Πολλοί σκηνοθέτες φοβούνται ότι θα τους καπελώσω…

Πολλοί σκηνοθέτες φοβούνται ότι θα τους καπελώσω…

9' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Της Μαρίας Κατσουνάκη

Η Ελλάδα φέτος στις Κάννες μπορεί να μη συμμετέχει με ταινία, εμφανίζεται όμως, σε περίοπτη θέση, στα ζενερίκ. H χώρα μας δεν εκπροσωπείται με παραγωγή της σε κανένα από τα προγράμματα του 55ου Φεστιβάλ, ο διευθυντής φωτογραφίας Γιώργος Αρβανίτης, όμως, υπογράφει δύο ταινίες: το «Γκέντμα» του ισραηλινού Αμος Γκιτάι, που διαγωνίζεται για τον Χρυσό Φοίνικα, και το «Τελευταίο γράμμα» του Αμερικανού ντοκιμαντερίστα Φρέντερικ Γουάισμαν, που προβάλλεται εκτός συναγωνισμού. Και ο Γκιτάι δεν αθροίζεται απλώς στους 22 συμμετέχοντες του επίσημου διαγωνιστικού τμήματος. Οι αρμόδιοι του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ φρόντισαν να τον αναδείξουν σε «γεγονός», μέρες πριν από την έναρξη της 55ης διοργάνωσης (15 Μαΐου), επιλέγοντας παράλληλα και την ταινία ενός Παλαιστίνιου σκηνοθέτη του Ελία Σουλεϊμάν («Θεία παρέμβαση»). «Γκέντμα» είναι το όνομα ενός από τα πλοία που, το 1948, μετέφεραν Εβραίους από διάφορες χώρες στο υπό δημιουργία κράτος του Ισραήλ. H ταινία αφηγείται τις περιπέτειές τους και την εξολόθρευσή τους από Αγγλους και Παλαιστίνιους. Τα γυρίσματα διήρκεσαν δύο μήνες (τον περασμένο Δεκέμβριο και Ιανουάριο), τότε που η Τζενίν και η Ραμάλα δεν εξέπεμπαν ακόμη αγωνία και απόγνωση, δεν ανέδιδαν φρίκη και τρόμο. Ακόμη και τότε, όμως, «όλο το συνεργείο της ταινίας ήταν εναντίον του Σαρόν και της πολιτικής του», θυμάται ο Γ. Αρβανίτης.

Προηγήθηκε η συνεργασία του με τον μεγάλο Αμερικανό ντοκιμαντερίστα Φρέντερικ Γουάισμαν, στην πρώτη φιξιόν ταινία του «Το τελευταίο γράμμα», η οποία αναφέρεται -και αυτή συμπτωματικά- στους Εβραίους και στον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. «Βασίζεται στο θεατρικό έργο του Ρωσοεβραίου συγγραφέα Βασίλι Γκρόσμαν και πρωταγωνιστεί μία μόνο γυναίκα. Για την ακρίβεια, η αλληλογραφία μιας μητέρας με τον γιο της που είναι στην πρώτη γραμμή και σιγά σιγά αντιλαμβανόμαστε ότι βρίσκεται στο γκέτο της Βαρσοβίας», σημειώνει ο διευθυντής φωτογραφίας.

Κινδύνευα να κλισαριστώ

Ο Γιώργος Αρβανίτης (το όνομά του και η δουλειά του είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο) είναι, πλέον, διεθνής. Τα τελευταία 12 χρόνια που ζει στο Παρίσι, μαζί με τη γυναίκα του Αγγελική και τους τρεις γιους του, έχει δουλέψει σε 25 παραγωγές, συνεργαζόμενος με πρωτοεμφανιζόμενους, όπως τον Ερίκ Εμάν, αλλά και καταξιωμένους δημιουργούς, όπως τον Μάρκο Φερέρι (υπέγραψε την τελευταία του ταινία πριν πεθάνει), τον Μάρκο Μπελόκιο, τον Φόλκερ Σλέντορφ, την Κατρίν Μπρεγιά. «Εφυγα γιατί ήθελα να γίνω καλύτερος, ήθελα να δω τον κόσμο, να έρθω σε επαφή με διαφορετικούς ανθρώπους, ήθελα να ανακαλύψω πράγματα που δεν ήξερα», λέει στην «K». «Υπήρχε ένας κίνδυνος να κλισαριστώ στην Ελλάδα, επαναλαμβάνοντας ένα παρόμοιο ύφος φωτογραφίας. Επίσης, δεν σου κρύβω, ότι αντιμετώπιζα και ένα πρόβλημα οικονομικό. Είχα τρία παιδιά και άρχισα να σκέφτομαι τα φροντιστήρια. Με στήριξε πολύ η γυναίκα μου σε αυτήν την απόφαση. Τα παιδιά μου σπούδασαν, γλίτωσα τα φροντιστήρια. Οπως έχω πει, η Ελλάδα είναι μια φτωχή χώρα με πλούσιους κατοίκους και η Γαλλία μια πλούσια χώρα με φτωχούς κατοίκους… Είχα, όμως, και τύχη. Εκλεισα αμέσως δουλειές. Είχα εκπαιδευτεί, στις ελληνικές συνθήκες παραγωγής, να δουλεύω γρήγορα και με λίγα μέσα και αυτό διαδόθηκε στον γαλλικό κινηματογραφικό χώρο». O Γ. Αρβανίτης είχε, πράγματι, εκπαιδευτεί σκληρά στη Φίνος Φιλμ, από το 1958 ώς τις αρχές της δεκαετίας του ’70 που άρχισε η συνεργασία του με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο και καλλιεργήθηκε η ευρηματικότητά του, καθώς ήταν αναγκασμένος να προσαρμόζεται στις οικονομικές δυσκολίες εκείνης της εποχής. Από το 1966 που υπέγραψε την πρώτη δική του φωτογραφία στον «Ξυπόλητο πρίγκιπα» ώς το 1989 που έφυγε από την Ελλάδα, το βιογραφικό του περιελάμβανε ήδη 60 ταινίες.

Τους τελευταίους μήνες βρίσκεται στην Ελλάδα για την καινούργια ταινία του Νίκου Παναγιωτόπουλου, «Κουράστηκα να σκοτώνω τους αγαπητικούς σου», (εμπνευσμένη από το δοκίμιο του Κωστή Παπαγιώργη «Ιμερος και κλινοπάλη»), αλλά και για δύο διαφημιστικά που τον κάλεσαν να γυρίσει για τα ολυμπιακά έργα.

– Οσο περνάνε τα χρόνια θεωρείτε ότι ο ρόλος σας αλλάζει, γίνεται πιο κυρίαρχος;

– Επιδίωξή μου είναι να προσφέρω στην ταινία αυτό που μπορώ να κάνω. Γιατί, κακά τα ψέματα, μια καλή ταινία και με μια μέτρια φωτογραφία είναι μια καλή ταινία. Μια κακή ταινία με καταπληκτική φωτογραφία παραμένει κακή. Εγώ, δεν «κάνω» την ταινία. Βοηθάω απλώς να κατακτήσουμε ένα αισθητικό αποτέλεσμα. O διευθυντής φωτογραφίας μετασχηματίζει σε εικόνες το όνειρο του σκηνοθέτη. Προσπαθεί να καταλάβει το όνειρο, να πορευτεί μαζί με τον σκηνοθέτη… O διευθυντής φωτογραφίας δεν είναι δημιουργός. Συμμετέχει στη δημιουργία κάποιου άλλου. Είναι συν-δημιουργός. Αυτό που ζητάω είναι η συνεργασία, που άλλοτε την έχω, άλλοτε δεν την έχω, γιατί πολλοί σκηνοθέτες φοβούνται ότι θα τους καπελώσω.

Διαφωνίες και συγκρούσεις

– Κατά καιρούς, έχετε συγκρουστεί και διαφωνήσει με σκηνοθέτες. Τόσο με το Θόδωρο Αγγελόπουλο όσο και με τον Τζόναθαν Νόσιτερ ή πρόσφατα τον Αμος Γκιτάι…

– Ηταν διαφορετικού τύπου εντάσεις. Με τον Αγγελόπουλο, αφορούσαν τη δουλειά την ίδια και ήταν δημιουργικές εντάσεις. Με τους άλλους δύο διαφώνησα επί της ουσίας. Με τον Νόσιτερ είχα εντελώς διαφορετική άποψη για την αισθητική της ταινίας, με τον Γκιτάι συγκρούστηκα γιατί δεν μου ταίριαζε ο τρόπος που δουλεύει. Οι καταβολές του είναι από το ντοκιμαντέρ και αυτοσχεδιάζει στο γύρισμα με αποτέλεσμα ο διευθυντής φωτογραφίας να μην έχει χρόνο ούτε να σκεφτεί ούτε να αποφασίσει για κάτι. Τραβούσα ό,τι υπήρχε, αλλά αυτό δεν με ενδιέφερε.

– Είχατε ποτέ την εντύπωση, μετά το τέλος μιας συνεργασίας, ότι γυρίσατε εσείς την ταινία;

– Οχι. Μπορεί να έχω συμβάλει ουσιαστικά αλλά ώς εκεί… O σκηνοθέτης είναι πάντα ο διευθυντής ορχήστρας κι εγώ το πρώτο βιολί. Υπό τη διεύθυνσή του προκύπτει η αρμονία. Αν δεν υπάρχει συνεργασία απουσιάζει και η αρμονία.

– Είπατε ότι ο ρόλος σας είναι «να μετασχηματίζετε σε εικόνες το όνειρο του σκηνοθέτη». Ολοι οι σκηνοθέτες με τους οποίους έχετε συνεργαστεί είχαν ένα όνειρο;

– Ναι, κατά την άποψή τους, ναι. Βλέπεις όμως ποιοι δουλεύουν για το όραμα και ποιοι για τα χρήματα. Από κάθε συνεργασία προσπαθώ να αποσπάσω το καλό κομμάτι και αυτό κρατάω για μένα. Το υπόλοιπο το πετάω.

Ο «μοιραίος» σκηνοθέτης

– Τι εκτιμάτε περισσότερο στον Θόδωρο Αγγελόπουλο;

– Το πείσμα του. Διαφωνείς ή συμφωνείς με τις ταινίες του δεν μπορείς να αμφισβητήσεις το μέγεθός του. Είμαι ευχαριστημένος από τις ταινίες που κάνω μαζί του, γιατί, μπορεί να καταβάλλω πολύ κόπο, εκείνο που απομένει, όμως, στο τέλος είναι ένα αίσθημα ικανοποίησης. Εχει στάξει στην ψυχή μου ευχαρίστηση. H κούραση μαζί του είναι δημιουργική. Με τον Θόδωρο είμαστε και 26 χρόνια μαζί. Ενιωσα πολλές φορές πλήρης. Εχω σταματήσει πλάνο στη μέση, στον «Θίασο» νομίζω, γιατί έβαλα τα κλάματα, δεν έβλεπα από το βιζέρ. Ηταν τόση η αισθητική απόλαυση…

– Θα λέγατε, λοιπόν, ότι ο Θόδωρος Αγγελόπουλος είναι ο σκηνοθέτης της ζωής σας; O «μοιραίος» σκηνοθέτης;

– Μοιραίος, ναι. Γιατί ενδιαφέρουσες συνεργασίες είχα και με άλλους. Πρωτοσυνεργαστήκαμε στην «Αναπαράσταση» (1970), όπου πήρα άδεια άνευ αποδοχών από τον Φίνο. Χρειάστηκε να πάρω άδεια και για τη δεύτερη ταινία, τις «Μέρες του ’36». Δούλευα επτά με τρεις το μεσημέρι στον Φίνο και αμέσως μετά με τον Θόδωρο. Δεν άντεξα όμως. Βίωνα έναν απόλυτο διχασμό, τη σύγκρουση δύο πολιτισμών. Επέστρεφα στον Φίνο και δεν μπορούσα να φωτίσω τα πλάνα. Είχε αλλάξει η αισθητική μου. Τότε ανακοίνωσα και στον Φίνο ότι θα φύγω. «Θα πεινάσεις», μου είπε. «Ας πεινάσω», του απάντησα. Και έφυγα.

– H νέα γενιά κινηματογραφιστών, πιστεύετε ότι διακατέχεται από παρόμοια πάθη;

– H αγωνία μου είναι να την καταλάβω. H διαφορά είναι στο βλέμμα, στη γλώσσα… Ενας νέος σκηνοθέτης δεν θα ζητήσει εμένα. Διαφέρει η γραφή μας. Σήμερα από το σινεμά λείπει η ομαδικότητα. Παλαιότερα, ακόμη και το παιδί που έφερνε τους καφέδες έλεγε «η ταινία μας». Τώρα, τα πράγματα είναι πιο «επαγγελματικά», απρόσωπα.

– H δουλειά σας άλλαξε και το «βλέμμα» σας απέναντι στον κόσμο; Σας συμβαίνει, για παράδειγμα, να κατακερματίζετε την καθημερινότητα σε πλάνα;

– Ναι. Στο λεωφορείο, στο μετρό, παντού… «βλέπω» πράγματα που οι άλλοι δεν αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο. Ευχαριστώ τον Θεό που μέσα από το επάγγελμά μου έμαθα να βλέπω αλλιώτικα τον κόσμο.

Συνωστισμός για τον Χρυσό Φοίνικα

Στον Ντέιβιντ Κρόνεμπεργκ ή στον Ρομάν Πολάνσκι θα απονείμει τον Χρυσό Φοίνικα ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής του 55ου Φεστιβάλ Καννών Ντέιβιντ Λιντς; Ισες πιθανότητες, όμως, με τους δύο «σταρ» του φετινού διαγωνιστικού προγράμματος έχουν και οι πέντε Γάλλοι σκηνοθέτες, οι τρεις δημοφιλείς Βρετανοί αλλά και οι τρεις ορμητικοί Αμερικανοί. Δύσκολη χρονιά για την κριτική επιτροπή προβλέπεται η φετινή, καθώς συγκεντρώνονται σημαντικά ονόματα του ευρωπαϊκού και του αμερικανικού κινηματογράφου. Κοινωνικοπολιτικός ο προσανατολισμός των νέων παραγωγών, με έμφαση στα γεγονότα στη Μέση Ανατολή. H συνύπαρξη του Ισραηλινού με τον Παλαιστίνιο σκηνοθέτη συνθέτουν το «event», ο Γούντι Αλεν κάνει την πανηγυρική έναρξη, την ερχόμενη Τετάρτη, με την ταινία του «Hollywood ending», που προβάλλεται εκτός συναγωνισμού, ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις 22 συμμετοχές του επίσημου τμήματος προοιωνίζεται έντονος.

Πόλος έλξης της 55ης διοργάνωσης ο Ρομάν Πολάνσκι, με τον «Πιανίστα» και ο Ντέιβιντ Κρόνεμπεργκ με το «Spider». Ενας Εβραίος μουσικός που επιβιώνει από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου είναι το θέμα του «Πιανίστα», ενώ ο απρόβλεπτος και δημιουργικά διαστροφικός Κρόνεμπεργκ επιστρέφει στις απειλητικές εμμονές του: ο ήρωάς του προσκολλάται στην ιδέα ότι είναι αράχνη. Οι τρεις Αμερικανοί «συναντώνται» σε έναν βαθύ κοινωνικό προβληματισμό. O σημαντικός ντοκιμαντερίστας Μάικλ Μουρ μιλάει για τη βία των όπλων στη σύγχρονη Αμερική («Bowling for Columbine»). O ελληνικής καταγωγής Αλεξάντερ Πέιν σκιαγραφεί το πορτρέτο ενός εξηντάρη πατέρα (Τζακ Νίκολσον) που προσπαθεί να αποκαταστήσει την επικοινωνία με την κόρη του, αλλά αντιλαμβάνεται ότι την έχει χάσει («About Schmidt»). Τέλος, ο Πολ Τόμας Αντερσον (έχει γυρίσει τη «Μανόλια») αφηγείται την ιστορία ενός περιπετειώδους έρωτα («Punch-drunk love»).

Βρετανοί και Γάλλοι

Ποικιλία στο «μέτωπο» των Βρετανών: O Μάικλ Γουίντερμπότομ αναφέρεται στην εξέλιξη της μουσικής σκηνής στο Μάντσεστερ από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 ώς τις αρχές του ’90 («24 – Hour party people»). O Μάικ Λι («Μυστικά και ψέματα», «Παράσταση μιας ζωής») εστιάζεται στην εργατική τάξη του Λονδίνου, παρακολουθώντας το Σαββατοκύριακο ενός ζευγαριού, με «άνυδρη» ερωτική ζωή και του ευρύτερου περιβάλλοντός του («Ολα ή τίποτα»). Από τις Κάννες δεν λείπει και ο βετεράνος Κεν Λόουτς («Γλυκιά 16άρα»). Ισχυρή η «ομάδα» των Γάλλων: O προκλητικός Γκασμπάρ Νοέ («Μόνος εναντίον όλων») σκηνοθετεί το ζεύγος Μόνικα Μπελούτσι – Βενσάν Κασέλ («Irreversible»). H ηθοποιός Νικόλ Γκαρσιά υπογράφει την πέμπτη σκηνοθεσία της («L’ adversair»), «ποντάροντας» στον πάντα εξαιρετικό Ντανιέλ Οτέιγ. O Ολιβιέ Ασαγιάς των «Cahiers du Cinema» επιλέγει γυναίκες πρωταγωνίστριες (Κλοέ Σεβινί, Κόνι Νίλσεν) για το «Demonlover». O άγνωστος στην Ελλάδα Ρομπέρ Γκεντιγκιάν σκηνοθετεί μια δραματική κομεντί («Marie – Jo et ses deux amours»). H πεντάδα συμπληρώνεται με τον Πολάνσκι.

Μόνος ο Ιταλός Μάρκο Μπελόκιο, με την αναταραχή που προκάλεσε το τολμηρό θέμα της νέας του ταινίας «H ώρα της θρησκείας», να προηγείται της προβολής της στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα. Παρόντες και ο δημοφιλής Ιρανός Αμπάς Κιαροστάμι με το «Δέκα», ο παραγωγικότατος αν και… υπερενενηντακοντούτης Πορτογάλος Μανοέλ ντε Ολιβέιρα («O principo da Incerteza»), ο Φινλανδός Ακι Καουρισμάκι με το δεύτερο μέρος της τριλογίας του «O άνθρωπος χωρίς παρελθόν», οι βραβευμένοι με τον Χρυσό Φοίνικα Βέλγοι αδελφοί Νταρντέν («Le Fils»), ο αισθητικά υποβλητικόςΡώσος Αλεξάντερ Σοκούροφ («Ρωσική κιβωτός»). H χώρες της Ανατολής μοιάζουν να έχουν υποτονική εκπροσώπηση αυτήν τη χρονιά: «Chihwaseon» του Νοτιοκορεάτη Ιμ Κβον Τεκ και «Αγνωστες απολαύσεις» του Κινέζου Ξια Ζανγκ Κε. Πού άλλες χρονιές, με τον Τύπο να μιλάει για «επέλαση εξ ανατολών»…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή