Αποτυπωματα

2' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αυτό που είχε κάνει βαθιά εντύπωση σε μια φίλη που είχε ταξιδέψει στην Αλβανία στις αρχές του ’90 δεν ήταν μόνον τα τσιμεντένια καβούκια των πολυβολείων, αλλά και τα αναρίθμητα παλούκια που ήταν φυτεμένα στη γη, με το αιχμηρό άκρο τους να σημαδεύει, όχι αόριστα τον ουρανό, αλλά τους αλεξιπτωτιστές του εχθρού που θα έκαναν απόβαση για να καταλύσουν το σοσιαλισμό στην πιο φτωχή χώρα της Ευρώπης.

Ηρθε η σειρά μου, ύστερα από μία δεκαετία, να αντικρίσω από ψηλά μια ελληνική παραλία, με λευκά παλούκια πακτωμένα στην άμμο, που εκτείνονταν επί εκατοντάδες μέτρα σημαδεύοντας αόρατους εχθρούς. Ηταν τα στελέχη των ομπρελών που νοικιάζονται μαζί με την ξαπλώστρα στους λουομένους, τους ηλιο-θεραπευόμενους. Μετά τη δύση του ηλίου, το υφασμάτινο τμήμα της ομπρέλας αφαιρείται και αποθηκεύεται για λόγους ευνόητους, ενώ τα πλαστικά ανάκλιντρα τοποθετούνται το ένα πάνω στο άλλο και ασφαλίζονται με αλυσίδες και λουκέτα. Και η άδεια από ανθρώπους παραλία, νωρίς το πρωί, θυμίζει τοπίο μετά μια μάχη που δεν δόθηκε, αφού ο στρατός παραδόθηκε και υποχώρησε συντεταγμένα, καρφώνοντας τις λόγχες του στην άμμο.

Ο καρεκλάς και ο ομπρελάς, δύο γραφικά επαγγέλματα του παρελθόντος, επιστρέφουν στο παρόν συγχωνευμένα σε ένα. O επιχειρηματίας νοικιάζει από τον δήμο μια φέτα παραλίας στην οποία στήνει τον εξοπλισμό του. O εισπράκτορας-επόπτης είναι συνήθως ένας Αλβανός ή και το ίδιο το αφεντικό ή η πεθερά του ή το γκαρσόνι του «beach bar». Το ενοίκιο της «ξαπλωτούρας» κυμαίνεται από τρία έως πέντε ευρώ, ανάλογα με την περιοχή και με το αν επιπλέον παρέχονται υπηρεσίες ντους και WC.

«Μα, πώς αντέχουν ολημερίς κάτω από τον ήλιο;», αναρωτιέται κανείς βλέποντας εκατοντάδες ασάλευτους ανθρώπους. Προτού σνομπάρουμε την οριζοντιωμένη φυλή για τον κομφορμισμό ή τη νωθρότητά της, ας αναλογιστούμε ότι η ακινησία είναι πιο φτηνή από την κίνηση. Καθώς οι φυσικοί ίσκιοι λιγόστεψαν, αφού τα δέντρα κόπηκαν για να δημιουργηθούν πιο πολλά οικόπεδα, να δοθούν δάνεια, να χτιστούν κατοικίες και ξενοδοχεία και να λαδωθούν οι τροχοί της οικονομίας, καθώς τα καφενεία μετατράπηκαν σε ολοήμερα κλαμπ, ορθάδικα και λάουντζ-ξαπλωτάδικα, ο παραθεριστής πρέπει να αρκεστεί στην πλαστική κλίνη και στον νοικιασμένο ίσκιο που του αναλογεί. O παραθεριστής, Ελληνας ή αλλοδαπός, είναι ξένος ανάμεσα σε ξένους. Με ποιους να μιλήσει στην πλατεία ή στη βρύση του χωριού; Και να περπατήσει, να πάει πού; Στο χωράφι, στον μύλο, στην αγορά; Τα ενοικιαζόμενα δωμάτια, τα «στούντιο», συνήθως είναι κατάλληλα μόνο για ύπνο, όχι για διημέρευση. Ετσι, το σώμα του παραθεριστή γίνεται ένα με την ξαπλώστρα, το πρόσωπό του γίνεται ένα με τα μαύρα γυαλιά και τα ακουστικά του γουόκμαν στο αυτί, τα δάχτυλά του ένα με τα πλήκτρα του κινητού. H διαφορά με τους εργάσιμους μήνες έγκειται στη γωνία κλίσης του σώματος. Τις περισσότερες ώρες στην πόλη βλέπουμε τον κόσμο καθιστοί, μπροστά ή πίσω από ένα γυαλί (το παρμπρίζ του αυτοκινήτου ή την οθόνη του κομπιούτερ ή της τηλεόρασης). Και η ζωή στις διακοπές συνεχίζεται σαν «οθονική» εμπειρία.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή