H ζωή στη βενετοκρατούμενη Κέρκυρα

H ζωή στη βενετοκρατούμενη Κέρκυρα

5' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ελλη Γιωτοπούλου – Σισιλιάνου: «Πρεσβείες της βενετοκρατούμενης Κέρκυρας, 16ος-18ος αιώνας». Εκδοση ΓΑΚ, Αρχεία Νομού Κέρκυρας, 2002, σελ. 700.

H ιστορική έρευνα που στηρίζεται σε αρχειακά τεκμήρια ασκεί ξεχωριστή γοητεία όχι μόνο στον ειδικό επιστήμονα, αλλά και σε όποιον επιθυμεί να γνωρίσει το παρελθόν του και να ζήσει νοερά σε άλλες εποχές.

Τα κείμενα των «Πρεσβειών» της βενετοκρατούμενης Κέρκυρας κατά τον 16ο έως τον 18ο αιώνα, που αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας έκδοσης, και η ανάλυση του πολύτιμου υλικού που περικλείουν, φωτίζουν παραστατικά αυτήν την περίοδο σε όλες περίπου τις εκφάνσεις της κοινωνικής, πολιτικής, πολιτισμικής και οικονομικής ζωής των κατοίκων της. Αλλωστε, οι «πρεσβείες» που απευθύνονται στη βενετική διοίκηση και καταγράφουν τα αιτήματα των Κερκυραίων -συνήθως αναφερόμενα σε μη ομαλές συνθήκες- και τις απαντήσεις, τυπικά από τον δόγη αλλά ουσιαστικά από τη Σύγκλητο, είναι μια από τις σημαντικότερες αρχειακές συλλογές της χώρας μας. Είναι άξιο ιδιαίτερης προσοχής το γεγονός ότι αξιοποιήθηκε από την ομότιμη καθηγήτρια του Ιονίου Πανεπιστημίου κ. Ελλη Γιωτοπούλου – Σισιλιάνου το αρχειακό αυτό υλικό, το οποίο συμπληρώνει τη μακρά ενασχόλησή της με τη μελέτη της κερκυραϊκής ιστορίας της βενετικής περιόδου (βλέπε «Τα Κερκυραϊκά» 1997, «O αντίκτυπος του Δ΄ Βενετοτουρκικού πολέμου στην Κέρκυρα», 1982, «Αντώνιος Επαρχος, Ενας Κερκυραίος ουμανιστής του ΙΣΤ΄ αιώνα», 1978) κ.ά.

Η έκδοση χωρίζεται σε δύο μέρη: στο πρώτο η συγγραφέας αναλύει το υλικό 24 «Πρεσβειών» της περιόδου που αναφέραμε, το οποίο απεικονίζει τις κερκυραϊκές συνθήκες ζωής και τη βενετική πολιτική σε τέσσερις κυρίως τομείς: την κοινωνία και τους θεσμούς της, τις πολιτισμικές επιδράσεις και την εκπαίδευση, την άμυνα και τις οχυρώσις και τέλος την οικονομία. Το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει τα κείμενα των πρεσβειών στο πρωτότυπο (ιταλικά) με εκτεταμένη περίληψη στα ελληνικά. Αναδείχνεται με τον τρόπο αυτόν ο πλούτος του αρχειακού υλικού, αλλά και επιτρέπει στους ειδικούς να αξιολογήσουν το αποτέλεσμα της ανάλυσης. Είναι ο πιο έντιμος τρόπος η παράθεση των τεκμηρίων για την εκτίμηση της όποιας ερευνητικής προσπάθειας.

Οι Βενετοί, όταν έγιναν κύριοι του νησιού (1386), εισήγαγαν θεσμούς που καθόριζαν τη λειτουργία της κερκυραϊκής κοινωνίας. Το Χρυσόβουλλο, που αποτέλεσε τον καταστατικό χάρτη, έθετε τις βάσεις των σχέσεων Βενετών και Κερκυραίων, ενώ το Συμβούλιο της Κοινότητας τακτοποιούσε ζητήματα της καθημερινής ζωής διαθέτοντας κάποια πολιτική δύναμη. Με ευαισθησία και μάτι κοινωνικού αναλυτή η συγγραφέας επιχειρεί μια διαχρονική ταξική ανάλυση σε ένα σύστημα κοινωνικής στρωμάτωσης με κυρίαρχο στοιχείο τη σχέση των δύο εξουσιών, δηλαδή των τοπικών βενετικών αρχών και της εγχώριας διοίκησης. Μπορεί σε γενικές γραμμές να υπήρχε συνεχής και άμεση συνεργασία ανάμεσά τους, ωστόσο εμφανίζονταν και σημαντικές εντάσεις είτε γιατί παραβιάζονταν θεσμοθετημένες συμφωνίες από την πλευρά του κέντρου (Βενετία) είτε γιατί δεν υλοποιούνταν τα συμφωνημένα από τοπική βενετική διοίκηση που έθιγαν τα προνόμια της εγχώριας διοίκησης.

Ανάγλυφα προβάλλει η κοινωνική θέση των χωρικών, οι οποίοι, όπως ανιχνεύεται τουλάχιστον για ορισμένες περιόδους, είχαν κατηγοριοποιηθεί σε τρία στρώματα και αντανακλούσαν διαφοροποιήσεις στην καταβολή των δασμών και στις αγγαρείες ανάλογα με τα φέουδα στα οποία υπάγονταν. Προσδιορίζεται έτσι αναλογικά και το στάτους, αφού ορισμένοι βελτίωσαν τη θέση τους και χαρακτηρίστηκαν πλούσιοι και ισχυροί.

Οι αυθαιρεσίες, ωστόσο, σε βάρος των χωρικών ήταν πολλές και σημαντικές και είναι έκδηλη η εκμετάλλευσή τους τόσο από την τοπική βενετική διοίκηση όσο και από τους φεουδάρχες σε όλους τους τομείς της ζωής τους. Σε σύγχρονους όρους η «οργανωτική κουλτούρα», δηλαδή η συμπεριφορά των υπαλλήλων προς τους διοικούμενους -τους Κερκυραίους- συνοψιζόταν σε διακριτική, άδικη και καταπιεστική μεταχείριση, με αποκορύφωμα την αναγκαστική υπηρεσία στις γαλέρες με τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης. Ηταν ίσως η χειρότερη εμπειρία των Κερκυραίων χωρικών από τη βενετική κυριαρχία.

Η συγγραφέας αναλύει τον ρόλο των Εκκλησιών και τη σχέση μεταξύ των ορθοδόξων και καθολικών αλλά και μεταξύ χριστιανών και Εβραίων και επισημαίνει τις ισχυρές εντάσεις που επικράτησαν σε όλη τη διάρκεια της Βενετοκρατίας. H αδιάλλακτη πολιτική που επέδειξαν ορισμένοι Πάπες, η απόπειρα απαγόρευσης στους ορθόδοξους κληρικούς να τελούν μυστήρια και οι αντιεβραϊκές ενέργειες, αποτέλεσμα της αρνητικής στάσης των Κερκυραίων απέναντι στην εβραϊκή μειονότητα, αλλά και των Βενετών, οι οποίοι τους επέβαλαν διακριτό σήμα ενδεικτικό της θρησκευτικής τους ταυτότητας, ειχαν σημαντικές επιπτώσεις στην κερκυραϊκή κοινωνία, στη συνοχή της και την οικονομία της.

Στο επίπεδο των κοινωνικών συμπεριφορών αναφέρονται χαρακτηριστικά κοινωνικά προβλήματα όπως είναι το φαινόμενο των νόθων παιδιών, ακόμη και στα ανώτερα στρώματα, και ο περιορισμός των κοριτσιών στα μοναστήρια για να διαφυλαχθεί η οικογενειακή περιουσία. Αλλά και οι Κερκυραίοι προκειμένου να επιβάλουν την κοινωνική τους ταυτότητα, με πρότυπα των Βενετών έδιναν μεγάλη σημασία στην εξωτερική τους εμφάνιση με τάσεις επίδειξης πλούτου και πολυτέλειας.

Οι πολιτισμικές επιδράσεις από τη βενετική κυριαρχία είναι έντονες στην Κέρκυρα. H δημιουργία θεατρικής και μουσικής παράδοσης ήταν αποτέλεσμα της βενετικής επιρροής. Ηδη, από τον 16ο αιώνα αναφέρονται οι πρώτες αυτοσχέδιες θεατρικές παραστάσεις στην Κέρκυρα. Ενδεικτική του χαρακτήρα της βενετικής αποικιακής πολιτικής ήταν η αδιαφορία του κράτους για την εκπαίδευση των υπηκόων του. Τουλάχιστον από τις αρχές του 16ου αιώνα οι Κερκυραίοι έκαναν επανειλημμένα διαβήματα για την εξασφάλιση ενός Ελληνα κοινοτικού δασκάλου στην αρχή και στη συνέχεια ενός λατίνου. H μόνιμη επιθυμία των Κερκυραίων για αναβάθμιση του παιδευτικού επιπέδου τους εκδηλώθηκε και κατά τον τελευταίο αιώνα της βενετοκρατίας -υπό την επίδραση του κινήματος του Διαφωτισμού- με την προσπάθεια δημιουργίας ενός Κολλεγίου ανώτερου επιπέδου, η οποία όμως δεν ευοδώθηκε.

Η συγγραφέας αφιερώνει σημαντικό μέρος της μελέτης της στην άμυνα της Κέρκυρας και τη φρουριακή αρχιτεκτονική, επισημαίνει τις συνέπειες των οχυρωματικών έργων στη ζωή του πληθυσμού και εκτενώς περιγράφει την αστική εγκατάσταση των Κερκυραίων πριν και μετά την κατασκευή του τείχους. H ίδρυση κοινωφελών ιδρυμάτων όπως είναι η σιταποθήκη, το ενεχυροδανειστήριο, τα νοσοκομεία και το λοιμοκαθαρτήριο έδωσαν μιαν άλλην όψη στην πόλη της Κέρκυρας.

Το τελευταίο μέρος της ανάλυσης αφιερώνεται στην οικονομία της Κέρκυρας. Τα κύρια προϊόντα που παρήγαγε σε σχετικά περιορισμένες ποσότητες ήταν σιτάρι, κρασί, λάδι, αλάτι, ενώ το κερκυραϊκό εμπόριο αντιμετώπιζε προβλήματα από την πλευρά της Βενετίας, τόσο στο επίπεδο των δασμών όσο και στην κίνηση των κερκυραϊκών πλοίων.

Η σύντομη αυτή παρουσίαση δείχνει τον πλούτο του αρχειακού υλικού, αλλά και την ευαισθησία της συγγραφέως να το αναλύσει με υποδειγματική μεθοδικότητα, με επιμονή να τεκμηριώνει και με άλλες πηγές τα ευρήματά της, να διατυπώνει με σαφήνεια, συνέπεια και απλότητα τις σκέψεις της και να μας κάνει κοινωνούς της προσπάθειάς της με γλώσσα γλαφυρή και λιτή χωρίς ακρότητες.

(1) H Κούλα Κασιμάτη είναι καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή