Διακρινοντας

3' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

T ο παιχνίδι της μετακίνησης ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία αποτελεί το θεμέλιο πάνω στο οποίο κτίζει τα εννέα διηγήματα της συλλογής «Σφαίρα στο βυζί» ο Κώστας Ακρίβος (Κέδρος, σελ. 159). O κανόνας έχει ως εξής: ήρωας κάθε περιπέτειας είναι μια μορφή ιστορική, η οποία σε πρώτο πάντα πρόσωπο αφηγείται ένα μοιραίο πάθος, έναν ασίγαστο συχνά ανεκπλήρωτο ερωτικό πόθο που ενίοτε την οδηγεί στα όρια της αντοχής της. Την αφορμή κάθε ιστορίας ο συγγραφέας την αντλεί από γνωστά κείμενα -από τη φράση ενός διηγήματος, μιας επιστολής, ενός δοκιμίου, μιας μελέτης, ενός ημερολογίου- και πάνω σε αυτήν οικοδομεί τη νέα, υποθετική εκδοχή της ερωτικής περιπέτειας που βίωσε ο ήρωάς του. Τα πρόσωπα του Ακρίβου είναι ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Τζέιμς Τζόις, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο Τόμας Μαν, ο Κωστής Παλαμάς, ο Νίκος Καζαντζάκης και η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ. Κατ’ εξαίρεσιν, από τον χώρο της μυθοπλασίας προέρχονται η θηλυκή φιγούρα της ομηρικής Ναυσικάς και η φανταστική μορφή ενός άσημου περιπλανώμενου γύφτου, για τη δημιουργία του οποίου έναυσμα έδωσε η φράση του Φώτη Κόντογλου «τα έμορφα τραγούδια μας, η αναπνοή της φυλής μας».

Τα δεδομένα που περιέγραψα είναι επαρκή για να εξασφαλίσουν την ενεργητική συμμετοχή του αναγνώστη, για να τον σπρώξουν στο παιχνίδι, το οποίο συνίσταται στο να αποκρυπτογραφεί τους κώδικες και να αξιολογεί κάθε φορά αν τα συστατικά της μυθοπλασίας συνδέονται πειστικά με όσα πραγματικά γνωρίζουμε γύρω από τις πρωταγωνιστικές φιγούρες των διηγημάτων. Οπου βεβαίως το πραγματικό δεν συνδέεται κατ’ ανάγκην με την αληθινή ζωή των συγγραφέων – τι σημαίνει άλλωστε αληθινή και ποιος θα μπορούσε να τη συλλάβει και να την αποτυπώσει. Συνδέεται όμως με το κλίμα, τη γεύση, την αίσθηση που έχουμε λάβει για την προσωπικότητα του συγγραφέα είτε μέσα από τα ίδια τα κείμενά του είτε μέσα από τα σχόλια που έχουν γραφεί γύρω από αυτόν. Ορισμένα από τα διηγήματα του Ακρίβου αποτελούν έτσι μιαν απομίμηση ύφους πρωτοτύπων κειμένων με αποτέλεσμα να τοποθετείται η λογοτεχνία του στην καρδιά του εντελώς σύγχρονου εγχειρήματος των διακειμενικών διασταυρώσεων.

Σ ε ποιο βαθμό φέρνει εις πέρας ο συγγραφέας το κεντρικό σχέδιο που εμπνέει τη συγκεκριμένη πεζογραφία; Τα κείμενα με τη σπαταλημένη ζωή της εγκαταλελειμμένης από τον Οδυσσέα Ναυσικάς, με το βαρύ πένθος και τη δύναμη του γενναίου Κολοκοτρώνη, με τις αέναες αναζητήσεις και τις βαθιές αμφιβολίες του Νίκου Καζαντζάκη, με τη σοφή αποδοχή των δεδομένων της ζωής της από τη Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, με τον σαφέστατο, τέλος, λαξευτό λαϊκό λόγο του γύφτου αποτελούν κατά τη γνώμη μου πρώτης τάξεως διηγήματα. Αποδεκτές, αλλά λιγότερο ζωηρές οι εξομολογήσεις του Τζέιμς Τζόις, του Κωστή Παλαμά και του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Διότι το λεκτικό, ο τόνος και ο ρυθμός τους παράγει μια μάλλον ωχρή απομίμηση των δικών τους πρωτότυπων κειμένων μέσα από τα οποία και τους έχουμε γνωρίσει.

Πιο αδύναμο, πάντως, από όλα, είναι το «Ξίφη χιαστί», μια σειρά ημερολογιακών καταγραφών του Τόμας Μαν πάνω στην ερωτική έλξη που υποτίθεται ότι ο κλασικός συγγραφέας νιώθει προς τον έφηβο και μελλοντικό αυτόχειρα γιο του Κλάους Μαν. Αν όντως, ο δημιουργός του «Θανάτου στη Βενετία», όχι μόνον έτρεφε ερωτικά συναισθήματα για τον γιο του, αλλά και εν ψυχρώ τα κατέγραφε, όπως μας αφήνουν να εικάσουμε οι διαγραφές του Γερμανού εκδότη των «Ημερολογίων» του, είναι τόσο ανατριχιαστική αυτή η στάση, ώστε για να γίνει πιστευτή θα έπρεπε λογοτεχνικά να αποδοθεί με τρόπο διαφορετικό από αυτόν που χρησιμοποιεί ο Ακρίβος. Ποιος τρόπος θα ήταν ο κατάλληλος;

Οποιοσδήποτε, φτάνει να μπορούσε να αποδώσει είτε την εφιαλτική συντριβή που νιώθει ο λογικός είτε την αφύσικη ψυχραιμία που κυριεύει τον παράφρονα όταν εισέρχονται στον σκοτεινό, φρικτό κόσμο των ταμπού και τον παραβιάζουν. Στην περίπτωση του συγκεκριμένου διηγήματος τίθεται το δύσκολο καλλιτεχνικό ζήτημα της αποτύπωσης των σχέσεων που υφίστανται ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αληθοφάνεια: ακόμα και αν ο Μαν σε τακτά διαστήματα κατέγραφε τα ερωτικά του σκιρτήματα για τον γιο του, για να μπορέσεις να αποδώσεις την τρομακτική αυτή πραγματικότητα δεν αρκεί να την αναπαράγεις αλλά απαιτείται ενδεχομένως να την αλλοιώσεις.

Ο πως και να έχουν τα πράγματα, η συλλογή «Σφαίρα στο βυζί» σε συνδυασμό με το προηγούμενο βιβλίο «Κίτρινο ρώσικο κερί» (2001) δείχνουν ότι το ισχυρό χαρτί του Κώστα Ακρίβου βρίσκεται στην καλλιέργεια του λογοτεχνικού είδους της απομίμησης, του περίφημου pastiche.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή