Οκτώ γυναίκες και ένας «Γλάρος»

Οκτώ γυναίκες και ένας «Γλάρος»

5' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Καταχωρείται στα πιο αγαπημένα έργα κοινού και ηθοποιών. O «Γλάρος» του Αντον Τσέχωφ, από τότε που γράφτηκε (1895) και πρωτοεμφανίστηκε στη σκηνή προκαλεί, εκτός από ρίγη συγκίνησης, συζητήσεις, εντάσεις και ενστάσεις. Φέτος, το αθηναϊκό κοινό έχει την ευκαιρία να το ξαναδεί σε δύο διαφορετικές παραστάσεις, αυτήν του Θεάτρου της οδού Κεφαλληνίας (σκηνοθεσία Νίκος Μαστοράκης) και του Νέου Κόσμου (σκηνοθεσία Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος). Ταυτόχρονα, σχεδόν, το ίδιο έργο παρουσιάζεται στη Λάρισα και τη Θεσσαλονίκη: από το Θεσσαλικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Νίκου Χαραλάμπους, και από την Πειραματική Σκηνή της Τέχνης Θεσσαλονίκης, σε σκηνοθεσία Νίκου Χατζηπαπά. Για μεν τις αθηναϊκές παραστάσεις τον ρόλο έχει πια η κριτική. Για τις δύο άλλες, πρέπει να πούμε, ότι ο μεν Νίκος Χαραλάμπους επιδιώκει να «συνδέσει τον Τσέχωφ με τον Μπέκετ, με σημείο αναφοράς τις απόψεις των δύο συγγραφέων για τον άνθρωπο και τη μοίρα του. Το στοιχείο της αποτυχίας, η τραγωδία που καταλήγει σε φάρσα, αποτελούν επίσης κοινά στοιχεία και στους δύο». Από την πλευρά του, ο Νίκος Χατζηπαπάς τονίζει τον ρεαλισμό του έργου, που τον επεκτείνει τόσο σκηνικά όσο και ερμηνευτικά.

Η Αρκάντινα και η Νίνα είναι δύο από τους πλέον δημοφιλείς ρόλους του παγκόσμιου δραματολογίου. Αντιπροσωπεύουν τις διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Απευθυνθήκαμε στις οκτώ ηθοποιούς που τις ερμηνεύουν και ζητήσαμε να περιγράψουν την εμπειρία τους, να φωτίσουν οι ίδιες τους δύσκολους ρόλους τους:

Μπέτυ Αρβανίτη: Μια ηθοποιός που τα τελευταία χρόνια δοκιμάζει τολμηρούς κλασικούς ρόλους, τοποθετώντας τον πήχυ όλο και πιο ψηλά για τον εαυτό της. Φέτος παίζει την Αρκάντινα, ως συνέχεια δύο άλλων, νεότερων ηρωΐδων του Τσέχωφ, της Ελενα και της Μάσα, τις οποίες έχει ερμηνεύσει στο παρελθόν και τις οποίες θεωρεί συγγενείς εννοιολογικά. H ερμηνεία της βασίζεται, εκτός των άλλων στοιχείων, στην ιδιότητα της ηρωΐδας, μιας ηθοποιού – σταρ, με έντονο εγωκεντρισμό και πολλή ματαιοδοξία. «Με ενδιαφέρει αυτό το στοιχείο, λέει, γιατί μπορώ να το χειριστώ εξωτερικά, αλλά με απασχόλησαν, κυρίως, οι ρωγμές του ρόλου. O σαφής υπαινιγμός του Τσέχωφ που δεν σ’ αφήνει να περιοριστείς στο φαίνεσθαι.

Η Αρκάντινα, είναι ο αντίποδας της Νίνας. H ωριμότητα απέναντι στην αθωότητα? η Νίνα να βλέπει την Αρκάντινα ως ιδανικό. Το πιο σημαντικό είναι ότι η Νίνα βλέπει την επιτυχία της Αρκάντινα μόνο με τα μάτια της νιότης και της αθωότητας, χωρίς να καταλαβαίνει ότι σ’ αυτήν ελλοχεύουν και οι κίνδυνοι της συντριβής».

Αγγελική Παπαθεμελή: Μια νεαρή ηθοποιός που μετράει επτά χρόνια στο θέατρο και κυριολεκτικά έχει εντυπωσιάσει κοινό και κριτική με την ερμηνευτική γκάμα της. H Νίνα του Θεάτρου Κεφαλληνίας έχει ευαισθησία, τόλμη, παιδική αθωότητα, στοιχεία που στην τελευταία πράξη γίνονται πίκρα, γνώση και επίγνωση. H ίδια αρνείται να μιλήσει για τον ρόλο της, πάγια δεν δίνει συνεντεύξεις. H μόνη φράση που κατάφερα να αποσπάσω, ήταν: «Προσπαθώ, αυτό που κάνω να ενδιαφέρει τον κόσμο».

Ανθή Ανδρεοπούλου: H άλλη Αρκάντινα της Αθήνας, είναι μια ώριμη ηθοποιός, μια ευαίσθητη γυναίκα, που την έχουμε δει σε πολλούς και διαφορετικούς ρόλους τα τελευταία είκοσι τουλάχιστον χρόνια. «Την Αρκάντινα την αγαπούσα πάντα χωρίς να ξέρω γιατί. Οταν άρχισα να ξανακοιτάζω το έργο, ανακάλυψα ότι με διασκέδαζε. Πέρα απ’ τον τεράστιο πλούτο που έχει ο χαρακτήρας, την αλήθεια με την οποία είναι γραμμένος, με διασκέδαζε η αντιφατικότητά της. Την εύρισκα αστεία, σπαρακτική, χαριτωμένα τραγική, μελοδραματικά κωμική. Αρχισα να ανακαλύπτω ότι κουβαλούσε μέσα της πολλές γυναίκες, κυρίως τις πολύ συναισθηματικές. Πολλές φορές, οι πολύ συναισθηματικοί άνθρωποι μπορούν να είναι σκληροί με τους γύρω τους, έως αναίσθητοι. Απλώς οι ίδιοι προσπαθούν να προστατευθούν».

Μαρίσα Τριανταφυλλίδου: Γεννημένη στην Τασκένδη από Ελληνες γονείς η νεαρή ηθοποιός με πέντε μόλις χρόνια στο θέατρο, έχει πάρει μέρος και σε δύο κινηματογραφικές ταινίες, το «Μαύρο Γάλα» του N. Τριανταφυλλίδη και τον «Δεκαπενταύγουστο» του Κων. Γιάνναρη. Πώς αισθάνεται που ερμηνεύει τη Νίνα; «Αμήχανη… δεν ξέρω γιατί, αλλά είναι το πιο ειλικρινές που έχω να πω. Δεν υπάρχει τίποτε κατασταλαγμένο μέσα μου και απ’ αυτό ξεκινάω καθημερινά. Ωστόσο, το πλαίσιο μέσα στο οποίο δούλεψα τον ρόλο περιλαμβάνει τις έννοιες αθωότητα, ενθουσιασμός, φιλοδοξία. Μέσα από αυτά τα τρία στοιχεία η Νίνα βλέπει την Αρκάντινα και προσπαθεί να κατακτήσει όσα κι εκείνη. Δεν κατανοεί ότι η μεγάλη ηθοποιός ζει μέσα στη φθορά. Εκείνη, αν και συντρίβεται, είναι νέα και αποφασισμένη για μια νέα αρχή».

Εφη Σταμούλη: Βασικό στέλεχος της Πειραματικής Σκηνής της Τέχνης Θεσσαλονίκης από το 1979, έχει παίξει ανάμεσα σ’ άλλα τη Σόνια στον «Θείο Βάνια», τη Μάσα στις «Τρεις αδελφές», άρα έχει ήδη μεγάλη εμπειρία στις ηρωΐδες του Τσέχωφ. Βλέπει την Αρκάντινα σαν «μια γυναίκα απροκάλυπτα εγωκεντρική, η οποία τρελαίνεται με την ιδέα ότι μια νεότερη και καταφανώς ασήμαντη κοπελίτσα μπορεί να την απειλήσει. Αν και κερδίζει μια πύρρεια νίκη με τον Τριγκόριν, τον εραστή της, φαντάζομαι ότι αρχίζει να συνειδητοποιεί τι της συμβαίνει μετά το τέλος του έργου. Εγωπαθής, μικρόψυχη και τσιγκούνα, είναι απορίας άξιον γιατί ασκεί τόση γοητεία σε ηθοποιούς και θεατές. Το γοητευτικό στοιχείο όμως της Αρκάντινα είναι οι ρωγμές της. O γιος της την εκνευρίζει, αλλά τον αγαπά. Εχει επιτυχία στο θέατρο αλλά αισθάνεται ότι το θέατρο στο οποίο ανήκει είναι σε παρακμή. Και το πιο σημαντικό: Είναι περήφανη για τη γοητεία της, αλλά διακατέχεται από τον πανικό του χρόνου. Είναι ευάλωτη, όπως μια σταρ στη «Λεωφόρο της Δύσεως», κι αυτό την κάνει ακόμη πιο αφοπλιστική».

Νανά Παπαγαβριήλ: Εξι χρόνια στην Πειραματική Σκηνή της Τέχνης και επτά χρόνια στο Κέντρο Θεατρικής Ερευνας Θεσσαλονίκης. Πώς αντιμετωπίζει την ηρωΐδα που ερμηνεύει στη σκηνή; «H Νίνα είναι η γυναίκα που θέλει. Πάνω απ’ όλα, είναι άνθρωπος με σάρκα και οστά, όνειρα και φιλοδοξίες. Μια κοπέλα με πάθος για τη ζωή και το θέατρο. Αφήνεται να γοητευτεί από τον Τριγκόριν, γιατί είναι το μόνο στήριγμά της για να πάει στη Μόσχα. Αν και συντρίβεται, συνεχίζει. Και συνεχίζει μόνη».

Νινή Βοσνιάκου: Τριάντα χρόνια στο θέατρο, πρωτοεμφανίστηκε ως Αηδόνα στους «Ορνιθες» του Αριστοφάνη, στη σκηνή του ΚΘΒΕ, όντας χορεύτρια. Την κέρδισε το θέατρο και έμεινε σ’ αυτό. Προσεγγίζει τον ρόλο της Αρκάντινα μέσα από τα στοιχεία παιδικής αθωότητας που εκπέμπει -κατ’ αυτήν- ο ρόλος, και επιδιώκει, να τον κατευθύνει προς ένα πιο ομαδικό χαρακτήρα.

Κωνσταντίνα Κάκαλου: Δύο χρόνια στην Πειραματική Σκηνή της Τέχνης Θεσσαλονίκης και άλλα δύο στην ομάδα «Αττις» του Θ. Τερζόπουλου, επιδιώκει να παντρέψει τις διαφορετικές θεατρικές τεχνικές, προς χάριν του αποτελέσματος. «Τη Νίνα την πλησιάζω μέσα από την Αρκάντινα, γιατί πιστεύω πως είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Προσπαθώ να την παρουσιάσω τολμηρή, γιατί πραγματικά θέλει τόλμη να παίζεις μπροστά σε τόσους ξένους ανθρώπους. Ομως τα πλάσματα που ζουν στην επαρχία έχουν μια περίεργη δύναμη: ξέρουν να αντιστέκονται, να αντλούν δύναμη από το πουθενά».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή