«Ρέγκε», το σάουντρακ του καλοκαιριού!

«Ρέγκε», το σάουντρακ του καλοκαιριού!

5' 50" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τζαμάικα, ένα νησί της Καραϊβικής με μονίμως ελλειμματική οικονομία, υποβαθμισμένη γεωπολιτική σημασία, ολιγάριθμο πληθυσμό, σύντομη ιστορία, υψηλή εγκληματικότητα κι ανεργία. Πρόκειται ακριβώς για τον τόπο που είναι καλύτερο να αγνοείς! Κι όμως, αποτελεί ένα απ’ τα γνωστότερα μέρη της Γης εξαιτίας του βασικού προϊόντος που εξάγει. Της μουσικής «ρέγκε»! Οταν τα άρματα του κινεζικού στρατού πλησίαζαν στην πλατεία Τιενανμέν, το 1989, απ’ τα μεγάφωνα των εξεγερμένων φοιτητών ακουγόταν η μουσική του «Get Up, Stand Up», του Μπομπ Μάρλεϊ, του γνωστότερου μουσικού απ’ την Τζαμάικα. Και την ημέρα που έπεσε το τείχος του Βερολίνου, τα πλήθη των παρευρισκομένων ξημέρωσαν τραγουδώντας το «Three Little Birds» του ιδίου καλλιτέχνη. Τέλος, το «Μίσος», η γνωστή ταινία του Ματιέ Κασοβίτς ανοίγει με ένα απ’ τα καλύτερα πλάνα στην ιστορία του κινηματογράφου υπό τους ήχους του «Burning and Looting», επίσης τραγουδιού του Μπομπ Μάρλεϊ! Η ρέγκε είναι μια μουσική παγκόσμια και ταυτόχρονα η λαϊκή μουσική της μικρής Τζαμάικα. Εμείς, χωρίς να βγούμε εκτός Ελλάδας, θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε μερικά απ’ τα μεγαλύτερα ονόματα της ρέγκε, σε ένα διήμερο φεστιβάλ που θα γίνει 19-20 Ιουλίου, στην Ασπροβάλτα, μία ώρα από τη Θεσσαλονίκη. Θα παίξουν οι Max Romeo, Dennis Alcapone, Misty iRoots και ο Mad Ρrofessor.

Παρέμεινε

Μπορεί σήμερα οι λεγόμενες «μουσικές του κόσμου» να έχουν εισβάλει και στα καλύτερα σαλόνια Ευρώπης και Αμερικής, όμως η τάση του λεγόμενου «έθνικ» δεν παύει να αποτελεί συρμό με ημερομηνία λήξης. Ταυτόχρονα, οι γνωστότεροι «έθνικ» καλλιτέχνες δεν είναι καν «παραδοσιακοί» μουσικοί, αλλά εκείνοι που ραφίναραν τους ρυθμούς της πατρίδας τους κάνοντάς τους συμβατούς με το γούστο της παγκόσμιας ποπ κουλτούρας. Η ρέγκε, αντίθετα, αποτελεί τη μόνη μουσική της περιφέρειας που κατόρθωσε να κατακτήσει τα (αμερικανικά και βρετανικά) κέντρα της μουσικής βιομηχανίας χωρίς ιδιαίτερες εκπτώσεις στη φόρμα της και να συνδιαλλαγεί με τις τάσεις της ποπ τις οποίες και επηρέασε. Βρίσκεται δε στο παγκόσμιο προσκήνιο από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, χωρίς έκτοτε να μειωθεί η δυναμική της. Είναι δηλαδή μια μουσική παγκόσμια, απλώς διαθέτει… ονομασία προέλευσης!

Μια αφίσα του Μπομπ Μάρλεϊ διακοσμεί τον τοίχο απείρων εφηβικών δωματίων. Θα συναντήσει κανείς, επίσης, αμέτρητα παιδιά με μαλλιά «ράστα» (στην πατρίδα του Μάρλεϊ τα λένε «dreadlocks») στο Μιλάνο, το Βερολίνο, το Μπρίστολ, την Αθήνα. Και είναι ντυμένα στα «χρώματα της Τζαμάικα»: κόκκινο, κίτρινο, πράσινο. Τι κρίμα που η σημαία του νησιού είναι πράσινη, κίτρινη και μαύρη! Ετσι όπως προσλαμβάνει τους μύθους της αγαπημένης του μουσικής το κοινό των δυτικών μητροπόλεων μπερδεύει τα χρώματα των «ράστα», της αίρεσης στην οποία ανήκε ο Μάρλεϊ, με τα εθνικά χρώματα της Τζαμάικα. Η Τζαμάικα είναι ο Μάρλεϊ και ο Μάρλεϊ η Τζαμάικα…

Η ιστορία της ρέγκε

Οι εθνομουσικολόγοι υποστηρίζουν πως οι ρίζες αυτού που αποκαλούμε «ρέγκε» δεν είναι καθαρά αφρικανικές. Βεβαίως δομήθηκε στα τραγούδια που συνόδευαν τους τοπικούς θρησκευτικούς χορούς «pocomania» και «kumina», αλλά ως φόρμα επηρεάστηκε και από τις διάφορες μουσικές μόδες που έφταναν από τα γειτονικά νησιά ή τις ΗΠΑ: «καλύψο» από το Τρινιτάντ, «mer ingue» από τον Αγιο Δομίνικο, «σουίνγκ» από τις αμερικανικές «big bands». Στη δεκαετία του ’50, τη διασκέδαση του λαϊκού κοινού αναλάμβαναν «sound systems», δηλαδή κάποιος ντισκ-τζόκεϊ με τον απαραίτητο εξοπλισμό, επειδή οι τοπικές μπάντες πληρώνονταν καλύτερα παίζοντας στα μεγάλα ξενοδοχεία. Σιγά-σιγά οι DJ άφησαν εκτός προγράμματος το αμερικανικό «delta blues» και «R&B» και έπαιζαν περισσότερους τοπικούς καλλιτέχνες των οποίων οι δίσκοι κόστιζαν φθηνότερα. Αυτοί και το ραδιόφωνο ώθησαν τους μουσικούς να μπουν στο στούντιο.

Η πρώτη περίοδος είναι εκείνη του «σκα» (1960-1966). Η μουσική είναι έντονα χορευτική και όλες οι ξένες επιρροές έχουν αφομοιωθεί με περίτεχνο τρόπο (αν και τραγούδια όπως το «Doctor Zhivago» των Skatalites θυμίζουν έντονα μπίμποπ). Ακολουθεί η περίοδος του «rocksteady» (1966-1968), όταν δημιουργείται το γνωστότερο στούντιο του Κίνγκστον, το «Studio 1». Αυτό που οι Τζαμαϊκανοί ονομάζουν «ρέγκε» (1969-1983) αποτελεί την «κλασική» περίοδο της τοπικής μουσικής ιστορίας. Είναι η εποχή που δρα ο Μπομπ Μάρλεϊ και οι Wailers. Εκτοτε, ονομάζουν τις σύγχρονες -πιο χορευτικές- τάσεις «dancehall».

Μουσική μετανάστευση

Εξαιτίας της φτώχειας του τόπου, η διασπορά των Τζαμαϊκανών είναι σημαντική. Ηδη πριν από την ανεξαρτησία από τη Βρετανία (1962) πολλοί μετανάστευσαν στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη. Μαζί τους θα πάρουν και τους ρυθμούς της ρέγκε. Το σκα θα περάσει στη λευκή βρετανική εργατική τάξη και θα γίνει η αγαπημένη μουσική των «σκίνχεντς». Καλλιτέχνες όπως ο Ντέσμοντ Ντέκερ και ο Λι Πέρι θα γνωρίσουν επιτυχία στο Λονδίνο. Ο Μπομπ Μάρλεϊ θα φέρει τη ρέγκε στο παγκόσμιο προσκήνιο. Ο Λι Πέρι θα βοηθήσει τους Clash στην παραγωγή του πρώτου τους άλμπουμ κι εκείνοι θα βάλουν γενναίες δόσεις ρέγκε στα τραγούδια τους. Στο γνωστότερο στέκι των πανκ της πρώτης περιόδου, το θρυλικό «Ρόξι», ο ντισκ-τζόκεϊ παίζει ρέγκε.

Σήμερα, μεγάλο ποσοστό των μουσικών τάσεων βασίζεται ή έχει επηρεαστεί από τη ρέγκε και τους κλώνους της. Από τη λευκή «ροκ-ρέγκε» του Στιγκ και των Police, έως το ηλεκτρονικό dub των Massive Attack και τους έθνικ ρυθμούς των AsiaDub Foundatioη επίδραση της αφροκαραϊβικής μουσικής είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Στην Αμερική οι «σκα-πανκ» Mighty Mighty Bosstones πούλησαν 7 εκατομμύρια άλμπουμ το 1996.

Αλλά και το χιπ-χοπ γεννήθηκε -εμμέσως- από τη ρέγκε. Λέγεται ότι ο Αφρικα Μπαμπάτα, ο πρώτος DJ που άρχισε να «ραπάρει» πάνω από τη μουσική που μίξαρε έκλεψε απλώς το στυλ των Τζαμαϊκανών ομότεχνών του, οι οποίοι δεκαετίες πριν απήγγειλαν ρυθμικούς στίχους της στιγμής πάνω από τη μουσική που έπαιζαν στα πικ-απ τους.

«Βύρωνας-Τζαμάικα μόνο δυο λεπτά!»

«Ρέγκε είναι η μουσική που κατασκεύασε ο λαός της Τζαμάικα για να καλύψει τις πνευματικές και συναισθηματικές του ανάγκες», λέει ο καλύτερος ορισμός της εν λόγω μουσικής. Ετσι τραγουδούσε τον πόνο και τη χαρά, τον έρωτα και την αδικία. Τι είναι όμως εκείνο που κάνει τους συμπατριώτες μας χιπ-χοπερς, Razzastar να τραγουδούν «Βύρωνας-Τζαμάικα, μόνο δυο λεπτά» και να εξωραΐζουν την αστική δυστοπία που τους περιβάλλει παραλληλίζοντάς τη με το αφροκαραϊβικό τοπίο που φαντάζονται; Η ρέγκε για εμάς είναι η μουσική του καλοκαιριού και θα την ακούσετε να βγαίνει από τις καντίνες και τα μπαράκια των νησιών. Είναι η συναυλία του Λι Πέρι, πέρσι στη Φρεατίδα -δίπλα ακριβώς στο κύμα. Η Αννα Ζωγράφου είναι ντισκ-τζόκεϊ και παίζει ρέγκε (πίσω από το ψευδώνυμο «Anna Mystic») πάνω από 10 χρόνια. «Πρόκειται για δημοφιλείς ήχους που οι Ελληνες προσεγγίζουν με δύο τρόπους: Μέσα από τα συναισθήματα χαλάρωσης που δημιουργούν και κυρίως λόγω της εξωτικότητας, του γοητευτικού στοιχείου που τη συνοδεύει. Ο ρυθμός είναι γήινος, 70-90 beats per minute, σε αντίθεση με τα αγχωτικά 120 bpm του house και του trance. Εχουν ξεπεράσει πια τον Μάρλεϊ και ψάχνουν νέα πράγματα».

Πράγματι, οι επανεκδόσεις δίσκων ρέγκε έχουν γεμίσει τις προθήκες των δισκοπωλείων, ενώ ακόμη κι εκείνοι που αναζητούν ένα δίσκο που κυκλοφόρησε μόλις πριν από μια βδομάδα στην Τζαμάικα ή στο Μπρίστολ μπορούν να τον αγοράσουν μέσω του διαδικτύου. Η Anna Mystic πάντως είναι γνωστή στο ανά τον κόσμο κοινό της ρέγκε από το πρόγραμμα που κάνει εδώ και 6 χρόνια στον διαδικτυακό ραδιοφωνικό σταθμό «Interface». Τελικά Βύρωνας-Τζαμάικα μπορεί να είναι και λιγότερο από δυο λεπτά! Μόνο που η πιο ζηλευτή καριέρα για ένα νέο του Κίγκστον, της τζαμαϊκανής πρωτεύουσας, είναι να γίνει μουσικός ή γκρουμ σε μεγάλο ξενοδοχείο ενώ εμείς, στη Δύση, έχουμε πολύ περισσότερες επιλογές…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή