H ανάγνωση μιας εικόνας

4' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τι κοινωνιογραφική αξία μπορεί να έχει μια μικρή σε ανοιχτό μπεζ, παλιά και ύποπτης ευστάθειας βιβλιοθήκη, που εδώ και εκατό περίπου χρόνια φιλοξενεί τα ίδια ακριβώς βιβλία;

Ενα στενότατο, λεπτόσωμο έπιπλο -ελαφρώς στυλ Biedermeier- φτιαγμένο όμως στη Φλωρεντία, στα τέλη του προπερασμένου αιώνα, πρέπει να μπήκε στην Κέρκυρα, εκεί γύρω στα 1880. Σε τέσσερα ράφια σώζονται όχι μόνο τα βιβλία. Μέσα από αυτά ίσως να μπορούν να διαφανούν ή και να ανιχνευθούν οι σκέψεις που υπαγόρευσαν τις επιλογές τους. Κάποια άλλα, φαινομενικά άσημα μικροπράγματα, αφημένα μέσα σε τρία γυριστά καμπυλόμορφα συρτάρια που δίνουν γλυπτική σχεδόν σωματική υπόσταση στο έπιπλο, προκαλούν τις φαντασιώσεις μας γι’ αυτούς που τα χρησιμοποιούσαν. Ενα «τζάμι» με φυσαλλίδες ήθελε, από πάντα όπως λέγανε, για να κλείσει, κάποια πίεση. Το κλειδί που εξακολουθεί, και αυτό, να παράγει ένα δυσνόητο ήχο, εξασφαλίζει στην πόρτα ακόμη και τώρα, να μην ανοίγει… από μόνη της.

Σταθερότητα θέσεων

Το περιεχόμενο της βιβλιοθήκης αλλά και η «εικόνα» στα ράφια πρέπει να σταθεροποιήθηκαν ανάμεσα στα 1910-1920. Σε κάποιες φωτογραφίες του τότε, αλλά και σε άλλες που πάρθηκαν αργότερα, επιβεβαιώνεται η ίδια διάταξη των τόμων. Κάτι που υποδηλώνει πως και στα επόμενα χρόνια κάθε βιβλίο που έβγαινε ξανάμπαινε εκεί απ’ όπου το πήραν. H θέση του το περίμενε για όσο καιρό χρειαζόταν. Αίσθηση τάξης μιας εποχής και μιας αντίληψης που όλα τα ήθελε κανονισμένα και «σαιστάδα»; Ρομαντική «συντήρηση» μιας εικόνας που τα χρώματα από τις ράχες των βιβλίων συνέθεταν μια δική τους ζωγραφική; Πόσο το γυαλί της πόρτας που το πλαίσιό του έχει κάτι από «κάδρο» συμπράττει στο να δίνει, από μακριά τουλάχιστον, ακόμη πιο πολύ, την ψευδαίσθηση του πίνακα; Πρόκειται εδώ για μια πραγματικότητα ή για μια δική μας διαπλαστική πρόσληψη;

Τι φανερώνει άραγε αυτός ο σεβασμός στη σταθερότητα των θέσεων και των τίτλων; Την άποψη κάποιων ότι έπρεπε να «διασωθεί» μια αισθητική σύνθεση όπως αρχικά συγκροτήθηκε; ΄H μήπως η παρατήρηση που κάνουμε εκφράζει την παρατεταμένη περιέργειά τους -και τη δική μας- για τις υποκείμενες προτιμήσεις των ανθρώπων που έτσι σκέφθηκαν τα βιβλία τους να τακτοποιήσουν; Και τι σημαίνει ακόμη ότι τρεις τουλάχιστον γενιές στέκονται διακριτικά απέναντι σε αυτές τις επιλογές και δεν τις διαταράσσουν με τις δικές τους παρεμβάσεις κι έτσι την εικόνα της βιβλιοθήκης ανέπαφη κρατάνε; Πρόκειται για μια συνειδητή «υπέρ-μεταγραφή» του επίπλου σε έργο τέχνης; ΄H μήπως αυτή η στάση προδίδει τη ματαιόδοξη ανάγκη των σημερινών ιδιοκτητών να αφήνουν έμμεσα να διαφαίνεται από πού αντλούν το καταγωγικό κύρος που επιθυμούν οι άλλοι να τους αναγνωρίζουν;

Αστικός κοσμοπολιτισμός

Με ορισμένους από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς του προπερασμένου αιώνα και με κάποιους πρωτοποριακούς από τα πρώτα χρόνια του 20ού, και όλοι στις γλώσσες τους, και με ανάμεσά τους μερικούς ταξιδιωτικούς οδηγούς, γαλλικούς και ιταλικούς, αποκαλύπτεται ένας αστικός κοσμοπολιτισμός. Προκύπτει από αυτό και ένας στοχαστικός τρόπος ζωής αντίστοιχων οριζόντων: κάποια βιβλία και ολόκληρα μπλοκ από «καρτολίνες για τη Σιένα, την Pergola και το Montecatini μαρτυρούν μια εμμονή, μια προτίμηση για τις συγκεκριμένες πόλεις ή… αναμνήσεις, ενώ κάποια άλλα που αναφέρονται στα άλλα Ιόνια Νησιά, ιδιαίτερα στην Κεφαλονιά, αλλά και στην Πάτρα και την… Τζιά, δίνουν πληροφορίες για τις πιο συχνές μετακινήσεις και τις σχέσεις των προσώπων και των τόπων.

Πολλοί από τους τίτλους δεμένοι με πανί ή και με «απομένοντα» ωραία χαρτιά ταπετσαρίας, ξεθωριασμένα τώρα -συνηθισμένη πρακτική στα Επτάνησα- ζητούν την έστω νοερή αποκατάσταση της χαμένης έντασης των χρωμάτων τους. Αλλοι τόμοι, δερματόδετοι, κρύβουν δυσκολότερα τις φθορές της χρήσης. Συρραμένα σειρήτια-σελιδοδείκτες, μισοκαμένα από τον χρόνο, βεβαιώνουν την παρέλευσή του. Ολα αυτά υπερβαίνουν τα κείμενα και διεγείρουν τη φαντασία για τις εκφράσεις και τις στάσεις των προσώπων την ώρα που τα διάβαζαν, για τις σιωπές τους, για τον τρόπο που τα ξεφύλλιζαν, για τις συζητήσεις τους, για το πώς κοιτούσε ή απέφευγε ο ένας τον άλλον. Για όλες, δηλαδή, εκείνες τις απλές μικρές κινήσεις, τις καθιερωμένες, ή τις έκτακτες, τις διστακτικές, με τις οποίες εξέφραζαν έναν πολύ συγκεκριμένο αισθητικό και ίσως και αισθησιακό πολιτισμό.

Τα βιβλία πρέπει, το καθένα, να διαβάστηκε και να ξαναδιαβάστηκε. Κάποιες καλλίγραφες σημειώσεις με διαφορετικά μελάνια στα περιθώρια, ή σε ξεχασμένα χαρτάκια, αντιδράσεις στις τυπωμένες σκέψεις, ή αποκόμματα εφημερίδων της εποχής, για τα βιβλία ή τους συγγραφείς, μαρτυρούν μια ανάγκη συνεπούς παρακολούθησης του θέματος. Αλλά μήπως αποκαλύπτουν και κάτι άλλο; Πως, τότε, διαβάζοντας λιγότερα βιβλία αλλά τα ίδια προσεκτικότερα, αποκτούσε έναν ουσιαστικότερο έλεγχο των ιδεών και των εννοιών και έτσι, πολύ πιο υπεύθυνα από σήμερα, μπορούσες όλα αυτά στις συζητήσεις και στις… συναντήσεις να ανακαλέσεις.

Επρόκειτο, βέβαια, για μια κοινωνία αρκετά απόμερη. Για μια πολιτισμική τάξη που όμως, ενώ παρατηρούσε, συχνά με ενοχλητική απάθεια, μια άλλη ανώνυμη που δυστυχούσε, σκεφτόταν με παιδεία. Και ίσως να προετοίμαζε για το αύριο ακόμη και άθελά της, ανθρώπους, όχι τώρα χωρίς ανησυχίες για τους άλλους. Φυσικό ήταν η κοινωνία αυτή να «εκλείψει». Το πρόβλημα είναι όχι με τι αντικαταστάθηκε μια αριστοκρατίζουσα αναγνωστική αντίληψη, που τώρα μνημειώνεται στην παλιά μικρή βιβλιοθήκη, αλλά με τι μπορεί να συνεχιστεί η αθόρυβη καλλιέργεια που τα λίγα βιβλία, το υφολογικά «συγκρατημένο» έπιπλο και η διαφύλαξη των προσωπικών αναμνήσεων προκαλούσαν.

(1) O κ. A. – I. Δ. Μεταξάς είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή