Οι Ελληνες έγιναν πλέον πολυάσχολοι

Οι Ελληνες έγιναν πλέον πολυάσχολοι

9' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν μιλάει ελληνικά αλλά η ελληνικότητά του είναι περισσότερη από τη δική μας. Θεωρείται ο συνεχιστής του Ρέιμοντ Τσάντλερ και τα αστυνομικά μυθιστορήματά του μεταφράζονται σε αμέτρητες γλώσσες. Ο Τζορτζ Π. Πελεκάνος είναι ένας καταξιωμένος συγγραφέας σε διεθνές επίπεδο. Μιλήσαμε μαζί του για τη Σπάρτη, τους Ολυμπιακούς, την εργατικότητα των Ελλήνων, την αυτοδικία και τη θεία Δίκη, την παγκοσμιοποιημένη κουλτούρα, το χάσμα των γενεών, τα γρήγορα αμάξια και τις σχέσεις των Ελληνοαμερικανών με τον τόπο καταγωγής τους…

– Με το «Ζήτημα τιμής» κλείνει η τριλογία με την ιστορία της ελληνοαμερικανικής οικογένειας Καράς. Και οι δύο γενιές, ο πατέρας Πιτ κι ο γιος Ντιμίτρι, διακρίνονται από ένα είδος ηθικής στις πράξεις τους, το θέμα δε του τελευταίου μυθιστορήματος είναι η αυτοδικία. Αποτελούν, κατ’ εσάς, στοιχεία του ελληνικού ήθους;

– Θέμα του «Ζητήματος τιμής» είναι το πώς διαφορετικοί άνθρωποι αντιμετωπίζουν μια βίαιη πράξη: κατά τη διάρκεια μιας αιματηρής ληστείας σκοτώνεται ο γιος του Ντιμίτρι Καράς. Το μυθιστόρημα βασίστηκε σε μια πραγματική υπόθεση που έγινε εδώ, στην Ουάσιγκτον, κι έμεινε γνωστή ως «φόνοι στο Στάρμπακς». Ηταν μια ληστεία με πολλά θύματα, σε ένα από τα γνωστά καφέ. Σκεφτόμουν πως, ενώ ολόκληρα βιβλία γράφονται για την αύξηση της βίας, κανείς δεν μελετά την περίοδο μετά το κάθε συμβάν, πώς σκιάζει δηλαδή τη ζωή των εμπλεκομένων, των θυμάτων, των οικογενειών τους. Και στο βιβλίο, μερικά άτομα βιώνουν μια ληστεία με πολλά θύματα με διαφορετικό τρόπο. Αντιμετωπίζουν τις επιπτώσεις της, άλλος με τη βοήθεια της θρησκείας, μερικοί αποζητούν τον έρωτα και την αγάπη. Ο Καράς εκδικείται: βρίσκει τον φονιά του παιδιού του και τον σκοτώνει. Σε πολλές πολιτείες των ΗΠΑ ισχύει η θανατική ποινή. Κι όμως, μερικοί συγγενείς θυμάτων καταφεύγουν στην αυτοδικία…

Ανθρώπινη και θεία Δίκη

– Στο ίδιο βιβλίο, κεντρική θέση κατέχει το ερώτημα περί θείας και ανθρώπινης δίκης, μένει όμως τελικά μετέωρο, χωρίς απάντηση. Θυμίζει την Αντιγόνη.

– Μα, δεν προσφέρω απαντήσεις, μόνο ερωτήματα. Αλλωστε, στα αστυνομικά μυθιστορήματα δεν τίθενται καν τέτοιου είδους ερωτήματα. Σε αυτό το είδος δεν ερευνάται ο λόγος για τον οποίο αφαιρείται μια ανθρώπινη ζωή, ούτε το τι επακολουθεί. Ο πρωταγωνιστής σκοτώνει τον «κακό» κι επιστρέφει στο επόμενο μυθιστόρημα χωρίς τύψεις ή κατακραυγή από το περιβάλλον του. Σαν να μην υπάρχει τίμημα στην ανθρωποκτονία. Εμένα με ενδιαφέρει το μετά…

– Και δημιουργείτε ήρωες πιο αντιηρωικούς από εκείνους του Ρέιμοντ Τσάντλερ, για παράδειγμα;

– Στον Τσάντλερ, ο ντετέκτιβ Μάρλοου βρίσκεται σε ένα κέλυφος, ζει μέσα στον κόσμο αλλά δεν είναι ένας από αυτούς. Εγώ παρουσιάζω τους ήρωές μου εντελώς καθημερινούς και πολύ πιο κοντά στους υπόλοιπους χαρακτήρες.

– Σε μια προηγούμενη συνέντευξη σας είχατε αναφέρει ως ένα από τα χαρακτηριστικά των Ελλήνων την προσήλωση στη σκληρή εργασία. Ισως να ισχύει για τους Ελληνοαμερικανούς, όμως εδώ η αυτοεικόνα μας έχει να κάνει με την… τεμπελιά!

– Θα διαφωνήσω! Πριν από δύο χρόνια που ήμουν στην Ελλάδα, δεν διαπίστωσα διαφορές με τους Αμερικανούς, όσον αφορά στους ρυθμούς εργασίας. Στην Αθήνα όλοι έτρεχαν – κι όχι για να πάνε στο καφενείο! Ντύνονταν ωραία κι έδειχναν πολυάσχολοι. Δεν ίσχυε το ίδιο στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν ήρθα για πρώτη φορά. Τότε οι καφετέριες ήταν γεμάτες από ανθρώπους που έδειχναν πως σκοτώνουν την ώρα τους!

– Σε επίπεδο κουλτούρας διακρίνετε αλλαγές;

– Υπάρχει πλέον το Διαδίκτυο, όπου διακινούνται πληροφορίες σε μηδενικό χρόνο. Πριν από 20 χρόνια, η προβολή ξένων ταινιών γινόταν την επόμενη σεζόν κι όταν έψαχνα το περιοδικό «Rolling Stone» στην Αθήνα, έβρισκα το τεύχος που είχε βγει 6 μήνες πριν. Βεβαίως, σήμερα όλοι φορούν τα ίδια ρούχα -όχι μόνο στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ- σαν να έγινε ο κόσμος ενιαίο σύνολο.

– Δηλαδή, παγκοσμιοποίηση;

– Μπορείτε να το πείτε κι έτσι, όμως εκλείπει ο άκρατος θαυμασμός στην αμερικανική κουλτούρα. Οι υπόλοιποι ενδοσκοπούν στον ιδιαίτερο πολιτισμό τους κι αμφισβητούν την αμερικανική κυριαρχία.

– Η Ουάσιγκτον επλήγη την 11η Σεπτεμβρίου. Πώς βιώσατε εσείς αυτή την εμπειρία;

– Είχα μόλις πάρει τα παιδιά μου από το σχολείο και ήμαστε καθ’ οδόν για το σπίτι όταν είδαμε τους καπνούς. Μένουμε πολύ μακριά απ’ το Πεντάγωνο…

– Τι πιστεύετε για τη σημερινή κατάσταση στο Ιράκ;

– Ημουν εναντίον της επέμβασης, η οποία σίγουρα δεν αποτελεί κίνηση προς όφελος του μέσου Αμερικανού. Παίχτηκε ένα πολιτικό παιχνίδι για το οποίο θα υπάρξει τίμημα.

– Στην Ελλάδα η κοινή γνώμη ήταν αντίθετη στον πόλεμο. Το γεγονός αυτό θα δημιουργήσει χάσμα μεταξύ Ελλήνων κι Ελληνοαμερικανών;

– Μάλλον ναι! Ξέρετε, αντιμετωπίζουν όλους τους Αμερικανούς σαν ενιαίο σύνολο και τους θέτουν υπόλογους για τις επιλογές της κυβέρνησής τους. Φυσικά, εγώ και οι γείτονές μου δεν ερωτηθήκαμε γι’ αυτόν τον πόλεμο. Επίσης, η τάση των Ελληνοαμερικανών πλέον είναι η στροφή προς το Ρεπουμπλικανικό κόμμα και τις συντηρητικές ιδέες, ενώ η γενιά του πατέρα μου υποστήριζε τον Ρούσβελτ και το «new deal». Η επόμενη γενιά είναι ευκατάστατη και συντηρητικοποιείται προκειμένου να διατηρήσει το επίπεδό της. Και νομίζουν ότι τους προδίδουν οι συμπατριώτες τους σε μια τέτοια περίπτωση.

– Μόλις ο ήρωάς σας, ο Πιτ Καράς, άκουσε τζαζ, δεν του άρεσε. Ο γιος του όμως ακούει φανατικά σόουλ και μαύρη μουσική. Συνέβη γιατί οι δύο αυτές κουλτούρες ήρθαν πιο κοντά στη δεκαετία του ’70 ή επειδή «αμερικανοποιήθηκε» εντελώς η δεύτερη γενιά;

– Στον «Βασιλιά του Πεζοδρομίου» διαπραγματεύομαι τη σύγκρουση πατέρα – γιου και τις αλλαγές που επήλθαν στην αμερικανική κοινωνία μέσα σε 30 έτη. Ο πατέρας δεν έβγαινε χωρίς σακάκι και γραβάτα, ενώ ο γιος έχει μακριά μαλλιά και ξεφτισμένα τζιν.

«Ανάμικτος» κόσμος

– Ο πραγματικός πρωταγωνιστής των ιστοριών σας είναι η Ουάσιγκτον και η πόλη δεν είναι μόνον ο Λευκός Οίκος…

– Συνοικίες ολόκληρες κατοικούνται από φτωχούς μαύρους πληθυσμούς. Προσωπικά λατρεύω αυτή την κουλτούρα, την τοπική ομιλία, το ιδιαίτερο φαγητό. Ζω σε μια «μαύρη» περιοχή και πιστεύω ότι έτσι θα έπρεπε να είναι όλος ο κόσμος: ανάμικτος!

– Οι εικόνες των αντικειμένων είναι διεξοδικές στα μυθιστορήματά σας: τσιγάρα, αναπτήρες, αμάξια. Πρόκειται για σημειολογία ή επίδραση του κινηματογράφου, γράφετε δηλαδή σαν να πρόκειται να γυριστεί ταινία;

– Είμαι νέος συγγραφέας και η «λαϊκή» (pop) κουλτούρα κατέχει κεντρική θέση στην ύπαρξή μου. Από πιτσιρίκι πάω σινεμά κι έτσι, όταν γράφω, θέλω να βλέπω τις σκηνές σαν εικόνες. Δεν θα αναφέρω ποτέ «άναψε τσιγάρο» αλλά θα περιγράψω όλη την τελετουργία του αναπτήρα «Ζίπο», τον ήχο του ανάμματος, τη φλόγα, το κλείσιμο του καπακιού.

– Και τα αυτοκίνητα -τα μοντέλα της δεκαετίας του ’70- τιμάτε δεόντως.

– Λατρεύω τα γρήγορα αυτοκίνητα των αμερικανικών εργοστασίων εκείνης της εποχής.

– Τι αμάξι έχετε;

– Μια BMW 750, πολύ γρήγορο αμάξι! Απ’ ό,τι είδα και στην Ελλάδα αγαπάτε τις BMW!

– Θα έρθετε στην Αθήνα για τους Ολυμπιακούς;

– Οχι, θα γίνεται χαμός και φασαρία!

Στο όνομα του Θεού…

– Εδώ ζουν υπό τον φόβο των βαρβάρων με αφορμή τους Αγώνες. Μήπως οδηγούμαστε σε «σύγκρουση των πολιτισμών»;

– Κάτι τέτοιο δεν γίνεται; Εμείς οι Δυτικοί δημιουργήσαμε εχθρούς στον μουσουλμανικό κόσμο και μάλλον θα παραμείνουν εχθροί μας για καιρό. Εάν κάποιος πιστέψει πως έχει τον Θεό στο πλευρό του μπορεί να κάνει τα πάντα, ακόμα και τα χειρότερα εγκλήματα. Αυτό δεν διδάσκει η ιστορία; Οι αιματηρότερες πράξεις πραγματοποιούνται στο όνομα του Θεού…

– Ο λόγος όμως της αμερικανικής ηγεσίας είναι, επίσης, γεμάτος από αναφορές στον Θεό και στην «ιερή αποστολή της Αμερικής»…

– Αν και οι στατιστικές δείχνουν μείωση του ποσοστού των εκκλησιαζομένων, η Αμερική παραμένει μια πολύ θρησκευόμενη χώρα. Ομως η ανάμιξη θρησκείας και πολιτικής αποτελεί εκρηκτικό κοκτέιλ!

– Στο τελευταίο σας βιβλίο, το «Soul Circus», επαναφέρετε τον ντετέκτιβ Νικ Στέφανος. Θα γίνει ο ήρωάς σας;

– Αποτελεί το μυθιστορηματικό μου alter ego. Θα εμφανιστεί και στο «Park Revolution», το επόμενό μου μυθιστόρημα που θα κυκλοφορήσει τον Μάρτιο του 2004. Την εποχή της δολοφονίας του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ένα εντεκάχρονο αγόρι βιώνει τις φυλετικές ταραχές. Τότε ήμουν ακριβώς 11 χρόνων!

– Σας αρέσει η Σπάρτη, η ιδιαίτερη πατρίδα σας;

– Βεβαίως! Σύντομα θα την επισκεφθώ με την οικογένειά μου. Ο μεγαλύτερος γιος μου ενδιαφέρεται πολύ για τον ελληνικό πολιτισμό, πάει σε ελληνικό σχολείο. Και η γυναίκα μου τρελαίνεται για ούζο και για μεζέ!

Το ζεϊμπέκικο της ξενιτιάς!

Στο μυθιστόρημα «Η Σαρωτική Εκρηξη», απ’ όπου και το απόσπασμα, ο Νικ Καράς κι ο φίλος του Τζο Ριτσέβο έχουν μπει στην υπηρεσία του τοπικού μαφιόζου. Πρώτη τους αποστολή, να πάρουν τα λεφτά που του χρωστάει ένας γέρος Ελληνας, ο Τζορτζ Γκεοργκάκος:

«Καταλαβαίνεις τι λέω», είπε ο Ριτσέβο. «Καταλαβαίνεις μια χαρά. Θέλω το χρήμα – τώρα!».

«Θα στο δώσω. Μα πρώτα θα χορέψω. Χοκέι, βρεγαμώτο».

Ο Γκεοργκάκος κοίταξε τον Ριτσέβο, χαμογέλασε. Αρχισε να τραγουδά: Τα Μαλλιά Σου Τα Κομμένα! Καθώς τραγουδούσε σήκωσε τα χέρια κι άρχισε να χορεύει. Ηταν ένας μοναχικός χορός, ένα ζεϊμπέκικο. Ο Καράς είχε δει τον πατέρα του να τον χορεύει στην Ελληνική Λέσχη ή στο σπίτι, όποτε ήταν χαρούμενος ή μεθυσμένος.

«Τι στο διάολο», είπε ο Ριτσέβο. Παρακολούθησε τον Γκεοργκάκος που κροτάλιζε τα δάκτυλα στον ρυθμό της μουσικής, χοροπηδούσε στο ένα πόδι, τίναζε το κεφάλι προς την κατεύθυνσή του, ενώ του έστελνε εκείνο το αναθεματισμένο χαμόγελό του.

«ΟπαΙ», φώναζε ο Γκεοργκάκος. «Ελα γιάνε την καρδιά μου», τραγουδούσε καθώς χόρευε. Πλησίασε πολύ τον Ριτσέβο. Το βλέμμα του καρφώθηκε στο βλέμμα του κι ήταν περιπαιχτικό κι αστραφτερό.«Το χρήμα!», ούρλιαξε ο Ριτσέβο.

Ποιος είναι ο Τζορτζ Π. Πελεκάνος

Ο George P. Pelecanos γεννήθηκε στην Ουάσιγκτον το 1957. Είναι Ελληνοαμερικανός τρίτης γενιάς, με καταγωγή από τη Λακωνία. Αφού εργάστηκε ως μάγειρας, μπάρμαν, πωλητής σε κατάστημα γυναικείων παπουτσιών, ασχολήθηκε με τη συγγραφή σεναρίων και τις παραγωγές κινηματογραφικών ταινιών. Το πρώτο του μυθιστόρημα, με τίτλο «A Firing Offence», κυκλοφόρησε το 1992. Καταξιωμένος, σήμερα, συγγραφέας αστυνομικών ιστοριών, θεωρείται από τους μεγαλύτερους εν ζωή εκπροσώπους του είδους. Εχει επίσης κυκλοφορήσει τα: «Nick’s Trip» (1993), «Shoedog» (1994), «DowBy The River Where Dead MeGo» (1995), «The Sweet Forever» (1998), «Right As Rain» (2001), «Hell To Pay» (2002), «Soul Circus» (2003). Στα ελληνικά έχουν μεταφραστεί τα: «Η Σαρωτική έκρηξη», «Ο Βασιλιάς του Πεζοδρομίου» και «Ζήτημα τιμής», τα οποία περιγράφουν τη ζωή της ελληνοαμερικανικής οικογένειας Καράς και κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Οξύ».

Η τριλογία της οικογένειας Καράς και το νέο του μυθιστόρημα

Είναι 1945 κι ο πόλεμος μόλις έχει λήξει. Ο Πιτ Καράς αποστρατεύθηκε και γύρισε στην Ουάσιγκτον, σμίγοντας με τις παλιές του παρέες. Ο φιλαράκος του Τζόι Ριτσέβο έχει ήδη μπλεχτεί με το οργανωμένο έγκλημα και του προσφέρει δουλειά στην ομάδα των παλληκαράδων του «αφεντικού» της περιοχής. Ομως ο Καράς, ελαστικός με τους μετανάστες από την πατρίδα του την Ελλάδα, δεν υπακούει στις διαταγές. Η συμμορία του δίνει ένα μάθημα. Τρία χρόνια αργότερα, η ίδια συμμορία αποφασίζει να «πουλήσει προστασία» στο εστιατόριο του Νικ Στέφανος όπου δουλεύει ο Καράς. Ο Καράς και ο Τζόι Ριτσέβο έρχονται αντιμέτωποι και πληρώνουν το τίμημα της τιμής και της φιλίας.

Τριάντα χρόνια αργότερα, ο Ντιμίτρι Καράς, γιος του Πιτ, ένας μικροντίλερ μαριχουάνας και ο μαύρος φίλος του Μάρκους Κλέι απαντούν στο δρόμο τους ένα ζευγάρι δολοφόνων και συγκρούονται μαζί τους.

Μετά τη «Σαρωτική Εκρηξη» και τον «Βασιλιά του Πεζοδρομίου», ο Πελεκάνος κλείνει την τριλογία με το «Ζήτημα Τιμής»: Ο γιος του Ντιμίτρι Καράς σκοτώνεται κατά τη διάρκεια μιας ληστείας. Η ζωή του Καράς καταστρέφεται. Με τη βοήθεια του ντετέκτιβ Νικ Στέφανος, εγγονού του εστιάτορα που βοήθησε τον πατέρα του, βρίσκουν τους δολοφόνους του μικρού και αποδίδουν δικαιοσύνη… Ο Νικ Στέφανος θα εμφανιστεί ως πρωταγωνιστής και στα «Nick’s Trip» και «Firing Offence», καθώς και στο τελευταίο μυθιστόρημα του Πελεκάνου «Soul Circus», όχι όμως και στο «Hard Revolution» που θα κυκλοφορήσει τον Μάρτιο…

Στο μυθιστόρημα αυτό, ο συγγραφέας καταπιάνεται με την προσωπική ζωή δύο αστυνομικών, ενός ανερχόμενου κι ερωτευμένου νεαρού κι ενός παλαίμαχου κυνικού ντετέκτιβ με φόντο τις φυλετικές ανισότητες της αμερικανικής μητρόπολης και τις αφηγήσεις ζωής των απλών ανθρώπων της εργατικής τάξης. Στο «Hard Revolution» -που διατίθεται προς το παρόν μόνο σε ηλεκτρονική μορφή- η σκληρότητα και ο νατουραλισμός στην περιγραφή δίνουν τη θέση, τελικά, σε μια καλά κρυμμένη ανθρωπιά, την πραγματική φύση και το τελικό διακύβευμα του ανθρώπου…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή