H «απειλή» της ενηλικίωσης και η φυγή στο περιθώριο

H «απειλή» της ενηλικίωσης και η φυγή στο περιθώριο

2' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την παθολογία της σύγχρονης νεολαίας επιχειρεί να ψηλαφήσει το έργο «Καλιφόρνια ντρίμιν» του Βασίλη Κατσικονούρη, που σε σκηνοθεσία Τάκη Τζαμαργιά ανεβάζει απόψε η Πειραματική Σκηνή του Εθνικού.

Το έργο, που είχε λάβει το A΄ Βραβείο στον κρατικό διαγωνισμό θεατρικού έργου το 2002, επέλεξε ο υπεύθυνος της Πειραματικής Στάθης Λιβαθινός και κάλεσε για τη σκηνοθεσία του τον Τάκη Τζαμαργιά, από τις νέες δυνάμεις του θεάτρου μας, ο οποίος πέρυσι είχε παρουσιάσει με την ομάδα του μια εξαιρετική παράσταση πάνω σε διηγήματα του Σωτήρη Δημητρίου.

«Το «Καλιφόρνια ντρίμιν» πραγματεύεται την περιπέτεια τεσσάρων νέων παιδιών, γύρω στα 23 – 24, δύο αγοριών και δύο κοριτσιών, που ζουν ακόμα παρατεταμένη εφηβεία», λέει ο T. Τζαμαργιάς. «Μπροστά δηλαδή στις νέες προκλήσεις της ζωής, τις σπουδές, την εργασία, το στρατό, αντί να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να προχωρήσουν στην ενηλικίωση, αυτοί τα βλέπουν ως απειλή και για να τα αντιμετωπίσουν επιλέγουν τη φυγή από την πραγματικότητα, που βέβαια οδηγεί στην περιθωριοποίηση. Μπροστά στο φόβο της στράτευσης ιδίως, συλλαμβάνουν το σχέδιο να πάνε και να ζήσουν σ’ ένα κοινόβιο στην Καλιφόρνια. Δεν έχουν χρήματα για το ταξίδι όμως, οπότε ο Ντίνος, αυτός που κινεί τα νήματα, βάζει τους άλλους να πάνε να κλέψουν ένα θείο του, γεροντοπαλίκαρο, ένα πολύ ενδιαφέρον πρόσωπο που έχει και μια μεταφυσική παρουσία μέσα στο έργο, αν και δεν εμφανίζεται επί σκηνής. Αυτός όμως γοητεύει πρώτα τα δύο κορίτσια, που πάνε για να τον κλέψουν, και μετά και τον άλλο φίλο, που παίρνει τη θέση τους όταν αποτυγχάνουν αυτές…».

«Το έργο θα αρέσει στο κοινό», λέει ο σκηνοθέτης. «Ακολουθεί την παραδοσιακή γραφή -θυμίζει Κεχαΐδη και Μουρσελά- και αποτυπώνει πολλά πράγματα από αυτό το αεριτζίδικο που εμείς έχουμε κληροδοτήσει στους σημερινούς νέους, αυτόν τον ευνουχισμό, στην ουσία, του «έλα μωρέ, όλα γίνονται», αυτήν την ευκολία με τη λιγότερη προσπάθεια να κατακτήσεις περισσότερα πράγματα. Από την άλλη, είχα την αγωνία πόσο αντιπροσωπευτικά είναι τα πρόσωπα αυτά της σημερινής νεολαίας και όχι μιας περιθωριακής ομάδας, σε μια εποχή όπου δεν νομίζω ότι ισχύουν πια οι διαχωρισμοί «νέοι δυτικών προαστίων» κ.λπ. Σε συμφωνία με τον συγγραφέα, που ήταν ευρύχωρος σ’ αυτό, αφαιρέσαμε μερικά πράγματα και τονίσαμε τα γενικότερα χαρακτηριστικά, τα πιο σημερινά».

Επειδή αυτά τα πρόσωπα και, φυσικά, η γλώσσα που μιλάνε, «διαπραγματεύονται το κενό», λέει ο κ. Τζαμαργιάς, «είναι εύκολο να ξεγλιστρήσουνε στο τίποτα επί σκηνής, στην μπουρδολογία που πολλές φορές βλέπουμε να υπάρχει στους νέους. H καταγραφή είναι σωστή βέβαια, αυτήν ακριβώς πραγματεύεται το έργο, κι έχει και τις κωμικές της πλευρές, που εύλογα ο συγγραφέας ενδιαφερόταν από την αρχή να μη χαθούν στην παράσταση. Αλλά αν δεις το πράγμα μόνο μ’ αυτήν τη ματιά, αν το δεις μονοδιάστατα, υπάρχει ο κίνδυνος να βγουν επίπεδα τα πρόσωπα, σχηματικά, όπως βλέπουμε να γίνεται στην τηλεόραση. Αυτό έχει αποφευχθεί στην παράστασή μας. Εχουμε επιτύχει να υπάρχουν από κάτω πράγματα, που, χωρίς να αφήνουν έδαφος στο διδακτισμό, φωτίζουν κι αλλιώς…».

Ο σκηνοθέτης είχε στη διάθεσή του ταλαντούχους μεν αλλά νεότατους ακόμα ηθοποιούς, από το Εργαστήρι της Πειραματικής του Εθνικού, «οι οποίοι έπρεπε να αποδώσουν διαλόγους που απαιτούν βιρτουόζους ηθοποιούς» – πράγμα δύσκολο, που απαίτησε πολλή δουλειά. Πολύτιμοι αρωγοί στην όλη προσπάθεια η μουσική του Πλάτωνα Ανδριτσάκη, στα σκηνικά – κοστούμια της Μαρίας Κονομή, η κίνηση από τη Ζωή Χατζηαντωνίου και οι φωτισμοί του Σίμου Σαρκετζή.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή