Βίβιαν είναι πολύ αδύναμη για να το συγκρατήσει. Η ζωγραφισμένη σκιά ζωγραφίστηκε από άλλους που τη μεταμόρφωσαν σε άχρωμη οντότητα, σε ταπεινή λογοτεχνική ηρωίδα σε αυτοκαταστροφική εγκληματία. Η Βιρτζίνια Γουλφ την παρομοίαζε με την Οφηλία, προσθέτοντας με κακεντρέχεια ότι τα πουδραρισμένα σημάδια της, σήμαιναν ότι κανείς Αμλετ δεν θα την ήθελε (και ο Ελιοτ στο πρόσωπο του Προύφροκ, αποκλείει τον εαυτό του, γράφοντας: «Δεν είμαι ο πρίγκιπας Αμλέτος»).

Στον Ράσελ θύμιζε τη μεμψίμοιρη σύζυγο στο «Πλέιμποϊ του Δυτικού Κόσμου» και στον Ελιοτ, κάθε γυναίκα στη λογοτεχνία που είχε το θράσος να έχει σεξουαλικές ορέξεις: τα πρωτότυπα ήταν η Φραντσέσκα ντα Ρίμινι του Ντάντε που αποπλανά τον Πάολο και -τούτο το σημαντικό- διακόπτει το διάβασμά του και η Δούκισσα του Μάλφι του Γουέμπστερ που δολοφονείται επειδή διέπραξε το έγκλημα της επιθυμίας. Η Σέιμουρ Τζόουνς τη βλέπει σαν μια αληθινή Εντα Γκάμπλερ, μόνο που η Βίβιαν δεν είχε πιστόλι ούτε κανέναν να εκδικηθεί.

Και η εικόνα της για τον εαυτό της ήταν δάνεια.Στην αρχή λαχταρώντας να γίνει μπαλαρίνα, ταυτίστηκε με το «Πουλί της Φωτιάς» του Στραβίνσκι, ύστερα με τον «Φαύνο» του Ντεμπισί και με την «Σεχραζάτ» του Ρίμσκι Κόρσακοφ. Οι ελπίδες του για καριέρα ματαιώθηκαν όταν ο Ελιοτ άρχισε μια σχέση με τον χορογράφο Λεονίντ Μασίν. Συνειδητοποιώντας τον προσβλητικό της ρόλο ως άλλοθι, υπέγραφε, Κονστάνς Γουάιλντ (η σύζυγος του Οσκαρ). Σιγά σιγά, τόσο στα γράμματα όσο και στην πραγματικότητα, υιοθέτησε την προσωπικότητα της Ντέζι Μίλερ, της ηρωίδας του Χένρι Τζέιμς που παρανοήθηκε, λοιδωρήθηκε και συντρίφτηκε από τους Αγγλους ψηλομύτες. Και η ύστατη πράξη της πριν εγκλεισθεί, αντανακλά τις βαθύτερες ανησυχίες της. Αγόρασε από ένα κατάστημα, παρτιτούρες των τραγουδιών από το «Σόου Μπόουτ» του Τζερόμ Κερν.

Επισκιάζεται ξανά

Και στη βιογραφία της ακόμη η Βίβιαν επισκιάζεται από τον σύζυγό της, χάρις στη βιτριολική αλλά τόσο ζωντανή αναβίωσή του από τη βιογράφο της. Είναι καυστική για τον καριερισμό του, ειρωνική για τη ματαιοδοξία του (συνήθως φόραγε κραγιόν, ρουζ και χρώμα στα βλέφαρα) και αλύπητη για την σεξουαλική του υποκρισία. Τον υποπτεύεται ακόμη και ότι ήταν βαμπίρ. Μολονότι απεχθανόταν την Οξφόρδη, γιατί όπως έλεγε «δεν θέλω να είμαι νεκρός», η Οτολίν Μορέλτην αποκαλούσε «ο νεκροθάφτης» και όταν προσχώρησε στον Αγγλικανισμό, η Βιρτζίνια Γουλφ παρατήρησε ότι «ένα πτώμα θα ήταν πιο πιστευτό απ’ ό,τι αυτή».

Η δεύτερη μούσα: δέκα χρόνια μετά το θάνατο της Βίβιαν, ο Ελιοτ απαρατήρητος μπήκε σε μιαν εκκλησία στις 6 το απόγευμα και παντρεύτηκε έναν εντελώς διαφορετικό τύπο γυναίκας. Τη γραμματέα του που τον είχε εικόνισμα, την Βάλερι Φλέτσερ, η οποία σαν την Κυρά της Σιωπής στην «Τετάρτη των Τεφρών» δεν ρώταγε ερωτήσεις ούτε ζητούσε άβολα πράγματα. Την πρόταση της την έκανε όσο της υπαγόρευε μια επιστολή, προσθέτοντας σαν μια σκέψη εκ των υστέρων: «Ξέρετε το βαφτιστικό μου όνομα;» Επιτέλους, ευτυχώς, δεν ξανάγραψε τίποτα άξιο λόγου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή