Εικόνες του λόγου αζωγράφιστες

Εικόνες του λόγου αζωγράφιστες

6' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δ. N. Μαρωνίτης: «Ομήρου Οδύσσεια, 24 Παρομοιώσεις». Εκδόσεις «Διάττων», 2003, σελ. 39.

H τυποτεχνική όψη της έκδοσης των «Παρομοιώσεων» δίνει, με την πρώτη ματιά, απάντηση στο πιθανό ερώτημα γιατί μια ξεχωριστή έκδοση χωρίων με παρομοιώσεις από τον μεταφραστή της «Οδύσσειας» Δ. N. Μαρωνίτη. H έκδοση έχει την έμφαση κάδρου, γι’ αυτό που περιέχει και οφείλονται εύσημα στον Νίκο Βοζίκη, ο οποίος σε συνεργασία με τον συγγραφέα, έδωσε έναν τόμο που θυμίζει ότι η τυπογραφία ήταν κάποτε η ίδια πεδίο χειροποίητης αριστοτεχνίας. Το κόσμημα του εξωφύλλου συνοψίζει με τρόπο ιδιοφυή όλη την περιπέτεια της «Οδύσσειας»: μια γαλανή γραμμή απ’ άκρου σ’ άκρον, ο θαλασσινός ορίζοντας, περασμένος με το χέρι σε κάθε αντίτυπο, με την εύθραυστη ματιέρα του κραγιόν, λειτουργεί ως αισθητική μα και αισθησιακή εισαγωγή στο ποίημα. Οι διαστάσεις, το χαρτί ακουαρέλας και επάνω στο χαρτί οι ανήσυχες συμμετρίες του οπτικού μέρους των κειμένων από σελίδα σε σελίδα, ενισχύουν την εντύπωση ενός διαφορετικού πλαισίου. Στη βάση το πρωτότυπο, με μικρά στοιχεία που παραπέμπουν σημειολογικά στις στερεότυπες εκδόσεις της Λιψίας. Μεγάλα στοιχεία για τη μετάφραση. Κάθε κομμάτι μετάφρασης μετεωρίζεται στον αέρα της σελίδας, φωτίζοντας τα συμπαγή βάθρα του πρωτοτύπου. Τόνοι, πνεύματα, οξείες, περισπωμένες και βαρείες από τον Απολίτιστο Μονοτονικό, συμπληρώνουν ως εικαστικά στοιχεία την εικόνα. Αυτή ακριβώς η έννοια ενδιαφέρει τον Μαρωνίτη στο βιβλίο των «Παρομοιώσεων», γι’ αυτό και επιχειρώ να σχολιάσω εικόνες του λόγου αζωγράφιστες, εγώ, ένας σχολιαστής ζωγραφισμένων εικόνων. O Μαρωνίτης βάζει μάλιστα και «περίφραξη», στην προμετωπίδα, το σιμωνίδειο σπάραγμα ότι η ποίηση είναι ζωγραφική ομιλούσα, ενώ η ζωγραφική σιωπηλή ποίηση, καθώς και τη ρωμαϊκή του σύμπτυξη από τον Οράτιο, Ut pictura, poesis – «όπως η ζωγραφική έτσι και η ποίηση», αξίωμα που διακηρύσσει την ισοτιμία των δύο τεχνών. Πρόκειται για μια εξίσωση προκλητική για την εποχή της, αντικλασική κληροδοσία ενός κλασικού, την οποία ο Πλάτων δεν θα δεχόταν, ευχή που πραγματοποιήθηκε αιώνες αργότερα, από τους αναγεννησιακούς.

Κάθε μεταφραστής εκφράζει την εποχή του και κάθε εποχή με ματαιόσπουδη λαχτάρα επανιδρύει το αρχετυπικό ποίημα, την Οδύσσεια, ως μέτρο των επιτευγμάτων της δικής της σχέσης με την ποίηση. Με τη μετάφρασή του ο Μαρωνίτης έχει αφήσει το δικό του ίχνος στην ιστορία της πρόσληψης του ομηρικού έπους. Δεν καταπιάστηκε με τη μετάφραση της Οδύσσειας επειδή είναι ο κορυφαίος φιλόλογος της γενιάς του. Και άλλοι γνωρίζουν την ομηρική γλώσσα όσο αυτός. Αλλά κάτω από την ακαδημαϊκή του τήβεννο, θάλλει ο ποιητής, ο ατόφιος καλλιτέχνης. Κάθε εικόνα του Μαρωνίτη που δεν περιέχει την ποιητική του ιδιότητα είναι λειψή. H μετάφραση απέδειξε ότι ως ποιητής συνέλαβε και έφερε εις πέρας το εγχείρημα. Με τις «Παρομοιώσεις» το επιβεβαιώνει και προχωράει παραπέρα. Από το πλήθος τους ξεχωρίζει 24 με κριτήριο τις εικαστικές ποιότητες που περιέχει η εκφορά τους. Και για να βάλει κάθε παρομοίωση στο αφηγηματικό της πλαίσιο, συνθέτει επιγραφές-περιλήψεις τις οποίες παραθέτει με αριθμητική σειρά στο τέλος, εκεί όπου σε μια συμβατική έκδοση θα υπήρχαν τα περιεχόμενα. Το ότι δεν τις συμπαραθέτει με τα κείμενα στα οποία αντιστοιχούν έχει ίσως διπλή σημασία: διατηρεί έτσι το εικαστικό σχήμα ακέραιο – έναν διάλογο σχημάτων ανάμεσα στο πρωτότυπο και τη μετάφραση. Ή και επιθυμεί έναν επίλογο που ρητά αποκαλεί «παλαιικό» σε προεξαγγελτικό της έκδοσης κείμενό του, αλλά ανομολόγητα προοικονομεί ποιητικό. Ούτως ή άλλως, σαν αναγνώστης προσθέτω δύο δικές μου παρομοιώσεις.

Ο Μαρωνίτης μου θυμίζει τον Βοκκάκιο, τον πιο σπουδαίο από τους σχολιαστές-μεταφραστές του Δάντη, όταν από τον άμβωνα της Παναγίας των Λουλουδιών, στη Φλωρεντία, διάβαζε, μεταφρασμένα στην τοσκανική διάλεκτο, χωρία της Κωμωδίας με ανάλογα χαρακτηριστικά και καλούσε το εκκλησίασμα σε οπτικό διαλογισμό με βάση τις εικόνες του ποιητικού λόγου. Κι ακόμα μού θυμίζει τους εκκλησιαστικούς ρήτορες που με την ίδια μέθοδο, της οπτικοποίησης δηλαδή του ευαγγελικού κειμένου έλεγαν «δώστε στον Χριστό το σώμα, τη μορφή, τα χούγια του πιο αγαπημένου σας προσώπου και στον Ιούδα του πιο μισητού και τότε νιώστε μέσα σας το κακό που σας έκανε». Εκείνοι ζητούσαν προσομοιώσεις για να οικειοποιηθεί ο Φλωρεντινός του 14ου αιώνα ένα πένθος όχι συμβολικό, θρησκευτικό, τελετουργικό αλλά σπαραχτικά αισθησιακό. Και τούτος εδώ ο σχολιαστής-μεταφραστής επικαλείται παρομοιώσεις από τον Ομηρο. Τις ξεχωρίζει με κριτήριο το εικαστικό τους περιεχόμενο κάνοντάς τις κοινό κτήμα μέσα από τη γλώσσα που όλοι καταλαβαίνουμε και η ίδια αυτή η επιλογή συνιστά ένα σημαντικό σχόλιο απαραίτητο για την οικειοποίηση του ομηρικού λόγου.

Στο περιεχόμενο των «Παρομοιώσεων». O Ομηρος συνθέτει αυτές τις εικόνες για να φέρει μακρινές, μυθικές, ηρωικές, ανήκουστες καταστάσεις και αισθήματα κοντά, στο ταπεινό καθημερινό πεδίο του αγροτικού εκείνου κόσμου. Πετάγματα του Ερμή πάνω από το πέλαγος με το πέταγμα του γλάρου, το ρημαδιό του ναυαγίου με τα άχυρα που σκορπίζει ο άνεμος πέρα δώθε, το τέλος της πάλης με τα κύματα και τον θάνατο με την ανακούφιση των παιδιών όταν ο γονιός τους γλιτώνει από βαριά αρρώστια, την τύφλωση του κύκλωπα, με το τρυπάνι του τεχνίτη στο καρνάγιο. Λιγότερο συχνά ο ποιητής προχωρεί σε αντιστροφές αυτού του σχήματος: μέσω του μυθικού επιδιώκει την ανύψωση του καθημερινού και κοντινού. H Ναυσικά που χορεύει και τραγουδά με τις φίλες της με την Αρτεμη και τις νύμφες συντρόφισσες, ή τα δάκρυά της Πηνελόπης με τα χιόνια που στοίβαξε ο πουνέντες και λιώνει ο σιρόκος, ή το λυτρωτικό κλάμα του ζευγαριού στον αναγνωρισμό, με των ναυαγών την ανακούφιση όταν ξεφεύγουν τη μανία του Ποσειδώνα.

Η εικονοποιία της ποίησης και της εικόνας καθορίζεται για την κάθε μια από το υλικό της. Υλικό απτό για την εικόνα, το χρώμα, βγαλμένο από τη γη, από τα ορυκτά, τα φυτά και τα ζώα της. Υλικό άυλο για την ποίηση η γλώσσα, η πιο περίπλοκη έκφραση του νου. Με τα μέσα αυτά, ενισχυμένα από την αναγεννησιακή τεχνολογία της προοπτικής απεικόνισης, η πρώτη αισθησιακή και γήινη, αυτοπροσδιορίστηκε χωροκεντρική, ενώ η δεύτερη, νοησιαρχική και πτερόεσσα, επεξεργάστηκε τις αόριστες και αβέβαιες ιδιότητες του χρόνου. Το διακύβευμα, επομένως, και των δύο για την πρόσληψή τους είναι ότι η πρώτη, η άμεση, αντιμετωπίζεται από έναν ορίζοντα προσδοκίας ασυγκρίτως παθητικότερο εκείνου της δεύτερης και έμμεσης η οποία επιζητεί την ενεργητική υποδοχή. Εκεί βοηθάει η γυμναστική της ιστορίας της τέχνης που μας εξασκεί σε όλο και μεγαλύτερους δρασκελισμούς του κυματοθραύστη που αποτελεί για τη φαντασία η όραση. Τα οπτικά ερεθίσματα πρέπει να υποστούν την επεξεργασία του βλέμματος που έχει ασκηθεί να βλέπει αν είναι να μπορέσει η εικόνα να διανύσει μικρότερη διαδρομή ή απλώς να κρατηθεί στα όριά της.

Θα πρότεινα στην περίφημη εξίσωση του Ορατίου, «όπως η ζωγραφική έτσι και η ποίηση» να δούμε την ακόλουθη διάκριση: η ζωγραφική αποδύεται σε μια διαρκή αναζήτηση του χαμένου χρόνου στην οποία το μεγαλύτερο εμπόδιο είναι η αίσθηση της όρασης, ενώ η ποίηση επαφίεται στην ανακάλυψη ενός κερδισμένου χώρου, αυτού που ο ποιητής ελπίζει ότι ο δέκτης είναι σε θέση να συγκροτήσει μέσα από την ιδέα του πομπού.

Τι, λοιπόν, κάνει ο Μαρωνίτης με την έκδοση των παρομοιώσεων και με το, επαναλαμβάνω, ποιητικό κείμενο των επιγραφών του; Θα απαντήσω με τα λόγια του: τη 16η επιγραφή, επειδή μας δίνει ένα κλειδί με το οποίο και την ελπίδα του ποιητή-πομπού κατανοούμε αλλά και στη δική του ποιητική, εν παρενθέσει κατατεθειμένη, μπορούμε να εισχωρήσουμε: «Ακούγοντας η Πηνελόπη τη μεγάλη, πλαστή διήγηση του ξένου (του Οδυσσέα δηλαδή) που της φαντάζει αληθινή (τόση είναι η τέχνη της), αναλύεται σε κλάμα που λιώνει σιγά σιγά τον πάγο της εικοσάχρονης μοναξιάς της».

«Της φαντάζει αληθινή – τόση είναι η τέχνη της». Ιδού το νήμα που συνδέει τον παλαιό ποιητή με τον νέο και αποκαλύπτει ότι ο χώρος των προσδοκιών από την τέχνη, να γίνεται συνείδηση της αλήθειας, μπορεί να μηδενίσει την απόσταση του χρόνου ανάμεσα σε ηρωικές εποχές σαν του Ομήρου και αντι-ηρωικές σαν τη δική μας.

(1) O Αντώνης Κωτίδης είναι καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή