«Σε ξένο γήπεδο»: εγκώμιο της ήττας

«Σε ξένο γήπεδο»: εγκώμιο της ήττας

3' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δημήτρης Πετσετίδης: «Σε ξένο γήπεδο».

Εκδόσεις Πατάκη, 2003, σελ. 142

Χρόνια τώρα ο Δημήτρης Πετσετίδης (γενν. το 1940 στη Σπάρτη) επιμένει στη σύντομη φόρμα του διηγήματος. Οι ιστορίες του είναι συνήθως μικρές φέτες ζωής, βαθιές αλλά κοφτές ανάσες, επεισόδια που λαμβάνουν χώρα στη γενέτειρά του της εποχής των εμφυλιακών ή πρώτων μετεμφυλιακών χρόνων, στην Αθήνα της φοιτητικής του ζωής (αρχές της δεκαετίας του ’60) ή, τέλος, στη σημερινή εποχή, είτε στην επαρχία είτε στην πολύβουη πρωτεύουσα. Αλλά ακόμα και όταν το σκηνικό είναι αυτό των καιρών μας, στο επίκεντρο της ιστορίας βρίσκεται, κατά κανόνα, μια ανάμνηση, κάποια εικόνα ή φράση από τα παλιά, αρώματα και χειρονομίες από πρόσωπα (παλιές ερωμένες, χαμένοι έρωτες και παλιόφιλοι) που πλέον μοιάζουν στον (συχνότατα πρωτοπρόσωπο) αφηγητή με φαντάσματα – που άλλοτε του προκαλούν τρόμο, μια παγερή μοναξιά, και άλλοτε απαλύνουν κάπως αυτήν την ανελέητη ροή του χρόνου.

Με βάση όλα τα παραπάνω, η νέα συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Σε ξένο γήπεδο» δεν αποτελεί εξαίρεση. H συλλογή θεμελιώνεται πάνω σε βιωματικό υλικό που συνεχώς μεταλλάσσεται από τα γυρίσματα της μυθοπλασίας. Τα δεκατέσσερα διηγήματα που την απαρτίζουν κινούνται στο γνώριμο πλαίσιο στο οποίο μας έχει συνηθίσει έως τώρα ο συγγραφέας. Βεβαίως, οι εμφυλιακές αναφορές είναι μάλλον ήσσονος σημασίας. Το ερωτικό στοιχείο είναι αυτό που κυριαρχεί. O τίτλος της συλλογής έχει τη σημασία του: οι ήρωές του, νέοι, ώριμοι ή ηλικιωμένοι, σφόδρα ερωτευμένοι με κάποια γυναίκα, νοσταλγοί κάποιας άλλης που χάθηκε μέσα από τα χέρια τους, απορριπτέοι από κάποια τρίτη, «παίζουν σε ξένο γήπεδο», ποτέ στο δικό τους. Μάλιστα, δεδομένου ότι από τα δεκατέσσερα διηγήματα της συλλογής, μόλις τα τρία είναι γραμμένα σε τρίτο πρόσωπο, ο συγγραφέας δείχνει να επιθυμεί να δώσει έναν έντονα προσωπικό χαρακτήρα στην όλη ατμόσφαιρα.

Δύσκολο να κερδίζεις αν παίζεις συνεχώς εκτός έδρας, όπως στις ιστορίες του Δ. Πετσετίδη. Από αυτήν τη σκοπιά, η ιδέα της ήττας φαίνεται πως βρίσκεται στον πυρήνα της προβληματικής του πεζογράφου, κάτι που δεν αφορά μόνον τα ερωτικά αλλά τη ζωή γενικά: το διήγημα «Αθάνατη παρτίδα» είναι μια συγκινητική αναπόληση ενός παλιού φίλου που χάθηκε από καρκίνο, με τον οποίο ο αφηγητής μοιράστηκε πολλές παρτίδες σκάκι.

Το σκάκι είναι ένα άλλο στοιχείο που θα μπορούσε να ενταχθεί στη θεματική της συλλογής, δεδομένου ότι είναι μεν βασικό θέμα, οδηγεί όμως στον πυρήνα του βιβλίου, την ήττα. Το διήγημα «Πρώτη ήττα» είναι κομβικής σημασίας για το βιβλίο, αφού συμπυκνώνει τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς του συγγραφέα: η ζωή η ίδια είναι ένα «ξένο γήπεδο» στο οποίο δεν έχεις άλλη επιλογή παρά να παίξεις – και μάλιστα σκληρά. Οσο για το τελικό αποτέλεσμα, ο συγγραφέας δείχνει να υιοθετεί την τακτική των δικηγόρων: προκειμένου να κερδίσεις μια δίκη, πρέπει να είσαι προετοιμασμένος να τη χάσεις. Κι άμα χάσεις, την ήττα σου να την βιώσεις μέσα σε μια πληρότητα συναισθημάτων.

Υπάρχουν δύο διηγήματα στη συλλογή, η «Νυχτερινή κολύμβηση» και η «Λιβελούλα», τα δύο τελευταία, που δίχως να ξεφεύγουν από την προβληματική των υπολοίπων, ξεχωρίζουν. H γνώμη μου είναι ότι πρόκειται για τα δύο καλύτερα κείμενα του βιβλίου, καθώς ξεφεύγουν από τη συμβατικά ρεαλιστική (επίπεδη, μερικές φορές, προβλέψιμη) γραφή όλων των προηγουμένων και, το κυριότερο, έχουν μια υπαινικτική δύναμη που σε γενικές γραμμές απουσιάζει από τα άλλα διηγήματα. Με την απρόσμενη, γεμάτη ειρωνεία και ένα μακάβριο χιούμορ, ανατροπή της στο τέλος, η «Νυχτερινή κολύμβηση» στέκει θαυμάσια και σαν φανταστικό διήγημα, που απηχεί τις παραλογές της δημοτικής μας παράδοσης.

Οσο για τη «Λιβελούλα», η απουσία ουσιαστικής δράσης, ο αινιγματικός διάκοσμος του διηγήματος και η σχεδόν καφκική ατμόσφαιρα δείχνουν μια άλλη πλευρά της πεζογραφίας του Δ. Πετσετίδη (και τα δύο διηγήματα δεν υποφέρουν από κάποιες γλωσσικές κοινοτοπίες και ευκολίες στις οποίες καταφεύγει αλλού ο συγγραφέας, ενδεχομένως για να ανασυστήσει ένα κακώς εννοούμενο προφορικό λόγο, ενώ ίσως να μην είναι τυχαίο ότι και τα δύο είναι σε τριτοπρόσωπη αφήγηση).

Το διήγημα έχει και έναν επιτυχημένο συμβολικό χαρακτήρα: η μαγική εικόνα της λιβελούλας μετά την εφιαλτική διαδρομή που έχει προηγηθεί επιβεβαιώνει αυτήν τη θέαση της ζωής ως ενός ξένου, ανεξήγητου, εχθρικού πεδίου (μάχης), απ’ το οποίο όμως μπορεί κανείς να ξεκλέψει μερικές στιγμές που θα τις κάνει για πάντα δικές του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή