Νέα ανάγνωση των βυζαντινών τοιχογραφιών

Νέα ανάγνωση των βυζαντινών τοιχογραφιών

5' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Χαράλαμπος Μπακιρτζής (επιμ.)

Αγιος Νικόλαος Ορφανός. Οι τοιχογραφίες

εκδ. Ακρίτας

Ο συλλογικός τόμος «Αγιος Νικόλαος Ορφανός. Οι τοιχογραφίες» των εκδόσεων «Ακρίτας» αποτελεί μια καινοτόμο πρόταση για επιστημονικό βιβλίο Ιστορίας της Τέχνης και της Βυζαντινής Αρχαιολογίας. Προτείνει μια (νέα) ανάγνωση, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο επιμελητής της έκδοσης, καθηγητής Χαράλαμπος Μπακιρτζής, διευθυντής της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης, των εξαιρετικά σημαντικών τοιχογραφιών του μικρού αυτού ναού του 14ου αι. Τοιχογραφίες που πρωτοδημοσίευσε ο αείμνηστος ακαδημαϊκός Ανδρέας Ξυγγόπουλος. Η νέα έκδοση οφείλεται στην αγαθή συνεργασία της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης του υπουργείου Πολιτισμού και των εκδόσεων Ακρίτας.

Η ομάδα των μελετητών

Μία από τις κυριότερες συνιστώσες της καινοτομίας είναι η σύνθεση της ομάδας των μελετητών. Κυριαρχεί η παρουσία του επιστημονικού προσωπικού της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης. Νέοι κατά κανόνα επιστήμονες -κάτοχοι μεταπτυχιακών, ως επί το πλείστον, τίτλων- συνθέτουν την πρόταση ανάγνωσης ή μάλλον τις προτάσεις ανάγνωσης των παλαιολόγειων αυτών τοιχογραφιών της Θεσσαλονίκης.

Μετά το σημείωμα των εκδοτών για την ευρωπαϊκή διάσταση του βιβλίου (που εκδίδεται σε δίγλωσση μορφή), την ευλογία του ηγουμένου της Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής Βλατάδων, Μητροπολίτη Τυρολόης κ. Παντελεήμονος, τον πρόλογο του υπουργού Πολιτισμού, καθηγητή Ευάγγελου Βενιζέλου που βλέπει το έργο του ζωγράφου του Αγίου Νικολάου Ορφανού να «συνομιλεί με τις ανθρωπιστικές αξίες του σύγχρονού του Giotto» και τέλος την εισαγωγή του επιμελητή της έκδοσης κ. Χαράλαμπου Μπακιρτζή, που αναφέρεται στο σκεπτικό της έκδοσης, παρατίθεται το πρώτο κεφάλαιο της ιστορικού της Βυζαντινής και Νεότερης Ιστορίας κ. Μελίνας Γραμματικοπούλου – Γουσίδου που παρουσιάζει τον κοινωνικό και πνευματικό περίγυρο της Θεσσαλονίκης στις αρχές του 14ου αι. Η συγγραφέας επισημαίνει ότι «πνεύμα κλασικιστικής αρχαιοπρέπειας και ταυτόχρονα χριστιανικού μυστικισμού» χαρακτηρίζει την κοινωνία. Αναφέρεται έπειτα στις σπουδές και τα «Μουσεία» (σχολεία), τις κοινωνικές τάξεις, τους «άρχοντες, αρίστους ή μεγάλους», τους «κτήτορες, οικήτορες ή μέσους» και το «δήμο». Κάποια επιφύλαξη θα μπορούσε να διατυπωθεί για την άποψη ότι υπήρχε «μοιρολατρική και παθητική στάση έναντι της επερχόμενης καταστροφής» την οποία αποδίδει σε βιβλική εσχατολογική θεώρηση με μελλοντολογική διάσταση.

Φιλοσοφική και θεολογική σκέψη

Ο Δημήτριος Ν. Μόσχος, θεολόγος διδάκτωρ, στο εκτεταμένο μελέτημά του για τη «Φιλοσοφία και Θεολογία στη Θεσσαλονίκη του 14ου αι.» προσφέρει στον αναγνώστη ευκρινή εικόνα των φιλοσοφικών αναζητήσεων στη Θεσσαλονίκη του 14ου αι. Παραθέτει, αρχικά, πλήθος ονομάτων ανθρώπων των γραμμάτων εν γένει και φιλοσοφούντων. Προχωρεί έπειτα στην επισήμανση των θεμάτων που κυριαρχούν στη φιλοσοφία και αναφέρεται στο «παραδοσιακό αριστοτελικό ποιοτικό μοντέλο» που αντικαθίστατο από το «πλατωνικό ποσοτικό».

Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το κεφάλαιο του μελετήματος για τις «Επιπτώσεις και Προσκλήσεις στη θεολογική σκέψη» και ιδίως όσα αναφέρονται στον Ησυχασμό. Με λιτότητα και σαφήνεια παρουσιάζει αυτό το σημαντικό θεολογικό κίνημα και τους πρωτεργάτες, τους Θεσσαλονικείς Αγ. Γρηγόριο τον Παλαμά και Νικόλα Καβάσιλα, δείχνοντας ότι «δεν είναι η ησυχαστική άποψη που ωθεί στον μυστικισμό και την ηττοπάθεια» καθώς κορυφαίοι ησυχαστές ενδιαφέρονταν για τα κοινωνικά προβλήματα και την αδικία, όπως ο Νικόλαος Καβάσιλας στο έργο του «Κατά τοκιζόντων». Εξίσου ενδιαφέρον είναι και το τελευταίο μέρος, όπου καταθέτει στοιχεία για τη «Συμβολή της διανόησης της Θεσσαλονίκης στην Αναγεννησιακή Σκέψη» και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «η Δύση δεν «ήρθε» στην Ανατολή, αλλά εκκολάφθηκε σ’ αυτήν και μετά συνεχίστηκε δυτικότερα» όταν οι συνθήκες δεν το επέτρεπαν να αναπτυχθεί στην Ανατολή, προσλαμβάνοντας άλλα στοιχεία -προσθέτουμε εμείς- που την εξέτρεψαν στον αυτονομημένο ορθολογισμό.

Κατατοπιστικό και συνοπτικό είναι το κείμενο της Βυζαντινολόγου της Εφορείας κ. Ευτέρπης Μαρκή για την ιστορία, την τοπογραφία και την απλή αρχιτεκτονική του ναού.

Ακολουθεί ένα από τα κείμενα του τόμου που συνιστούν την καινοτόμο δομή του. Ο γιατρός, ιερεύς και ζωγράφος π. Σταμάτης Σκλήρης προσπαθεί να συνδυάσει την τεχνική και μορφολογία της ζωγραφικής με την ψυχολογία. «Φωτοσκίαση και Ψυχολογία στις τοιχογραφίες του Αγίου Νικόλαου Ορφανού» επιγράφει τη μελέτη του. Αναλύει τον ρόλο της απαλής φωτοσκίασης στον Αγ. Νικόλαο, καθώς και σε άλλα μνημεία της ίδιας εποχής, επισημαίνοντας αυτό που ο ίδιος ονομάζει «συνομιλία των προσώπων διά του εντόνου και ψυχολογικού βλέμματος». Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει έπειτα από ανάλυση της διαμόρφωσης της κόρης του ματιού, όπου η σχέση του λευκού με τον σκούρο προπλασμό με την αμφισημία της παίρνει προεκτάσεις μεταφυσικές.

Ακολουθεί το τελευταίο μέρος του βιβλίου που αναφέρεται στις «Αναγνώσεις τοιχογραφιών» και ολοκληρώνει τις καινοτομίες και πρωτοτυπίες του τόμου. Ο κ. Χ. Μπακιρτζής κάνει την πρώτη «Πρόταση ανάγνωσης» ξεκινώντας από την πατερική θεμελίωση της αξίας της μίμησης, προτείνοντας τη διάκριση φύσης και υπόστασης. Οι εικόνες «διαφέρουν ως προς τη φύση και έχουν ίδια υπόσταση με το πρωτότυπα που απεικονίζουν».

Μορφές και σκηνές Πάθους

Η Πέλλη Μάστορα σταματά σε «Μερικές Μορφές και σκηνές Πάθους» καθώς τα πρόσωπα που εικονίζονται «δεν παρίστανται πλέον απλά, αλλά μετέχουν στη ζωή και τη δράση του Χριστού». Εντυπωσιακή σ’ αυτή της την ανάγνωση είναι η αναφορά στον Αγ. Ιωάννη Πρόδρομο για το «σμιλεμένο από τους καυτούς ανέμους της ερήμου πρόσωπο».

Το ένδυμα των προσώπων των Αγίων και κοσμικών ελκύει την προσοχή του Κωνσταντίνου Ράπτη. Από τον περίπλοκο λευκό κεφαλόδεσμο μέχρι τους φολιδωτούς ή σπονδυλωτούς θώρακες.

Την «Ιστορία του Αγ. Νικολάου» ξαναδιαβάζει η Κρινιώ Κωνσταντινίδου. Τον «Ακάθιστο Υμνο» η Αικατερίνη Τσανάνα. Τη «Δέηση» ο Κωνσταντίνος Κατσίκης και την «Ιστορία του Αγ. Γερασίμου» του Ιορδανίτη η Σ. Β. Σαμπανοπούλου, κλείνοντας την ομάδα των βυζαντινολόγων που αφιερώνονται σε εικονογραφικά προβλήματα και θέματα.

Μια άλλη ομάδα καταπιάνεται με την επισήμανση διαφόρων παραπληρωματικών στοιχείων, όπως η Μαρία Χειμωνοπούλου που εξετάζει «Τα Οπλα», η Ευαγγελία Αγγέλκου «Τα Μουσικά Οργανα», η Στ. Βασιλειάδου τις «Μαρμάρινες κατασκευές και Γλυπτά». «Τα Μεταλλικά εξαρτήματα της ξύλινης οικοσκευής» η Σταυρούλα Τζεβρένη, τις «Επιγραφές» η Σοφία Ακριβοπούλου, τα «Φυτά και τη Βλάστηση» η γεωπόνος Ολγα – Μαρία Μπακιρτζή. Ο Ιωάννης Ηλιάδης, τέλος, επικεντρώνεται στην παρατήρηση του φωτός και των καιρικών συνθηκών που επικρατούν κατά την ώρα που διαδραματίζονται τα απεικονιζόμενα γεγονότα.

Πλούσια εικονογράφηση

Από την απλή αναγραφή των επιμέρους προτάσεων ανάγνωσης των τοιχογραφιών του Ορφανού γίνεται φανερό το πεδίο έρευνας που κινείται το βιβλίο. Η αναλυτική και συνθετική προσέγγιση που επιχειρείται καθιστά τον τόμο εξαιρετικά ενδιαφέροντα και ενίοτε αποκαλυπτικό, ενώ η πλούσια έγχρωμη εικονογράφηση με τους πίνακες και πολλές μικρότερες μέσα στο κείμενο φωτογραφίες δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να κρίνει τις προτεινόμενες αναγνώσεις, αλλά και να χαρεί την πνευματικότητα της εκφρασμένης με κομψότητα και έξοχη χρωματική αίσθηση ζωγραφικής αυτής.

(1) Ο κ. Ν. Ζίας είναι καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης και πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κέντρου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή