Δεν θα αναμετρηθώ με τα πρότυπά μου

Δεν θα αναμετρηθώ με τα πρότυπά μου

8' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η σύγχρονη μουσική είναι, τρόπον τινά, κλοπή. Οι νέες μέθοδοι σύνθεσης και ηχογράφησης εκμεταλλεύονται τα παλαιότερα μουσικά κείμενα για να κατασκευάσουν νέα. Ο Κωνσταντίνος Βήτα προχωρά ένα βήμα παραπέρα. Στο νέο του άλμπουμ «Transformations» διασκευάζει γνωστά και μη τραγούδια του Χατζιδάκι, παράγοντας ένα παλίμψηστο, όπου συνδιαλέγεται με τον μεγάλο συνθέτη πάνω στη βάση των ηλεκτρονικών ήχων και ρυθμών. Αλλά αξίζει να ακούσουμε τον ίδιο να σχολιάζει μια δουλειά που θα συζητηθεί πολύ…

– Ενας δίσκος σαν το «Transformations» αποτελεί ερμηνεία και επαναδιατύπωση του χατζιδακικού έργου. Δεν φοβηθήκατε την αναμέτρηση μαζί του;

– Θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι μια ανάγνωση του έργου του Χατζιδάκι, να πω όμως τη δική μου αλήθεια, δεν το σκέφτηκα καθόλου έτσι όταν το επεξεργαζόμουν. Το στούντιό μου είναι ένας χώρος μοιρασμένος στη ζωγραφική και τη μουσική, γεμάτος σκίτσα σε χαρτιά κι έναν γρήγορο υπολογιστή συνδεδεμένο με συνθετιστές, κι εγώ ανάμεσα σε όλα αυτά να προσπαθώ να ακούσω τη φωνή του αφεντικού μου, να φτιάχνω ήχους πρωτότυπους, να συνδυάζω τεχνοτροπίες και να ηρεμώ κοιτάζοντας τα μάτια του. Ημουν σε δεύτερη μοίρα, σε μια παράλληλη τροχιά πίσω του. Ποτέ όμως και σε καμία περίπτωση δεν μπορείς να αναμετρηθείς με πρόσωπα που έχεις ως πρότυπα? θα χαλούσα την αρμονία και δεν το ήθελα. Από τους δασκάλους μου ήθελα μόνο να μαθαίνω, όχι να αναμετρηθώ μαζί τους. Ποτέ δεν επέτρεψα στον εαυτό μου να χάσει το μέτρο. Διαφορετικά δεν θα υπήρχε τώρα αυτός ο δίσκος. Η παιδεία πάντα θα στηρίζεται στη σχέση δάσκαλου και μαθητή.

– Πόσο διήρκεσε η εργασία παραγωγής του δίσκου;

– Νομίζω γύρω στα τρία χρόνια. Το πιο δύσκολο στάδιο ήταν να ξεπεράσω τον φόβο μου και να στρωθώ στη δουλειά. Κατόπιν έπρεπε να επικοινωνήσω βαθιά με τον ίδιο τον συνθέτη και να φτιάξουμε ένα πλάνο. Θα έλεγα πως ήταν ένα μεγάλο ταξίδι αυτοσυγκέντρωσης, σιωπής και δουλειάς. Από πλευράς μου έπρεπε να διατηρώ καθαρό το μυαλό για να συλλαμβάνω οτιδήποτε μου έλεγε, οποτεδήποτε, ακόμα και στον ύπνο μου.

Το μοντέρνο ανήκει στο παρελθόν

– Γενικά στη μουσική σας εμπεριέχεται όλη η μεταπολεμική ιστορία του ελληνικού τραγουδιού, είτε ως αναφορά είτε ως συνεργασία με συγκεκριμένα πρόσωπα απ’ τα παλιά. Αισθάνεστε μελετητής, ερμηνευτής ή εκ νέου μυθοπλάστης;

– Είμαι απλώς μία πέτρα σ’ αυτό το ποτάμι που κυλάει. Ο άνθρωπος -και κυρίως ο καλλιτέχνης- οφείλει να το κατανοήσει αυτό για να ξεπεράσει γρήγορα τα κόμπλεξ και τους εγωισμούς του, ώστε να περάσει στο καθαρό μέρος που λέγεται δουλειά. Δεν θα ήμουν τίποτα αν δεν γνώριζα την ιστορία του τόπου μου και του κόσμου. Δεν υφίσταται νέο χωρίς το παρελθόν. Ο,τι κάνω το οφείλω στους ανθρώπους που με έμαθαν να σκέφτομαι, σ’ εκείνους που διαμόρφωσαν την αισθητική μου. Είμαι κρίκος μιας μεγάλης αλυσίδας και πάντα πίστευα ότι το μοντέρνο ανήκει αποκλειστικά στο παρελθόν. Εγώ το διαβάζω και κατασκευάζω απλώς μια καρέκλα με τέσσερα πόδια. Προσέξτε, όχι τρία αλλά τέσσερα, διότι η ζωή μπορεί να είναι αστεία, στο τέλος όμως πρέπει να την αντιμετωπίσεις ως κάτι ιερό.

– Κυριαρχεί μια ροπή προς την παράθεση παλαιότερων μουσικών κειμένων στις σύγχρονες τάσεις. Είναι γεγονός εμβληματικό για τη σύγχρονη μουσική – κάτι σαν παραγωγή παλιμψήστων;

– Αγαπητέ μου, ειλικρινά λυπάμαι αλλά δεν μπορώ να διακρίνω κάποιες τάσεις στον ορίζοντα – από Αλιμο βλέπω λίγο τη Σαλαμίνα! Το πρόβλημα δεν είναι η ίδια η μουσική τόσο, όσο η αντίληψη που περνάει από τις μεγάλες εταιρείες για το τι είναι μουσική. Λυπάμαι αλλά ακούω μόνο έναν ήχο σκουπιδιών. Ακούω και γάτες πατημένες που τις κουρδίζουν για να γίνουν φωνές. Ο μουσικός, πέρα από ένα ταλέντο που διακρίνουμε στην εφηβεία του, θα πρέπει να δουλέψει σκληρά για να το αποδεικνύει κάθε μέρα στο εαυτό του, διότι η μουσική δεν είναι πέτρα, δεν είναι κάτι δεδομένο. Στρίβεις σε μια γωνία και μπορεί όλα να χαθούν. Η μουσική είναι αέρας που τυλίγεται γύρω από την ψυχή. Πραγματικά δεν ξέρω? θα πρέπει να ρωτήσετε κάποιον ειδικό μελετητή για όλα αυτά, εγώ είμαι απλώς ένας μουσικός.

Μεγαλειώδης όπως ο Μάλερ

– Πώς έγινε η επιλογή των τραγουδιών. Ο Χατζιδάκις είναι ο μέγας λυρικός. Είναι ο Κωνσταντίνος Βήτα ο «νέος λυρικός»;

– Δεν συμφωνώ με τον χαρακτηρισμό. Ο Χατζιδάκις σαν νέο παιδί μπορεί να έγραψε μια ποπ μουσική, όμως εγώ προσωπικά τον γνώρισα από τα δύσκολα έργα του. Για μένα είναι τόσο δύσκολος στην ανάγνωση, αλλά και τόσο μεγαλειώδης, όσο ο Σκαλκώτας, ο Μάλερ και ο Μπάρτοκ. Αυτά έμαθα από εκείνον. Γι’ αυτό και στους «Μετασχηματισμούς» -για τους οποίους είναι κι εκείνος υπεύθυνος κατά έναν περίεργο και μαγικό τρόπο- διαλέξαμε τα συγκεκριμένα κομμάτια τα οποία είναι έργα της δεύτερης και τρίτης περιόδου του, εκτός από το «Χάρτινο το Φεγγαράκι». Με τον ίδιο τρόπο προσπάθησα, με τα μέσα που μου προσφέρει η εποχή μου, να διεκπεραιώσω την υπόθεση. Οσον αφορά στη προσωπική μου μουσική, πιστεύω πως είναι σκληρή, καθόλου λυρική, έντονα ρομαντική, αρκετά εξπρεσιονιστική και εναλλακτική, πράγμα που με γοητεύει, αφού δεν συγκινούμαι από την εμπορική μουσική. Είναι κι αυτό κάτι κοινό με τον Μάνο Χατζιδάκι.

– Το κοινό σας είναι νεανικό, αλλά πιθανότατα δεν γνωρίζει τα πρωτότυπα κομμάτια. Οι παλαιότεροι γνωρίζουν τον Χατζιδάκι αλλά ίσως τους ξενίσει η ηλεκτρονική προσέγγιση. Τι είδους υποδοχή αναμένετε;

– Κοιτάξτε, όταν ήμουν νέος αγαπούσα παράλληλα με τους Smiths και τους Depeche Mode και τη μουσική του Μπραμς, του Σούμπερτ και του Χατζιδάκι. Σημασία έχει το πώς σου μιλάει στην καρδιά. Αυτό το θαυμάσιο που συμβαίνει με τη μουσική δεν συμβαίνει με τις ποδοσφαιρικές ομάδες (όχι πως έχω να πω τίποτα κακό γι’ αυτές). Οταν είσαι νέος είσαι σαν σφουγγάρι, θες να μάθεις τα πάντα, όλα σε ενδιαφέρουν, κάνεις συνδυασμούς για να δημιουργήσεις το χάος. Τώρα για τους μεγαλύτερους ισχύουν τα παραπάνω. Πριν γίνεις μεγάλος, υπήρξες νέος. Τι άλλο να απαντήσω σε μια τόσο δύσκολη ερώτηση;

– Και ο καλλιτέχνης είναι κοινωνικό προϊόν. Εκφράζετε μια ανάγκη της εποχής μας για τη μουσική του Χατζιδάκι. Πόσο σύγχρονος είναι;

– Ο καλλιτέχνης, εκτός από το δημιουργικό μέρος, έχει και την ιδιότητα της πόρνης. Ακόμα κι αν δεν έχει κάτι να πει, θα το πει για να γίνεται συζήτηση για το πρόσωπό του. Είναι ένα σκουπίδι που κάποιες φορές λάμπει κιόλας. Κατά τη γνώμη μου, αυτό σημαίνει «κοινωνικό προϊόν». Τα σκουπίδια, όπως γνωρίζετε, συνδέονται με την παρακμή, είναι το τελικό στραπατσάρισμα των πραγμάτων. Κάποιοι με αυτά δημιούργησαν πάλι τέχνη, τα έκαναν να λάμπουν. Πρόκειται για τη δύναμη του τεχνητού φωτός, του σκηνοθετημένου κόσμου. Πέρα απ’ αυτά, η τέχνη είναι και ροή πραγμάτων και ταυτόχρονα μια στιγμή, μια μαγική στιγμή. Ο καλλιτέχνης οφείλει να γίνει το ραντάρ της αέναης αγάπης, να κατανοήσει τον πόνο, τη χαρά, την αδικία και μέσα απ’ αυτά να τραβήξει μόνο μια γραμμή -την κατάλληλη στιγμή, στον συγκεκριμένο χρόνο- κι εκείνο θα μείνει για πάντα αποτυπωμένο. Σύγχρονο είναι το να δείχνεις κατανόηση, να έχεις θέληση γι’ αγάπη, να επαναστατείς ενάντια στην ανοησία, να έχεις καθαρή σκέψη, να προσεύχεσαι με τον τρόπο σου και να ευγνωμονείς καθημερινά το σύμπαν. Αυτά έκανε κι ο Χατζιδάκις, ο οποίος είναι, για μένα, σύγχρονος.

Το «Transformations» είναι ένα εργοστάσιο

– Σε μερικά τραγούδια χρησιμοποιήσατε τις πρωτότυπες φωνές, σε άλλα όχι. Γιατί; Τι είχατε στο μυαλό σας όταν επεξεργαζόσαστε τα φωνητικά;

– Οι φωνές στη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι ήταν μουσικά όργανα. Δεν θα μπορούσα να παραλείψω εκείνα τα τόσο σημαντικά στοιχεία της σύνθεσης. Η φωνή της Φλέρυς Νταντωνάκη, της Δήμητρας Γαλάνη, της Ελλης Πασπαλά, του Γιώργου Ρωμανού ήταν τα μαγικά συστατικά, τα ιδιαίτερα φίλτρα. Προσπάθησα να τα φωτίσω, το καθένα ξεχωριστά με τον τρόπο που μου όριζε ο ίδιος ο συνθέτης. Θέλω να πω ότι κάποια στιγμή έκανα και τον φωτιστή στον δρόμο, άλλες φορές άκουγα, κάποτε δεν καταλάβαινα, γι’ αυτό και κάποια πράγματα είναι μισά κι ανολοκλήρωτα. Δεν είναι δικό μου έργο, είναι ένα workshop ανάμεσα στον Χατζιδάκι και μένα. Ημουν ο τεχνικός. Ετσι μπορώ να σας μιλήσω για κάποια τεχνικά μέρη. Το δύσκολο με τις φωνές ήταν ότι δεν μπορούσα να τις έχω σε ξεχωριστά κανάλια. Το ψαλίδισμά τους ήταν πράγματι θαυμάσια δουλειά. Ακουγα όλες εκείνες τις υπέροχες φωνές, τις αναπνοές τους κι ήταν κάτι φανταστικό. Το πρόβλημα ήταν το σημείο του φωτισμού, πώς θα τοποθετηθούν σ’ αυτό το τεχνητό περιβάλλον. Τα βράδια ήταν σαν να κοιτάς διυλιστήρια σε περιοχές έρημες. Νομίζω πως το «Transformations» είναι ένα εργοστάσιο…

Ευγνωμονώ τη μουσική

– Από τους Στέρεο Νόβα έως σήμερα. Ενας απολογισμός…

– Αγάπησα πολύ τα τραγούδια των Στέρεο Νόβα, γι’ αυτό και κάποια τα λέω ακόμα. Από το 1992 μέχρι σήμερα -σχεδόν 11 χρόνια- συνέβησαν πολλά. Ο πλανήτης γυρνά πιο γρήγορα, τα τοπία άλλαξαν, ο κόσμος πέρασε πολλά. Νομίζω έζησα σε έναν αόρατο πόλεμο κάποια στιγμή. Ακόμα και τώρα το νιώθω πολλές φορές? ήταν άγρια χρόνια αλλά και δημιουργικά. Προσπάθησα να σέβομαι τους γύρω μου. Δοκίμασα να αγαπήσω, κάποιες φορές τα κατάφερα κι άλλες όχι. Πλήγωσα, πληγώθηκα – ανθρώπινα πράγματα, ξέρετε. Μέσα στο σκηνικό αυτό προσπάθησα να φτιάξω τη δική μου μουσική? να βρω το μέρος όπου θέλω να καταλήξω. Είναι τόσο δύσκολο… Σέβομαι τη μουσική, ήρθε στη ζωή μου έπειτα από πολλές δυσκολίες. Δεν μου είναι εύκολο να κάνω μουσική, το νιώθω αυτό ακόμα. Πιστεύοντας ότι δεν μου ανήκει τίποτα στη ζωή, τόσο περισσότερο την αγαπώ. Νιώθω ευγνώμων.

Ποιος είναι ο Κ. Βήτα

Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ένα ηλεκτρονικό συγκρότημα που άκουγε στο όνομα «Στέρεο Νόβα» τάραξε τα νερά της ελληνικής μουσικής με το συνδυασμό ήπιου ράπινγκ και χορευτικών ρυθμών και ατμοσφαιρικών μελωδιών. Από τις στάχτες τους αναδύθηκε η φιγούρα του Κωνσταντίνου Βήτα (ή Κ. Βήτα) ενός πολύμορφου μουσικού-στιχουργού που καταπιάστηκε με μουσική για παραστάσεις, συνεργάστηκε με μεγάλες και ιστορικές φωνές του ελληνικού τραγουδιού (Δήμητρα Γαλάνη, Πόπη Αστεριάδη). Χαρακτηριστικό της μουσικής του είναι ο πειραματισμός με τις μελωδίες και τις ηχητικές συχνότητες σε μια προσπάθεια να μην περιοριστεί σε μια μανιέρα, ακολουθώντας π.χ. την επιτυχημένη συνταγή των πρώτων άλμπουμ των Στέρεο Νόβα. Το γεγονός ότι ξεκίνησε ως εικαστικός καλλιτέχνης προσδίδει στη μουσική του παραγωγή την αίσθηση πως προσπαθεί να δημιουργήσει ηχητικά τοπία, αστικά πάντα και συχνότατα επίτηδες άρρυθμα και αφαιρετικά. Οι κυριότερες προσωπικές του δουλειές είναι τα άλμπουμ «Movement» (2003), «Μετά» (2001, σε συνεργασία με τη Δήμητρα Γαλάνη), «Για Σένα με Αγάπη» (2001), «Σούπερ Στέλλα» (1999), «Ενα Παιχνίδι» (1998, σε συνεργασία με την Πόπη Αστεριάδη). Εγραψε επίσης τη μουσική για τις ταινίες «Ιωάννα σ’ αγαπώ» του Παντελή Παγουλάτου, «Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά» του Πάνου Κούτρα και «Αγέλαστος πέτρα» του Φίλιππα Κουτσάφτη. Στο θέατρο έντυσε ηχητικά τις παραστάσεις «Οι δούλες» σε σκηνοθεσία Αντζελας Μπρούσκου, «Ηχώ στο χάος», «Ο κλήρος του μεσημεριού», «Τυρανόσαυροι» σε σκηνοθεσία Βαρβάρας Μαυρομάτη, «Καθαροί πια» σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή και το «Angel Baby» του Αντώνη Καλογρίδη. Επίσης επιμελήθηκε το άλμπουμ «Το μίξερ της Λένας Πλάτωνος», με διασκευές τραγουδιών της σημαντικής συνθέτριας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή