Σήμερα μετράει η εικόνα, όχι το τραγούδι

Σήμερα μετράει η εικόνα, όχι το τραγούδι

7' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Γνήσια λαϊκή φωνή, από τις παλιές, έχει την ικανότητα να ελίσσεται από τα ρεμπέτικα και τα σμυρναίικα, από τα λαϊκά και τα δημοτικά τραγούδια μέχρι τις πιο σύγχρονες μπαλάντες. Εχοντας μια σταθερή πορεία από το 1974, οπότε ξεκίνησε, η Γλυκερία όλα τα χρόνια που μεσολάβησαν δεν παύει να θυμίζει εκείνο το δειλό μικροκαμωμένο κορίτσι που ξεχώρισε στη μουσική Αθήνα της δεκαετίας του ’80, δίνοντας ένα διαφορετικό ορισμό στη νυχτερινή διασκέδαση. Τότε που τα κέντρα δεν ήταν ατέλειωτες αλάνες και η διασκέδαση είχε να κάνει με τη γλεντζέδικη ατμόσφαιρα, και καθόλου με τη σημερινή επίδειξη.

Είτε τραγουδάει μια μπαλάντα του Νίκου Ζιώγαλα, κερδίζοντας το νεανικό ακροατήριο, είτε εντυπωσιάζει με την πληθωρική Νατάσα Ατλας και τον Ομάρ Φαρούκ Τεκμπιλέκ, όπως συνέβη στο «Χάραμα», είναι το ίδιο επαγγελματίας. Ισως γιατί το τραγούδι για τη Γλυκερία είναι κάτι φυσικό, από τα οικογενειακά ακόμη γλέντια στις Σέρρες. Την ίδια φυσικότητα έχει όταν τραγουδάει με τους μουσικούς στα παρασκήνια της «Σφεντόνας», όπου εμφανίζεται με τον Κώστα Μακεδόνα, και όταν τραγουδάει στο σπίτι της, όταν πηγαίνει να ετοιμάσει τον καφέ πριν αρχίσουμε τη συζήτηση. Αυτόν τον καιρό, άλλωστε, πηγαινοέρχεται στο στούντιο όπου ετοιμάζει την καινούργια της δισκογραφική δουλειά – έναν πολυσυλλεκτικό δίσκο με τραγούδια που υπογράφουν οι Βαρδής, Θαλασσινός, Καζούλης, Μάλαμας (μια επανεκτέλεση) κ.ά. «Είναι λαϊκά κομμάτια της εποχής μας», λέει εξηγώντας πως ό,τι κι αν τραγουδάει, αυτό που την εκφράζει περισσότερο είναι το λαϊκό τραγούδι.

– Τι θεωρείτε λαϊκό στην εποχή μας;

– Σήμερα το λαϊκό είναι το ερωτικό. Σπανίως υπάρχει μια κοινωνική χροιά στα τραγούδια. Αλλαξαν βλέπεις και οι εποχές. Δεν μπορεί να έχει τη μορφή της δεκαετίας του ’60 ούτε την έντονα πολιτική ματιά της μεταπολίτευσης. Ηδη από τη δεκαετία του ’80, το λαϊκό τραγούδι έγινε πιο χαλαρό. Ο κόσμος άρχισε να διασκεδάζει χωρίς ενοχές, να χορεύει στα τραπέζια και να ευχαριστιέται. Τη δεκαετία του ’90, βεβαίως, ζήσαμε έντονα τη σκηνή του έντεχνου.

– Το έντεχνο ακούγεται σαν καταπίεση;..

– Λέω έντονα, γιατί αυτό αρχικά έκανε καλό αλλά και κακό. Προβλήθηκε το έντεχνο για το έντεχνο και μέσα απ’ αυτό προβλήθηκαν και πολλοί ατάλαντοι. Το βλέπουμε πια σήμερα, που έχει γίνει το ξεκαθάρισμα. Ζήσαμε την επίφαση της κουλτούρας. Επιβλήθηκε η άποψη «ακούτε χωρίς να χορεύετε». Ο κόσμος, όμως, έρχεται καποια στιγμή που ανατρέπει την πόζα. Από ένα σημείο και πέρα, θέλοντας να χλευάσει τη σοβαροφάνεια, στράφηκε αλλού και εκτονώθηκε μέσα από άλλες καταστάσεις που τώρα πια έγιναν κατεστημένο.

– Το έντεχνο ευθύνεται που γιγαντώθηκε η «άλλη όχθη» του τραγουδιού;

– Βέβαια. Ο διαχωρισμός που έκαναν ενίσχυσε την άλλη πλευρά. Δεν μπορείς να λες στο κοινό: Τώρα σώπα, μείνε ακούνητος κι άκουσέ με. Τη δεκαετία του ’90 δεν ήσουν «σοβαρός τραγουδιστής» αν δεν υιοθετούσες αυτήν τη νοοτροπία. Κι αν δεν ήσουν σοβαρός, δεν σε έπαιζαν κάποια ραδιόφωνα κ.ο.κ. Ομως, ευτυχώς η ζωή έχει ανατροπές. Εξακολουθεί να μας εκπλήσσει. Ο κόσμος, λοιπόν, βαρέθηκε τις ταμπέλες και ανάγκασε τους τραγουδιστές του έντεχνου να αλλάξουν, να θυμηθούν τον λαϊκό τους εαυτό, το ρεπερτόριο που ‘χαν βάλει στην άκρη.

Ζούμε την εποχή της αντιγραφής

– Αυτά που καθορίζουν σήμερα το κυρίαρχο τραγούδι, δεν σας προκαλούν αμηχανία;

– Ούτε αμηχανία ούτε αγωνία. Μόνο λύπη μού προκαλούν. Εχω ξαναζήσει ανάλογες καταστάσεις, όπως λ.χ. την αναβίωση του ρεμπέτικου. Στην αρχή ήταν ωραία, αλλά γρήγορα ζήσαμε την εμπορευματοποίησή του. Τώρα πια έμειναν μόνον όσοι πραγματικά αγάπησαν το είδος. Εγινε το ξεδιάλεγμα. Ετσι θα γίνει και με το τραγούδι της εποχής μας. Το ενοχλητικό είναι ότι σήμερα μετράει η εικόνα, όχι το τραγούδι. Ζούμε την εποχή της αντιγραφής. Ετσι, έχουμε πολλές Μαντόνες, πολλές Μπρίτνεϊ Σπίαρς…

– Δεν είναι λυπηρό να βλέπουμε μια γυναίκα πενηντάρα, όπως η Αννα Βίσση, να υποδύεται την εικοσάρα;

– Η Βίσση είναι σπουδαία τραγουδίστρια, καλή επαγγελματίας σ’ αυτό που κάνει, όμορφη κοπέλα. Ομως, θα έπρεπε να ‘χει δοκιμάσει να πει πολύ νωρίτερα άλλα τραγούδια. Οχι, ενδιάμεσα, πάρτε και μια «Μάλα» για άλλοθι. Υπάρχουν πολλοί τραγουδιστές με καλές φωνές που ξοδεύονται.

– Οπως;

– Καλή λαϊκή φωνή που την αδικεί το είδος που τραγουδάει είναι η Πέγκυ Ζήνα. Αυτή θα έχει πρόβλημα αργότερα, όταν θα θέλει να κάνει στροφή. Θα πρέπει να ‘ναι σούπερ ερμηνεύτρια για να περάσει στο άλλο είδος και να πει ένα καλό λαϊκό τραγούδι. Στις γυναίκες, έχουμε καλό έμψυχο δυναμικό? στους άντρες, δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο. Ο Ρέμος είναι καλός τραγουδιστής. Δεν κινείται δηλαδή σε ένα πολύ φτηνό είδος. Είναι σαν τον Πάριο? έχει καλή φωνή. Αυτόν που θεωρώ καλό ερμηνευτή, που δεν έχει αναγνωριστεί όμως όσο του αξίζει, είναι ο Μπάσης. Να ένα παράδειγμα ερμηνευτή που παρασύρθηκε από τη σχολή του έντεχνου.

– Για το τραγούδι της εικόνας, όπως το περιγράψατε, δεν ευθύνεται το κοινό που το συντηρεί;

– Η τηλεόραση. Αυτή καθιέρωσε το φωσφοριζέ τραγούδι και τη γυαλιστερή διασκέδαση. Ομως, η εικόνα της τηλεόρασης είναι πλασματική. Υπάρχει μια γενιά τραγουδιστών (Πορτοκάλογλου, Κατσιμίχες κ.ά.) που επέλεξε να ζει και να δρα μακριά από την τηλεόραση. Εχει σταθερό κοινό κι ας μην τους καλούν οι «σπουδαίοι» δημοσιογράφοι στα κεντρικά δελτία ειδήσεων.

Το σύνδρομο της γκλαμουριάς

– Το σύνδρομο του πρώτου τραπεζιού τι εκφράζει;

– Πάντα υπήρχε, όχι όμως σε τέτοιο βαθμό. Παλιά, το πρώτο τραπέζι στις πίστες το έπαιρναν οι εκπρόσωποι του πλούτου. Αυτοί που πλήρωναν για πιάτα και μετά για τα λουλούδια. Δεν το διεκδικούσε άλλος. Τώρα πέρασε και στον απλό λαϊκό κόσμο. Πρώτο τραπέζι σήμερα σημαίνει καταξίωση. Το σύνδρομο της γκλαμουριάς. Μου θυμίζει την εποχή που στις μεγάλες πόλεις δεν άκουγαν δημοτικά τραγούδια μη τυχόν και τους πουν βλάχους. Σκιάζονταν για την καταγωγή τους. Τώρα, όλοι θέλουν να φαίνονται. Το πρώτο τραπέζι προϋποθέτει και ανάλογη συμπεριφορά. Απαραιτήτως πούρο και κοστούμι Αρμάνι. Αν δεν φορέσεις Γκούτσι όταν πας να δεις την τάδε τραγουδίστρια που θα φοράει Βερσάτσε, δεν είσαι τίποτα. Αν όμως τα φοράς, σίγουρα θα σε βάλουν στην κοσμική σελίδα. Αρα, ανέβηκαν οι μετοχές σου. Πολλά ονόματα έλαμψαν μέσω όλων αυτών. Είναι η διασκέδαση του βλέπω, όχι του ακούω.

– Φτιάχνονται σχέσεις με αυτόν τον τρόπο;

– Η σχέση «πήγα χθες και με είδε ο τάδε». Στους άλλους χώρους, τους μικρότερους, ο κόσμος διασκεδάζει περισσότερο. Βέβαια και στην άλλη πλευρά υπάρχουν ακραίες πλευρές. Εκεί μπορεί να βιώσει κανείς την υποκρισία του ποιοτικού. Τέλος πάντων, το καλό και το κακό παντού το συναντάς.

– Είναι εύκολο σήμερα να γίνει κάποιος τραγουδιστής;

– Εύκολο να βγει, αλλά δύσκολο να κρατηθεί αν επιλέξει τα «σουξέ της εβδομάδας». Παλιά ήταν δύσκολο να βγεις, αλλά ευκολότερο να κρατηθείς. Η ταλαιπωρία της αρχής σε δυνάμωνε.

Δεν πάω στο Ισραήλ από ιδεολογική επιλογή

– Στο εξωτερικό, είστε ιδιαίτερα αγαπητή. Στο Ισραήλ είστε πρώτο όνομα.

– Πηγαίνω όπου υπάρχουν οι ομογενείς. Στο Ισραήλ είναι αλήθεια ότι έχω επιτυχία, αλλά έχω αραιώσει τα τελευταία χρόνια. Λόγω της κατάστασης που επικρατεί. Οχι από φόβο αλλά από καθαρή ιδεολογική επιλογή. Φίλους έχουμε εκεί, πολλούς και τους το λέμε φανερά γιατί δεν βρισκόμαστε. Ξέρεις, οι περισσότεροι εκεί επιζητούν την ειρήνη. Οπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, οι κυβερνήσεις ευθύνονται για όλα αυτά.

Με απωθούν τα βιβλία με τους τίτλους-σλόγκαν

– Μου είπαν ότι είστε βιβλιοφάγος.

– Υπερβολή. Απλώς μου αρέσει το διάβασμα. Τι να κάνω; Να δηλώνω ότι διαβάζω ή να συγκρατώ ατάκες από όσα κείμενα ξεχωρίζω, για να το επιδεικνύω; Το διάβασμα είναι ανάγκη του εαυτού μας, όχι πόζα. Μία από τις μεγαλύτερες χαρές είναι αυτή, η αναζήτηση ενός νέου βιβλίου ή ενός καινούργιου συγγραφέα, στο βιβλιοπωλείο.

– Τι σας απωθεί ως αναγνώστρια;

– Τα δήθεν μοντέρνα βιβλία. Αυτά με τους τίτλους-σλόγκαν. Ξέρεις, αυτό που υπάρχει στη δισκογραφία και στα νυχτερινά μαγαζιά επεκτείνεται κατά κάποιον τρόπο και στον χώρο του βιβλίου. Διαβάζουν δηλαδή τα τοπ με τις εκδόσεις που σημειώνουν τις μεγαλύτερες πωλήσεις και θεωρούν τα βιβλία αυτά must. Είναι η ίδια διαδικασία με τα πρώτα τραπέζια στα κέντρα… Ομως, δεν αρκεί να διαβάζεις. Πρέπει να έχεις κριτήριο και να ξεχωρίζεις το καλό από το προϊόν.

Δεν σχεδίαζα να βγω στο τραγούδι

– Πώς ξεκινήσατε;

– Από μια εκπομπή ταλέντων στην κρατική τηλεόραση το ’74… Το «Να η ευκαιρία». Ηταν στα πρώτα του βήματα με ονόματα διαλεχτά. Κριτές με αξία: Ραλλού Μάνου, Γρηγόρης Γρηγορίου, Λευτέρης Παπαδόπουλος. Στην οικογένειά μου, λάτρευαν όλοι το τραγούδι. Στο μυαλό μου, όμως, τότε δεν υπήρχε ως επάγγελμα. Από το «Αγιο Πνεύμα» Σερρών που γεννήθηκα, πήγαμε στη Θεσσαλονίκη όπου έβγαλα το εξατάξιο γυμνάσιο, τότε. Οι γονείς μου, αγρότες οι άνθρωποι, δεν είχαν προκαταλήψεις. Κάποια στιγμή έλαβα μέρος σε ένα διαγωνισμό όπου βραβεύτηκα. Συμμετείχαν άνθρωποι όπως η Κωστούλα Μητροπούλου και ο Νίκος Δανίκας. Εξαιτίας του Δανίκα ξεκίνησα… «Θες να δουλέψεις;» με ρώτησε κι έτσι βρέθηκα στην Πλάκα. Συνέχισα στο «Περιβόλι του Ουρανού» και ύστερα, σε ένα μεγάλο μαγαζί, με άκουσε ο Νταλάρας και με πήρε με τον Γιάννη Μαρκόπουλο στη «Διαγώνιο». Ηδη όμως, από το ’76, είχα γνωριστεί με τον Στέλιο Φωτιάδη. (Παντρεύτηκαν δύο χρόνια μετά.) Ηταν σε ένα σχήμα του Γιώργου Κοινούση. Ηθελε, θυμάμαι, να κάνει μπουάτ. Είχε συμπεριλάβει ένα δίωρο λαϊκό πρόγραμμα με μαέστρο τον Στέλιο. Εκεί γνώρισα τον Αντώνη Βαρδή αλλά και την Ελένη Βιτάλη, που μετά κουμπαριάσαμε..

– Συνήθως, όταν τα ζευγάρια προέρχονται από τον ίδιο επαγγελματικό χώρο αντιμετωπίζουν και προβλήματα ανταγωνισμού. Εσείς πώς τα καταφέρατε τόσα χρόνια;

– Ο Στέλιος δεν είναι ανταγωνιστικός. Με βοήθησε πολύ. Ηταν τότε στη Λύρα, όπου πήγα κι εγώ. Δεν ήθελε ποτέ να πάρει το πάνω χέρι. Αυστηρός ήταν και είναι? το παραδέχομαι. Ακόμη και σήμερα δεν με έχει επιβραβεύσει 100%. Ολο ζητάει από μένα να γίνω καλύτερη. Αυτό όμως είναι εξαιρετικά δημιουργικό. Το μεγαλύτερο βέβαια δημιούργημά μας είναι ο γιος μας. Είκοσι τεσσάρων ετών, σπούδασε ψυχολογία, αλλά δεν θέλει να ασκήσει αυτό το επάγγελμα. Στη μουσική τον βλέπω κι αυτόν;

– Τραγουδάει;

– Γράφει μουσική, ωραίους στίχους και τραγουδάει. Δεν είναι ωραίο να μιλάω για τα ταλέντα του, έχει όμως και βάσεις και αξία. Του αρέσει ο ηλεκτρικός ήχος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή