Γεφυροποιός των αντιθέτων

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ματθαίος Μουντές

Μισοτελειωμένη αφήγηση

Σειρά: Γέφυρες-Πρόσωπα

Εκδ. Αρμός

Ματθαίος Μουντές

Μακρινά φώτα. Δοκίμια και μελέτες

Σειρά: Σκέψη, Χρόνος και Δημιουργοί

Εκδ. Καστανιώτη

Δύο χρόνια μετά την εκδημία του ποιητή Ματθαίου Μουντέ κυκλοφόρησαν δύο βιβλία για τη ζωή και το έργο του που αλληλοσυμπληρώνονται.

Στη «Μισοτελειωμένη αφήγηση» ο Σωτήρης Γουνελάς απομαγνητοφωνεί τον ρέοντα προφορικό λόγο του Μουντέ. Πρόκειται για μια αυτοβιογραφία που περιλαμβάνει τα παιδικά χρόνια στη Χίο, την προσφυγιά στη Μικρασία και την Κύπρο, την κάθοδό του στην Αθήνα και τις πανεπιστημιακές σπουδές, την επαγγελματική του πορεία ως καθηγητή και τους δεσμούς του με την ποίηση.

Βίαιη διακοπή

Ο Γουνελάς δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τις συνομιλίες του με τον Μουντέ. Είμαι βέβαιος ότι κάπως αλλιώς θα σχεδιαζόταν το πρώτο βιβλίο της σειράς «Πρόσωπα» των εκδόσεων Αρμός, εάν δεν υπήρχε η βίαιη διακοπή των συζητήσεων λόγω του θανάτου. Το αποτέλεσμα είναι σπαράγματα επιλεκτικής μνήμης, με άφθονο αυτοσαρκασμό, και αναδημοσίευση ορισμένων διηγημάτων και ποιημάτων που φιλοξένησε το ιστορικό περιοδικό της δεκαετίας του ’60 «Σύνορο», καθώς και μία συζήτηση του Μουντέ με την Ελένη Σμαραγδή για τη γλώσσα και την παιδεία που είχε δημοσιευθεί στο «Θεωρείο» (1991).

Στο σημείωμα που προηγείται της έκδοσης ο Γουνελάς αγγίζει τον μεταφυσικό χριστιανό ποιητή, τον «τυπικάρη στο εγκόσμιο καθολικό», και πολύ ορθά διαχωρίζει τον Μουντέ από τους θρησκευτικούς ποιητές (θα έλεγα στιχουργούς). Ακριβώς η διαφορετικότητα του ποιητικού λόγου του Μουντέ (που αναμένει τον μελετητή για να τον τοποθετήσει εκεί που του αξίζει) με την προβολή της υπαρξιακής αγωνίας και την τραγική αίσθηση του κενού σκανδαλίζει το ευσεβές πλήρωμα, προκαλεί αμηχανία στις τακτοποιημένες συνειδήσεις ψηλαφώντας μια χριστιανική σύγχρονη κοινωνία χωρίς Θεό.

Για τη Σαπφώ Νοταρά

Στα «Μακρινά Φώτα» ο Θανάσης Νιάρχος με τον Γιάννη Κοντό συνέθεσαν μιαν ανθοδέσμη από άρθρα, δοκιμιακού χαρακτήρα, που δημοσιεύτηκαν κατά καιρούς (δυστυχώς δεν αναφέρονται οι πηγές) για πνευματικές μορφές που στοίχειωναν τη σκέψη του Μουντέ και τον διαμόρφωσαν, όπως Κοσμάς Αιτωλός, Παπαδιαμάντης, Καρυωτάκης, Καζαντζάκης, Κόντογλου, Παπατσώνης, Μελισσάνθη, Καρούζος. Αλλα κείμενα αναφέρονται στον Τερζάκη, στον I. M. Παναγιωτόπουλο, στον Γιάννη Κακριδή, στον Τάσο Λιγνάδη, στον Αντώνη Σαμαράκη, στον Μποστ. Ακόμη, μιλά για ζωγράφους (Τσαρούχης, Καραγάτση, Κυριάκη), για την Κατερίνα Μωραΐτη και για τον συμπατριώτη του Γιώργη Μπαχά.

Το βιβλίο κλείνει ευφυώς με ένα κείμενο για τη Σαπφώ Νοταρά που γράφτηκε με αφορμή την ανάγνωση του διηγήματος «Ερωτας στα χιόνια» από τη γνωστή κι αδικημένη ηθοποιό. Εδώ, παραλληλίζεται το ερημικό τέλος της αγκαθερής Σαπφώς σε ένα διαμέρισμα της πλατείας Κουμουνδούρου με τον θάνατο του ερωτευμένου μπαρμπα-Γιαννιού από το χριστουγεννιάτικο διήγημα του Παπαδιαμάντη.

Είναι ένα κείμενο συνταραχτικό όπου συμπλέκεται με αριστουργηματικό τρόπο η μοίρα των δύο ηρώων, αφού, όπως σχολιάζεται, «η Σαπφώ θέλει να αντικαταστήσει την αδιαφορία και τη σκληρότητα της Μυλωνούς, με τη δική της συμπόνια»!

Από τον Παπατσώνη

Πιστεύω ότι η τοποθέτηση του Νιάρχου στον Πρόλογο του βιβλίου για τον χαρακτήρα των δημοσιευμένων κειμένων είναι σωστή. Γράφει: «Τον Μουντέ τον ενδιέφερε να γνωρίσει πραγματικά έναν δημιουργό σε όσους γίνεται περισσότερους κι όχι να επιχειρήσει τη δική του «αγιογράφηση» με πρόσχημα τον, υπό εξέταση, ποιητή ή πεζογράφο». Πράγματι, και όταν έγραφε, το κίνητρο του Μουντέ ήταν το κίνητρο του δασκάλου, όχι του μελετητή ή του φιλολόγου σχολαστικού. Για τούτο τον λόγο τα κείμενά του έχουν το άρωμα της προσωπικής ζωηρής εντύπωσης που του είχαν προκαλέσει τα πρόσωπα που εικονογραφεί.

Πρωταρχικά, τον απασχολούσε η μετάδοση της γνώσης, η συντήρηση της μνήμης και η οφειλή μας στις προγενέστερες γενιές δημιουργών. Λάτρης των λογοτεχνών του ’30 υποστήριζε με πάθος τους Θεοτοκά, Κόντογλου, Μυριβήλη, θαύμαζε τον Καραγάτση και έπινε νερό στο όνομα του Παπατσώνη. Γοητευμένος, ιδίως από τον Παπατσώνη γιατί ζούσε εκτός «κυκλωμάτων» και δεν είχε οργανώσει καμιά αυλή για να επιβληθεί στις λογοτεχνικές παρέες: εκείνος «κάθε απόγευμα διάβαζε τον Εσπερινό και θυμιάτιζε», ενώ οι άλλοι δημιουργούσαν μέτωπα επιβολής είτε στο Κολωνάκι είτε στους διπλωματικούς κύκλους.

Μόνο μια πρώτη γεύση

Ομως, διαβάζοντας τα δύο βιβλία, νιώθω μιαν έλλειψη και αυτό πιστεύω ότι ίσως οφείλεται στη βιωματική σχέση που είχα μαζί του. Αμηχανία εξάλλου προδίδουν και τα προλογικά σημειώματα των δύο βιβλίων, λόγω της έντονης συναισθηματικής φόρτισης από την απώλεια του φίλου. Αισθάνομαι ότι παρά τις αγαθές προθέσεις των επιμελητών (Νιάρχος, Κοντός, Γουνελάς) και την εκδοτική φροντίδα (Καστανιώτης, Γ. Χατζηιακώβου) προσφέρεται μόνο μια πρώτη γεύση από την πνευματικότητα και τον δυναμισμό του Ματθαίου Μουντέ, του θεολόγου-γεφυροποιού αντιθέτων, ενός από τους τελευταίους μιας σειράς δασκάλων ταμένων να μεταγγίζουν αρμονικά γνώση και εμπειρία.

εκδ. Μπουκουμάνη

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή