H «Λολό» σε ρόλο γλύπτη…

5' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Υπήρξε μια από τις πιο φημισμένες «ωραίες» του ιταλικού σινεμά, γύρισε πλήθος ταινίες στην Τσινετσιτά αλλά και στο Χόλιγουντ, και για μεγάλο διάστημα βρισκόταν στο ένα σκέλος του διλήμματος «Λόρεν ή Λολομπρίτζιντα;» H καριέρα της, βέβαια, δεν είχε τη λάμψη και τη διάρκεια που είχε η καριέρα της Σοφίας Λόρεν, ωστόσο η Τζίνα Λολομπρίτζιντα αποσύρθηκε με χάρη από το σινεμά, απαγκιστρώθηκε χωρίς να παρακμάσει, στρέφοντας το ενδιαφέρον της σε άλλους τομείς όπως η δημοσιογραφία και οι εικαστικές τέχνες. Πρόσφατα, η 75χρονη πλέον «Λολό» παρουσίασε μια έκθεση με γλυπτά της στη Μόσχα, στο Μουσείο Πούσκιν, 38 ορειχάλκινα αγάλματα κλασικού στυλ, τα οποία είναι καρπός της δουλειάς της των τελευταίων δέκα χρόνων. Παραβρέθηκε επίσης σε μια ρετροσπεκτίβα ταινιών της στη ρωσική πρωτεύουσα.

Ταινία – θαύμα

Λίγο αργότερα, στη Ρώμη, συμμετείχε στην πανηγυρική προβολή της νέας κόπιας του φιλμ «Ψωμί, έρωτας και φαντασία», που φέτος συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από την πρώτη προβολή του. H ταινία του Λουίτζι Κομεντσίνι, μια από τις μεγάλες επιτυχίες του αποκαλούμενου «ροζ νεορεαλισμού», ανέβασε εν μια νυκτί τη Λολομπρίτζιντα στο στερέωμα των κινηματογραφικών αστεριών της Ιταλίας.

«Για μένα αυτή η ταινία ήταν ένα θαύμα, ένα από εκείνα τα θαύματα που πρέπει να σου συμβούν για να τα πιστέψεις», λέει η Λολομπρίτζιντα. «Και το ότι πήρα μέρος σ’ αυτήν, και κατόπιν στη δεύτερη ταινία, το «Ψωμί, έρωτας και ζήλια», το οφείλω στον μεγάλο Βιτόριο ντε Σίκα. Ηταν ο θετός πατέρας μου στο σινεμά, όπως ήταν κατόπιν ο Τζιάκομο Μαντσού στη γλυπτική». O Βιτόριο ντε Σίκα ήταν συμπρωταγωνιστής της στο φιλμ, στον ρόλο του μεσήλικα στρατιωτικού που ερωτεύεται τρελά τη φλογερή «Λολό». «Δεν περιοριζόταν μόνο να παίζει, στο σετ έκανε και τον σκηνοθέτη, μαζί με τον Κομεντσίνι. Αφού με είδε, με συμβούλεψε να συνεχίσω σ’ αυτό το επάγγελμα, και ακολούθησα τη συμβουλή του εστω και μόνο από περιέργεια».

Πράγματι, η κινηματογραφική καριέρα δεν ήταν η πρώτη επιλογή της νεαρής Τζίνας. «Σπούδαζα στη Σχολή καλών Τεχνών, είχα το μυαλό μου στη ζωγραφική και στη γλυπτική, και να που τώρα ξαναγυρίζω σ’ αυτά, ενσωματώνοντας στα έργα μου όσα έζησα τόσα χρόνια στον κινηματογράφο». Ας σημειωθεί ότι τα γλυπτά της έχουν τα περισσότερα ως θέμα τους την ίδια στους διάφορους ρόλους που έχει ερμηνεύσει. O ναρκισσισμός της κινηματογραφικής σταρ την ακολούθησε και στην εικαστική καριέρα της…

Το ξεκίνημα

Πώς όμως ξεκίνησε στον κινηματογράφο; «Ημουν νέα, χαριτωμένη, οι σκηνοθέτες με σταματούσαν στον δρόμο κι εγώ δεχόμουν να παίζω πού και πού κανένα ρολάκι για να πληρώνω τις σπουδές μου. Μαζί με τη Σιλβάνα Μαγκάνο τρέχαμε από δω κι από κει και κάναμε τις κομπάρσες για χίλιες λιρέτες τη μέρα». Ηρθε κατόπιν η ώρα των πρωταγωνιστικών ρόλων με ταινίες όπως οι «Ψωμί, έρωτας και ζήλια», «H Ωραία των Ωραίων», «Mare matto», «Το τσίρκο», όπου συμπρωταγωνίστησε με τον Μπαρτ Λάνκαστερ και τον Τόνι Κέρτις. Εκανε συνολικά περίπου εξήντα ταινίες. «Διασκέδασα πολύ στο σινεμά, ωστόσο πιστεύω ότι δεν είχα την ευκαιρία να κάνω το καλύτερο που μπορούσα.

Τα χρόνια πέρασαν, οι ρόλοι λιγόστεψαν -το σινεμά ως γνωστόν ενδιαφέρεται κυρίως για τις νέες γυναίκες- οι συνθήκες στον χώρο του κινηματογράφου άλλαξαν, κι έτσι επέστρεψα στην παλιά αγάπη μου, την τέχνη. Μετά τη Μόσχα, θα φέρω τα έργα μου στη Βενετία και κατόπιν στο Παρίσι».

Παρότι υπήρξε σταρ πρώτου μεγέθους, η Τζίνα Λολομπρίτζιτα δεν πήρε μέρος σε ταινίες από αυτές που θα μείνουν στην ιστορία του κινηματογράφου. Αυτό το αποδίδει εν μέρει στο γεγονός ότι δεν είχε την κατάλληλη καθοδήγηση και στήριξη, όπως είχαν, για παράδειγμα, η Σοφία Λόρεν από τον Κάρλο Πόντι και η Συλβάνα Μαγκάνο από τον Ντίνο ντε Λαουρέντις. «Ηταν μια καριέρα χωρίς βοήθεια και χωρίς σύζυγο παραγωγό, που τη δυσκόλευε ακόμα περισσότερο ο χαρακτήρας μου της ατίθασης γυναίκας που δεν δέχεται συμβιβασμούς, που δεν πληρώνει άρθρα στις εφημερίδες, που δεν μασάει τα λόγια της», λέει. Ωστόσο, ο πρώτος σύζυγός της ήταν ατζέντης.

«Ηταν ένας άνθρωπος που μου έβαλε εμπόδια αντί να με βοηθήσει. Μου έκρυψε ότι με είχε ζητήσει ο Φελίνι για την «Ντόλτσε Βίτα» και ο Μπουνιουέλ για τη «Βιριδιάνα». Τότε ήμουν η πρώτη και μου έρχονταν πλήθος προτάσεις. Είχα πει πολλά όχι, δεν μ’ ένοιαζε να χάσω πολλά λεφτά αρκεί να κάνω του κεφαλιού μου».

Η αντιπαλότητα με τη Σοφία Λόρεν

Και η περίφημη αντιπαλότητα με τη Σοφία Λόρεν; «Ποιος τα θυμάται τώρα αυτά, έχουν περάσει σαράντα χρόνια. Την ξεκίνησε πάντως εκείνη που εμφανίστηκε δεύτερη, αυτό είναι σαφές. Με τη Σοφία οι σχέσεις μου είναι καλές, αλλά ο Κάρλο Πόντι συνεχίζει ακόμα και σήμερα να προκαλεί, δεν ξέρω γιατί, είναι μια παλιά και πληκτική ιστορία».

Η Λολομπρίτζιντα, όπως και όλες οι μεγάλες Ιταλίδες σταρ, σταδιοδρόμησε τη χρυσή εποχή του ιταλικού κινηματογράφου.

Τη θυμάται με νοσταλγία. «Ηταν μια υπέροχη εποχή για το σινεμά», λέει. Θα επέστρεφε ποτέ στη μεγάλη οθόνη; «Σήμερα τα ενδιαφέροντά μου είναι διαφορετικά. Δεν ξέρω όμως, ίσως να επέστρεφα αν μου το ζητούσε ο Σπίλμπεργκ!»

Επαιξε σε έργα χωρίς ουσία

Η Τζίνα Λολομπρίτζιντα καθιερώθηκε ως η αστραφτερή καλλονή, που εκπέμπει ερωτισμό παραμένοντας γήινη και προσιτή. Ωστόσο οι ρόλοι της στον κινηματογράφο δεν ήταν ανάλογοι: χρησιμοποιήθηκε κυρίως σε ψευδοϊστορικές υπερπαραγωγές και πολύ λιγότερο σε δράματα με κάποιες αξιώσεις.

Το ντεμπούτο της εκθαμβωτικής Τζίνας στην Ιταλία έγινε σε ηλικία μόλις 19 ετών, το 1946, και σύντομα έγινε εθνική σταρ. Η διεθνής επιτυχία ήρθε το 1954, όταν πρωταγωνίστησε στην «Ωραία της Ρώμης» του Λουίτζι Τζάμπα.

Το Χόλιγουντ τη χρησιμοποίησε σαν την εξωτική «Λολό» πλάι σε άνδρες σταρ όπως ο Μπαρτ Λάνκαστερ και ο Τόνι Κέρτις στο «Βαριετέ» (1956) ή ο Γιουλ Μπρίνερ στο «Σολομών και η βασίλισσα του Σαββά» του Κινγκ Βίντορ (1959), απ’ όπου και η φωτογραφία της 32χρονης τότε καλλονής.

Η ωραία Τζίνα αποσύρθηκε νωρίς, σε ηλικία μόλις 48 ετών, για να ασχοληθεί με τη φωτογραφία, το μάνατζμεντ και τη γλυπτική.

Η σχέση της με την πολιτική

Στη διάρκεια της κινηματογραφικής της διαδρομής, αλλά και μετά, η «Λολό» γνώρισε πολλούς ενδιαφέροντες ανθρώπους. «Ακόμα και ο Νταλί μου είχε προτείνει να ποζάρω γι’ αυτόν», λέει. Ιδιαίτερη εντύπωση της έκανε ο Κάστρο, όταν πήγε στην Κούβα για να τον φωτογραφήσει και να του πέρει συνέντευξη για ένα μεγάλο ρεπορτάζ που ετοίμαζε. «Με ξενάγησε στην Κούβα για 12 μέρες, ήταν σαν σε ταινία. Μου φάνηκε ένας άνθρωπος ευάλωτος, συνεσταλμένος, σε αντίθεση με την εντύπωση που υπάρχει γι’ αυτόν». Δεν αισθάνθηκε ποτέ να την τραβάει η πολιτική; «Οχι, πάντα αισθανόμουν απ’ έξω. Εχω κάνει τις επιλογές μου, δεν θα έσφιγγα ποτέ το χέρι του προέδρου της δικτατορικής Χιλής ή της Νότιας Αφρικής του απαρτχάιντ. Εκανα όμως ένα μικρό λάθος όταν κατέβηκα υποψήφια ευρωβουλευτής με τους Χριστιανοδημοκράτες. Νόμιζα ότι θα μπορούσα να βοηθησω τα παιδιά, όμως δεν λογάριασα καλά, δεν ήταν δουλειά αυτή για μένα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή