Τα επτά σύγχρονα θαύματα

3' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν είναι απόλυτα ακριβές ότι ο Μεσαίωνας μισούσε τον Αρχαίο Κόσμο. Ενιωθε τέτοιο δέος απέναντί του, ώστε αισθάνθηκε την ανάγκη να συντάξει έναν κατάλογο με επτά θαύματα που τον άφησε κληρονομιά στους επιγενομένους. Αυτά είναι: H Μεγάλη Πυραμίδα της Γκίζας, οι Κρεμαστοί Κήποι της Βαβυλώνας, το Αγαλμα του Διός στην Ολυμπία, ο Ναός της Αρτέμιδος στην Εφεσο, το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού, ο Κολοσσός της Ρόδου και ο Φάρος της Αλεξανδρείας.

Σωρός παλιοσίδερα

Από αυτά, μόνο η Μεγάλη Πυραμίδα, χτισμένη γύρω στο 2560 π.Χ., υπάρχει σήμερα. Από τα τωρινά, ποια θα επιζήσουν; Πρώτα απ’ όλα ποια είναι τα σημερινά, επτά θαύματα του κόσμου; H Ντέμπορα Κάντμπιουρι ανευρίσκει επτά οικοδομήματα των χεριών του ανθρώπου και στο βιβλίο της «Τα επτά θαύματα του βιομηχανικού κόσμου», το οποίο εκδόθηκε πρόσφατα (Φορθ Εστέιτ, 376 σελίδες, 20 στερλίνες) τα παραθέτει ως τα σύγχρονα ανάλογα των αρχαίων. Αυτά είναι: το Ατμόπλοιο Μεγάλος Ανατολικός, ο Φάρος του Μπελ Ροκ, η Γέφυρα του Μπρούκλιν, οι Υπόνομοι του Λονδίνου, ο Διηπειρωτικός Σιδηρόδρομος, η Διώρυγα του Παναμά και το Φράγμα Χούβερ. Είναι μάλλον απίθανο, δεδομένης της ταχύτητας της τεχνολογικής εξέλιξης, να επιζήσουν, ένα ή κάποιο από αυτά, όσο τα παλιά τους αντίστοιχα. Αλλωστε, ο Μεγάλος Ανατολικός πουλήθηκε για παλιοσίδερα 30 χρόνια μετά την καθέλκυσή του το 1859.

Τον ίδιο καιρό, πάνω κάτω, το Λονδίνο μεταβλήθηκε σε μια θάλασσα ακαθαρσιών, όταν οι 200 χιλιάδες οχετοί του πλημμύρισαν. Οι βουλευτές διωγμένοι από τη δυσοσμία και αναγκασμένοι να εγκαταλείψουν το Κοινοβούλιο αλλά και την ίδια την πόλη, ωθήθηκαν να αναλάβουν δράση. Ανέθεσαν στον αρχιμηχανικό Τζόζεφ Μπαζαλγκέτ να εκτελέσει το φιλόδοξο σχέδιό του της διώρυξης και εγκατάστασης ενός υπόγειου δικτύου που θα συνέδεε σε ένα σύνολο λειτουργικό τους χιλίων μιλίων μήκους υπονόμους της πόλης. O όγκος και η έκταση του θαύματος, όμως, είχαν και θύματα και καθώς γράφει ο Μάντζιτ Κουμάρ στην «Γκάρντιαν», σκοπός της ιστορικού είναι να καταδείξει και τούτο: ότι τα σύγχρονα θαύματα είναι μεν κατόρθωμα της φαντασίας, αλλά συχνά είναι και έργα μόχθου και αίματος.

Με την εξαίρεση του Φράγματος Χούβερ που κατασκευάστηκε στην κορύφωση του Μεγάλου Κραχ, όταν πένητες εργάτες πέθαιναν για λίγα δολάρια τη μέρα, τελειώνοντας το χτίσιμό του πριν από τη διορία και κάτω του προϋπολογισμού, τα άλλα θαύματα της συγγραφέως είναι γεννήματα της βιομηχανικής επανάστασης, όταν η ζωή του εργάτη ήταν ακόμη φτηνότερη.

Κανένα δεν κόστισε τόσες ζωές όσο η Διώρυγα του Παναμά που την ξεκίνησαν οι Γάλλοι, το 1880. Μέσα σε 10 χρόνια, η ζούγκλα, τα έλη και οι τροπικές αρρώστιες πήραν τη ζωή 10 χιλιάδων ανθρώπων. Για τους επενδυτές, η Διώρυγα, τον καιρό της χρεοκοπίας της εταιρείας που την κατασκεύαζε, κόστισε 280 εκατ. δολάρια. Ηταν η μεγαλύτερη οικονομική χρεοκοπία του 19ου αιώνα κι επέφερε την πτώση της γαλλικής κυβέρνησης. Οι εργασίες ξανάρχισαν το 1901, όταν ο Θίοντορ Ρούζβελτ κατάλαβε ότι η Διώρυγα ήταν κρίσιμης σημασίας για την υπεροχή του Αμερικανικού Ναυτικού. H ολοκλήρωση των «50 μακρύτερων μιλίων στην ιστορία», απαίτησε από τους Αμερικανούς άλλα 12 χρόνια σκληρής δουλειάς και 5 χιλιάδες ζωές επιπλέον.

Το πρώτο και το μικρότερο από τα επτά θαύματα της Κάντμπιουρι χτίστηκε στη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων. Το 1807, ο Ρόμπερτ Στίβενσον άρχισε εργασίες για τον Φάρο του Μπελ Ροκ, στην ανατολική ακτή της Σκωτίας. Το Μπελ Ροκ ήταν ένας κοραλλιογενής βράχος που εκτεινόταν 11 μίλια μέσα στη θάλασσα και είχε κοστίσει πολλές ζωές ναυαγών. Το βασικό πρόβλημα του Στίβενσον ήταν πώς να χτίσει πάνω σ’ έναν βράχο που, έξω από το νερό, ήταν μόνο τρεις ώρες την ημέρα. Απαιτήθηκαν τέσσερα χρόνια, δυόμισι χιλιάδες τόννοι πέτρας και μια θαρραλέα ομάδα ανθρώπων με στοιχειώδη αμοιβή, για να υψωθεί ο φάρος πάνω από τη σκοτεινή θάλασσα και τη φοβέρα των θρύλων. Εάν η δουλειά του Στίβενσον και των ανδρών του ήταν η ανύψωση, ο Γουόσινγκτον Ρέμπλιν που επόπτευε τις εργασίες της κατασκευής της γέφυρας πάνω από τον Ιστ Ρίβερ, ο οποίος χωρίζει τη Νέα Υόρκη από το Μπρούκλιν, γύρισε προς τα κάτω. Κυριολεκτικά, μια και προσβλήθηκε από μια περίεργη ασθένεια που οι εργάτες του ονόμασαν «κύρτωση». O πατέρας του Τζον ήταν εκείνος που σχεδίασε τη γέφυρα του Μπρούκλιν, αλλά πέθανε λίγο πριν από την έναρξη των εργασιών. Ετσι ανέλαβε ο γιος του που προσεβλήθη από την ασθένεια λίγο πριν από την αποπεράτωση της μεγαλύτερης αυτής κρεμαστής γέφυρας στον κόσμο. Τα εγκαίνια του έργου, το 1883, μετά συνολικά 14 χρόνια δουλειάς και απώλειας 20 εργατών, τα είδε από το παράθυρο του σπιτιού του, μισοσηκωμένος στο μαξιλάρι του κρεβατιού του.

Ηρωισμός των απλών

Αυτοί οι άνθρωποι ήταν όλοι τους, με τον τρόπο τους ο καθένας, οραματιστές του δυνατού, αναλαμβάνοντας στους ώμους τους όχι μόνο κινδύνους αλλά και την κοινωνία τους την ίδια, ενόσω χάραζαν δρόμους προς το μέλλον. H συγγραφέας υπογραμμίζοντας τούτο, δεν ξεχνά να υπομνήσει και εκείνους που διακινδύνευσαν ή έχασαν τη ζωή τους, για να πραγματοποιηθούν τα όνειρα αυτά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή