Περσόνα *****

2' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Υπαρξιακό δράμα

Σκηνοθεσία: Ινγκμαρ Μπέργκμαν

Πρωταγωνιστούν: Λιβ Ούλμαν, Μπίμπι Αντερσον

Η πρώτη εντύπωση είναι συναρπαστική. Εικόνες φορτισμένες με ενέργεια πάλλονται και, παρά την απουσία αφηγηματικότητας, καθηλώνουν τον θεατή. H «Περσόνα» («Persona») είναι σπάνια ταινία, στην οποία βρίσκονται σε διαρκή ώσμωση η υπαρξιακή αγωνία και η αγωνία του καλλιτέχνη.

Θέατρο του παραλόγου

Ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν μιλάει για τον άνθρωπο και την τέχνη όταν «παγώνει» τη ροή μιας παράστασης της «Ηλέκτρας» για να στραφεί στην τραγωδία του προσώπου πίσω από τη μάσκα του ρόλου. H πρωταγωνίστρια Ελίζαμπεθ Φόγκλερ (Λιβ Ούλμαν) παθαίνει νευρικό κλονισμό και μένει βουβή επί σκηνής. H παράσταση διακόπτεται ανορθόδοξα (και μαζί με αυτήν η αφήγηση όπως συνήθως την εννοούμε), όταν μια ασθένεια συνδεδεμένη με την μοναξιά και έλλειψη επικοινωνίας βάζει τον ηθοποιό στο θέατρο του παραλόγου, όπου, καταρχάς, αναζητά τον ίδιο του τον εαυτό. H βουβή ηθοποιός κλείνεται στο ψυχιατρείο προσπαθώντας να ανακαλύψει ποια πραγματικά είναι. Λογικοφανής αιτία για όλα αυτά είναι το παιδί που γέννησε παραμορφωμένο η Ελίζαμπεθ και στη συνέχεια το εγκατέλειψε για να αφοσιωθεί στην τέχνη.

Τη σιωπή της Ελίζαμπεθ ο Μπέργκμαν την βλέπει σαν καθρέφτη του δικού του υπαρξιακού δράματος, ως καλλιτέχνης που αδυνατεί να επικοινωνήσει με την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα. H ζωή παρεμβάλλεται βίαια στην ταινία με αποσπασματικές (σχεδόν χαοτικές) εικόνες: αληθινές φωτογραφίες φρίκης από το γκέτο της Βαρσοβίας και κινηματογραφημένα ρεπορτάζ με έναν αυτοπυρπολούμενο διαδηλωτή για τον πόλεμο στο Βιετνάμ. O Μπέργκμαν «βουβαίνεται» όπως και Ούλμαν που λειτουργεί ως περσόνα του. Το φιλμ σταματά να κυλά και το δυνατό φως από τη λάμπα της μηχανής προβολής καίει ένα καρέ.

Στη συνέχεια, μετά την τραυματική αποδέσμευση του καλλιτέχνη από την «αφήγηση» τα πράγματα παρουσιάζονται σε νέο «φως». Το (μοντέρνο) σινεμά ξαναγεννιέται μέσα από τον θεατρικό μονόλογο, καθώς η εξερεύνηση των προσώπων και το υπαρξιακό δράμα μεταφέρονται στη φύση, στο φως του σουηδικού καλοκαιριού. Στο μικρό νησί Φάρο, όπου έρχεται η Ελίζαμπεθ μαζί με την νοσοκόμο της Αλμα (Αντερσον). H δεύτερη αρχίζει να εξομολογείται ακατάπαυστα φτάνοντας σε ένα τραύμα που κρύβει καλά μέσα της.

Η επιφάνεια και το βάθος

Η χρήση του γκρο πλαν, που είναι σε πλήρη αντίστιξη με τον ανθρώπινο λόγο, γίνεται ένα θαυμάσιο παιχνίδι με στυλ, ένταση και ουσία, γύρω από τη σχέση του φαίνεσθαι και του είναι. Οι δε χώροι κινηματογραφούνται με άριστη αίσθηση γεωμετρίας.

Η ασπρόμαυρη φωτογραφία του Σβεν Νίκβιστ αναδεικνύει το φως ως κορυφαίο υλικό καλλιτεχνικής δημιουργίας. Στους εσωτερικούς χώρους ο μοντερνισμός ανακαλύπτει τον γερμανικό εξπρεσιονισμό στις επίπεδες «επιφάνειες» (τα συνεχή γκρο πλαν προσώπων) και στις σκιές στους λευκούς τοίχους. Στους εξωτερικούς, όταν έρχεται η ώρα να πέσουν οι μάσκες για να φανούν το διάφανο πρόσωπο και η ψυχή στο βάθος, ο Μπέργκμαν και ο Νίκβιστ παίζουν με τους όγκους και την προοπτική του κινηματογραφικού κάδρου.

Μέσα από αυτή την περιπέτεια, ο «τοίχος» που χωρίζει τις δύο γυναίκες σιγά σιγά γίνεται διάφανος και η μία ταυτίζεται με την άλλη. Χαρακτηριστική η σκηνή πριν από το τέλος, όπου ο σύζυγος της Ελίζαμπεθ (ο άνδρας υπάρχει στο περιθώριο ως εργαλείο ηδονής, ή άβουλος παρατηρητής) γίνεται θύμα της ψευδαίσθησης (όπως ο θεατής εγκλωβίζεται στην ψευδαίσθηση του θεάματος) αναγνωρίζοντας στο πρόσωπο της Αλμα τη γυναίκα του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή