Τα πρόσφατα γεγονότα, δηλαδή η εκλογή ενός αρχηγού κόμματος απευθείας από τον λαό, καθώς και η ραγδαία συσπείρωση των μελών και συμπαθούντων ενός εκ των δύο ισχυρών κομμάτων της πολιτικής ζωής στο πρόσωπο ενός υποψηφίου ο οποίος υπόσχεται ακόμα μια φορά την Αλλαγή και όλα τα διανοητικά της παράγωγα, επαναφέρουν το ερώτημα της ποιότητας της πολιτικής μας ζωής και ιστορίας.
Η κατευθείαν αναδρομή σε μια ευρύτερη μάζα ψηφοφόρων για να παρακαμφθούν τα υπάρχοντα θεσμοθετημένα όργανα είναι μια τακτική κατάκτησης της εξουσίας, προορισμένη μεν να ενθουσιάζει τον λαό (και άρα το πλήθος), όπως αποδεικνύουν και οι σχετικές δημοσκοπήσεις, αλλά δύσκολα συγκαλύπτει αφενός τα προβλήματα διακυβέρνησης που προσπαθεί να παρακάμψει και αφετέρου ενέχει τον κίνδυνο δημοκρατικής εκτροπής, αναθέτοντας χάρη σε ένα ταχύτατα, έντεχνα και καλόπιστα εξασφαλισμένο «Ναι» όλη την πολιτική εξουσία στο πρόσωπο ή την ομάδα που κατάφεραν να το εκμαιεύσουν.
Ποια προβλήματα διακυβέρνησης προσπαθεί να υπερκεράσει ένας ηγεμόνας ο οποίος ζητεί μέσω ενός τύπου δημοψηφίσματος, γνωστού στην ιστορία ως plebiscitum, την έκτακτη απευθείας εκλογή του υποψηφίου σε ένα ανώτατο αξίωμα; Η απάντηση είναι απλή: την ενίσχυση της προσωπικής του εξουσίας απέναντι στα θεσμοθετημένα όργανα και στην εξουδετέρωση εκείνων που θεωρεί αντιπάλους του. Το σύστημα αυτό έχει ονομαστεί δημοκρατικός καισαρισμός ή βοναπαρτισμός, αφού εμπνέεται από εκείνη την ιστορική χρήση της απευθείας εκλογής του Ιουλίου Καίσαρα από τον ρωμαϊκό λαό στο αξίωμα του δικτάτορα, με στόχο να παρακάμψει τη Σύγκλητο.
Το χρησιμοποίησε (1851) ο Ναπολέων ο Γ΄ (ο Μικρός), για να καταργήσει την Εθνοσυνέλευση και να ανακηρυχθεί αυτοκράτορας? αυτός, ένας σοσιαλιστής διαπνεόμενος από την ιδέα «της αλλαγής της κοινωνίας» του και από τη φιλοδοξία της «αποκατάστασης των δικαιωμάτων του λαού». Οι καταστάσεις που απορρέουν από αυτές τις μεθόδους κατάκτησης της εξουσίας αντλούν τη νομιμότητά τους από τη λαϊκή κυριαρχία, στην οποία και την οφείλουν. Με τη διαφορά ότι οδηγούν σε κυβερνήσεις για τον λαό αλλά όχι λαϊκές.
Οι σύντροφοι γίνονται υπήκοοι
Η τεχνική άσκησης της εξουσίας ενός τέτοιου συστήματος συνοψίζεται στις εξής σκέψεις του ίδιου του Ναπολέοντα Γ΄: «Σήμερα η κυβέρνηση προϋποθέτει τις μάζες. Πρέπει να οργανώνονται ώστε να μπορούν να διατυπώνουν τη θέλησή τους? να πειθαρχούνται ώστε να κατευθύνονται και να διαφωτίζονται ανάλογα με τα συμφέροντά τους». Αλλοθι ή επιχείρημα υπέρ της χρήσης της απευθείας ανάδειξης από τη βάση αποτελούν συνήθως οι τρέχουσες κομματικές αντιπαλότητες, τα συμφέροντα των ομάδων, οι προσωπικές φιλοδοξίες, τα οποία ο νέος ηγεμόνας καλείται να επιλύσει υπέρ του κοινού καλού και χάρη στην προσωπική εντολή που παίρνει από τον ίδιο τον λαό, παρακάμπτοντας έτσι τους χθεσινούς συντρόφους του που τώρα τους θέλει μόνον ως ψηφοφόρους του – ζητώντας από όλους την προσωπική τους πίστη στο έργο που αναλαμβάνει γι’ αυτούς. Εξασφαλίζει έτσι πιστούς υπηκόους, οι οποίοι θεωρητικά απευθύνονται κατευθείαν σ’ αυτόν. Φυσικά, όπως διατυπώνονται τα ερωτήματα στα σχετικά δημοψηφίσματα, αυτοί δεν έχουν να διαλέξουν παρά αυτόν και τις σωτήριες επαγγελίες του.
Κοντολογίς, η πρόσφατη στα καθ’ ημάς έκκληση στη βάση του κόμματος να αναδείξει εκείνον που την απηύθυνε, παραδέχτηκε την αγκύλωση στα συμφέροντά τους τόσο του κομματικού μηχανισμού όσο και των κυβερνήσεων που απέρρεαν απ’ αυτόν? ομολόγησε την αναζήτηση μιας λύσης μέσω της εν λευκώ ανάθεσης της ηγεσίας, έξω από το πλαίσιο στο οποίο λειτουργούσαν κυβερνήσεις και κομματικοί μηχανισμοί. Διαδικασία που οι μάζες που ρωτήθηκαν δέχτηκαν ευχαρίστως. Είναι όμως μια πραγματική λύση ή συνιστά μια φυγή προς τα εμπρός, αρνούμενη να αποδώσει ευθύνες και να κατονομάσει τα προβλήματα και τους υπευθύνους γι’ αυτά; Θα αντιμετωπίσει ένας ηγέτης έτσι εκλεγμένος τα προβλήματα που φιλοδοξεί να αντιμετωπίσει ή τώρα έχει όλη τη δυνατότητα να συνεχίσει μια απροσδιόριστη πολιτική, ενισχυμένος επιπλέον με μιαν απευθείας ανάθεση; Αλλωστε, ποιος ελέγχει αυτόν που κέρδισε ένα δημοψήφισμα και γιατί αυτός να μην επαναδιαπραγματευτεί με ευνοϊκούς τώρα όρους, με εκείνους που υποδείκνυε χωρίς να κατονομάζει ως εμπόδιο στις υποσχόμενες πολιτικές του;
Υποσχέσεις αλλαγής
Η συσπείρωση τώρα των οπαδών του κόμματος στην υπόσχεση και μόνο μιας αλλαγής της πολιτικής ζωής, από έναν αρχηγό μάλιστα ο οποίος είναι υπεράνω των οργάνων του κόμματός του και άρα του ελέγχου τους, αφήνει την υποψία ότι οι υποσχέσεις και τα δηλούμενα πολιτικά προγράμματα δεν απευθύνονται παρά στη μεσσιανική φαντασίωση μιας κοινωνίας που αρκείται να θεωρεί ως πολιτική τις υποσχέσεις αλλαγής χωρίς να νοιάζεται να τις ελέγχει ως προς την πραγματοποίησή τους. Ερώτημα που παραπέμπει σ’ ένα άλλο. Μήπως όλα τα παραπάνω δεν είναι παρά απόκρυψη των πραγματικών σκοπών, συμφερόντων και ομάδων που εντέλει, και καταργώντας τους θεσμούς, κυριαρχούν στην πολιτική;
(1) Ο κ. Ν. Ε. Καραπιδάκης είναι καθηγητής της Μεσαιωνικής Ιστορίας, τ. διευθυντής των Γενικών Αρχείων του Κράτους.